Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2009

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ. ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ


VΙΕΡ. ΣΑΒΒΑΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ (ΚΑΡΑΜΠΑΤΕΑΣ)
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ
ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΔΗΜ. ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΑΠΘ

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Δεκέμβριος 2009

 ΑΦΙΕΡΩΣΗ

ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ

ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

ΣΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΕΚΝΟ ΑΥΤΗΣ, ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

 Πρόλογος

ΕΙσαγωγή







 Α΄ ΜΕΡΟΣ

Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

1) Ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας

2) Προέλευση

3) Ἰδιότητες

4) Συστατικά – δομή τῆς Ἐκκλησίας

5) Ἱστορικοί σταθμοί

 

Β΄ ΜΕΡΟΣ

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ  ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

1) Ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία

2) Θεραπευτικός χαρακτήρας καί θεραπευτικές ἀρχές

3) Θεραπευτικά μέσα

4) Χαρακτηριστικά τοῦ θεραπευμένου ἀνθρώπου


Γ΄ ΜΕΡΟΣ

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ

1) Ἀγάπη πρός τήν Ἐκκλησία. Προϋποθέσεις γιά παραμονή ἐντός τῆς Ἐκκλησίας

3) Χωρισμός ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ζωή ἐκτός Αὐτῆς

4) Ἐπανένταξη στήν Ἐκκλησία


Δ΄ ΜΕΡΟΣ

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

1) Σκοπός τῆς Ἐκκλησίας

2) Βίωση τοῦ χαρακτήρα της

3) Το μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας: Ὅλοι καί ὅλα εἶναι «δυνάμει» μέσα στό Χριστό καί μέσα στήν Ἐκκλησία


ΕΠΙΛΟΓΟΣ


Βραχυγραφίες
Πηγές
Βιβλιογραφία















ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Εὐχαριστῶ τόν Πανάγιον Θεόν, τόν Κύριον Ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, πού μέ ἀξίωσε νά γνωρίσω ἕναν σύγχρονο ὅσιο Γέροντα καί νά ἐνδιατρίψω, παρ’ ὅλην τήν ἀδυναμία καί ἀναξιότητά μου, στά πλήρη Ἁγίου Πνεύματος λόγιά του. Εὐχαριστῶ τήν Ἁγία μας Ὀρθόδοξο Καθολική Ἐκκλησία διότι μέ γέννησε καί μέ θάλπει στούς κόλπους Της, παρόλη τήν ἁμαρτωλότητά μου. Εὐχαριστῶ τόν μακαριστό Γέροντα Πορφύριο, πού μέ ἐνίσχυσε μέ τίς εὐχές του καί τήν πολλή Θεία Χάρη, πού ἔλαβε ἀπό τό Πανάγιον Πνεῦμα, ὥστε νά ὁλοκληρώσω τό φτωχό αὐτό πόνημα.
Εὐχαριστῶ τόν λίαν ἀγαπητό καί σεβαστό μου Καθηγητή κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη, πού μοῦ ἀνέθεσε ἐμπνευσμένα, αὐτή τή μελέτη. Ὁμολογῶ ὅτι πάρα πολύ ὠφελήθηκα ἀπό τήν- κατά δύναμην- σέ βάθος μελέτη τῶν λόγων, τοῦ σοφοῦ πνευματικά Γέροντος.
Εὐχαριστῶ τόν πνευματικό μου πατέρα, τόν Γέροντα Ἱερομόναχο Μάξιμο Ψιλόπουλο, πνευματικό τέκνο τοῦ Γέροντος Πορφυρίου ἐπί 17 ἔτη, γιά τήν πλήρη στήριξη καί πατρική ἀγάπη του. Εὐχαριστῶ τήν Γερόντισσα καί τίς ἀδελφές τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χρυσοπηγῆς, καθώς καί τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου «Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος», γιά τά ὅσα θαυμάσια ἐξέδοσαν σχετικά μέ τόν Γέροντα. Εὐχαριστῶ καί ὅλους κληρικούς καί λαϊκούς, πού ἔγραψαν ἤ μοῦ διηγήθηκαν σχετικά μέ τόν Γέροντα. Τέλος εὐχαριστῶ καί ὅποιον συνέβαλλε στήν ἀρτιότερη παρουσίαση αὐτῆς τῆς ἐργασίας.
Τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τό  κορυφαῖο μυστήριο τοῦ Χριστιανισμοῦ. Εἶναι, ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέροντας Πορφύριος, «τό μυστήριο τῶν μυστηρίων». Συνδέεται ἄρρηκτα μέ τό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Σωτήρα μας.
Εἴθε νά Τόν ἀγαπήσουμε, ζώντας ἐν τῷ Αὐτοῦ Σώματι, πού εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὥστε νά ζοῦμε τόν παράδεισο ἀπό τώρα, ὅπως δίδασκε ὁ Γέροντας Πορφύριος, δοξάζοντας καί εὐχαριστώντας τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό Πανάγιον Πνεῦμα εἰς τούς αἰώνας.


Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης






ΕΙΣΑΓΩΓΗ
                                                                                                                                
Ἡ Ἐκκλησία ὡς τό μυστηριακό[1] σῶμα[2] τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ εἶναι μία πραγματικότητα, πού δέν ὁρίζεται[3] , ἀλλά βιώνεται[4] ἀπό αὐτόν, πού ἐντάσσεται σ’ Αὐτήν.
Ὁ Γέροντας  Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης μέ τήν ὁσία βιωτή του καί τήν ὀρθοδοξότατη πίστη του ἀποτελεῖ ἕνα γνήσιο τέκνο τῆς Μίας Ἁγίας Ὀρθόδοξης Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Κρίνουμε σκόπιμο νά παραθέσουμε ἕνα μικρό βιογραφικό σημείωμα γιά νά φανερωθεῖ ἡ ἀφιερωμένη στόν Θεό καί τήν ἁγία Ἐκκλησία, ζωή του[5]. Ἡ ζωή τοῦ π. Πορφυρίου ἦταν ὅλη μία βιωμένη ὀρθόδοξη θεολογία, ἐνῶ ἡ διδαχή του εἶναι ἀπαύγασμα τῆς κατά πάντα ὀρθόδοξης, «ἐν Χάριτι» ζωῆς του.
Ὁ ὅσιος Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, κατά κόσμον Εὐάγγελος Μπαϊρακτάρης, γεννήθηκε στίς 7 Φεβρουαρίου τοῦ 1906 στό χωριό Ἅγιος Ἰωάννης Εὐβοίας. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Λεωνίδας Μπαϊρακτάρης καί Ἑλένη, τό γένος Ἀντωνίου Λάμπρου. Ὁ Γέροντας ἀπό μικρός ἀναγκάζεται νά φυλάσσει πρόβατα στό βουνό. Παρακολουθεῖ μόνο τήν Α΄ Δημοτικοῦ καί αὐτήν ὄχι πλήρως. Σέ ἡλικία 7 ἐτῶν πηγαίνει στήν Χαλκίδα ὅπου ἐργάζεται γιά 2-3 χρόνια. Κατόπιν μεταβαίνει στόν Πειραιᾶ, ὅπου ἐπίσης ἐργάζεται γιά δύο χρόνια σέ παντοπωλεῖο  συγγενοῦς του. Στά δώδεκά του χρόνια μεταβαίνει (ὑπερνικώντας τήν ἀγάπη στούς γονεῖς του) στό Ἅγιον Ὄρος. Πόθος του εἶναι νά μιμηθεῖ τή ζωή τοῦ ἀγαπημένου του Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου.
Ἐγκαθίσταται στά Καυσοκαλύβια, στήν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκεῖ κάνει ἀδιάκριτη καί χαρούμενη ὑπακοή στούς δύο αὐταδέλφους Γέροντες του, τόν ἱερομόναχο-πνευματικό Παντελεήμονα καί τόν γέροντα Ἰωαννίκιο. Σέ ἡλικία 14 ἐτῶν γίνεται μοναχός, παίρνοντας τό ὄνομα Νικήτας ἐνῶ δύο χρόνια ἀργότερα κείρεται μεγαλόσχημος. Δέν περνᾶ πολύς χρόνος καί ὁ Θεός τοῦ δωρίζει τό διορατικό Χάρισμα. Στά 19 του χρόνια ἀρρωσταίνει πολύ σοβαρά καί ἀναγκάζεται, ἐγκαταλείποντας τό Ἅγιον Ὄρος, νά μεταβεῖ στήν Μονή τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους Λευκῶν, στήν Εὔβοια. Σέ ἡλικία 20 ἐτῶν (στά 1926) χειροτονεῖται ἱερέας στόν Ἅγιο Χαράλαμπο Κύμης ἀπό τόν ἐπίσκοπο Σιναίου Πορφύριο Γ΄, ὁ ὁποῖος τοῦ δίδει τό ὄνομα Πορφύριος. Στά 22 του χρόνια γίνεται πνευματικός καί λίγο ἀργότερα ἀρχιμανδρίτης. Γιά ἕνα διάστημα  ἐργάζεται ὡς ἐφημέριος καί πνευματικός σέ διάφορους τόπους στήν Εὔβοια.
Στά 1940 ἐγκαθίσταται στήν Ἀθήνα, ὅπου ἀναλαμβάνει καθήκοντα ἐφημερίου καί πνευματικοῦ στό ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Γερασίμου τῆς Πολυκλινικῆς Ἀθηνῶν (Ὁμόνοια, ὁδός Σωκράτους καί Πειραιῶς). Γιά 33 χρόνια διακονεῖ ἐκεῖ, τόν πονεμένο λαό τοῦ Θεοῦ. Στά 1955 ἐγκαθίσταται στά Καλλίσια, στό μονύδριο τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Καλλιεργεῖ τήν γύρω περιοχή καί συγχρόνως ἀσκεῖ τό πνευματικό του ἔργο, μέχρι τό 1978, ὁπότε παθαίνει ἔμφραγμα. Τό καλοκαίρι τοῦ 1979 ἐγκαθίσταται στό Μήλεσι Ἀττικῆς, ἀρχικά σ΄ ἕνα τροχόσπιτο. Ὄνειρό του εἶναι νά χτίσει ἕνα μοναστήρι. Λίγο ἀργότερα μένει σ' ἕνα σπιτάκι ἀπό τσιμεντόλιθους. Στά 1984 μεταφέρεται σέ κτίσμα τοῦ ὑπό ἀνέγερση μοναστηριοῦ. Ἄν καί εἶναι πολύ ἄρρωστος καί τυφλός, ἐργάζεται μέ πολύ ζῆλο γιά τήν ἀποπεράτωση τῆς Μονῆς (Ἱερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτῆρος). Στά 1990, στίς 26 Φεβρουαρίου θεμελιώνει τό Καθολικό τῆς Μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος. Ἑτοιμάζεται γιά τό τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς του μέ γενική ἐξομολόγηση. Στά 1991, ἀρχές τοῦ καλοκαιριοῦ, ἐπιστρέφει στό Ἅγιον Ὄρος ὅπου διατηροῦσε κελλί ἀπό τά 1984. Ἐπιστρέφει στήν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στήν Καλύβη τῆς μετανοίας του. Ἐκεῖ κοιμᾶται ὁσιακά τό πρωί τῆς 2ας Δεκεμβρίου τοῦ 1991. Τήν ἑπομένη θάπτεται στό κοιμητήριο τοῦ Κυριακοῦ τῶν Καυσοκαλυβίων (τῆς Ἁγίας Τριάδος), ἁπλά καί ἀθόρυβα, ὅπως τό ἐπιθυμοῦσε.
Τά τελευταῖα του λόγια, ἦσαν αὐτά τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου, τά ὁποῖα στή διάρκεια τῆς ζωῆς του πολύ συχνά ἐπαναλάμβανε: «Ἵνα ὦσιν ἕν»[6]. Ὅταν θά γινόταν ἡ ἀνακομιδή του, εἶχε δώσει ἐντολή στούς πατέρες τοῦ κελλιοῦ του, νά μεταφερθοῦν τά ὀστᾶ του σέ ἄγνωστο σημεῖο, μέσα στό δάσος καί νά ταφοῦν πάλι. Αὐτό καί ἔγινε. Ἀπόφυγε ἔτσι καί τήν μετά θάνατον τιμή καί δόξα ἀπό τούς ἀνθρώπους.
Ὁ ὅσιος Γέροντας Πορφύριος, τοῦ ὁποίου εἴθε νά ἔχουμε τήν εὐχή, ἦταν ἕνας ἀληθινά ἐκκλησιαστικοποιημένος ἄνθρωπος. Ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία καί θυσιάστηκε γιά τά μέλη της. Ἡ ζωή του ἀποτελεῖ πρότυπο γιά ὅλους, ὅσους προσπαθοῦν νά ζήσουν ἐντός της. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ «χῶρος» καί ὁ «τρόπος» τῆς σωτηρίας· εἶναι τό «ζωντανό Σῶμα» ὅπου κανείς ζεῖ τήν ὄντως Ζωή δηλ. τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.
Πρέπει, εὐθύς ἐξ ἀρχῆς, νά τονίσουμε, ὅτι ὅταν χρησιμοποιοῦμε τόν ὅρο «Ἐκκλησία», ἐννοοῦμε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί μόνον Αὐτήν. Καμμιά ἄλλη ἀπό τίς λεγόμενες «Ἐκκλησίες», δέν ἀποτελεῖ ἀληθινή  Ἐκκλησία, ἀφοῦ Μία Ἐκκλησία θεμελίωσε ὁ Χριστός στήν γῆ: Τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, ἡ ὁποία, μόνη Αὐτή, διαφύλαξε ἀπαράτρωτα τά δόγματα τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων καθώς καί τήν Ἱερά Παράδοση[7]. Μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πληροῖ αὐτό, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Ἀπόστολο Παῦλο, δηλ. : «στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας»[8]. Αὐτή εἶναι ἡ ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία.
«Ὁ Χριστός ὡς κεφαλή τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας» παρατηρεῖ ὁ καθηγητής κ. Τσελεγγίδης, «οὔτε πολλά σώματα μπορεῖ νά ἔχει οὔτε καί διηρημένο σῶμα νά κατέχει»[9]. Ὁ Γέροντας μέ τήν φωτισμένη δογματική συνείδηση, ἄν καί ἀγράμματος κοσμικά, τό ἔλεγε χαριτωμένα: «Ἡ θρησκεία μας εἶναι ἡ θρησκεία τῶν θρησκειῶν, ἡ ἐξ ἀποκαλύψεως, ἡ πραγματική, ἡ ἀληθινή θρησκεία. Οἱ ἄλλες θρησκεῖες εἶναι ἀνθρώπινες, κούφιες»[10]. Σέ μία συνομιλία μέ παιδιά ἐπηρρεασμένα ἀπό ἀνατολικές θρησκεῖες τόνιζε τά ἑξῆς: «Μόνο ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ ἑνώνει καί ὅλοι πρέπει νά προσευχόμαστε νά ἔρθουνε σ’ αὐτή τή θρησκεία, ἔτσι θά γίνει ἡ ἕνωσις, ὄχι μέ τό νά πιστέψεις ὅτι ὅλοι εἴμαστε τό ἴδιο κι’ ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο, δέν εἶναι τό ἴδιο, ἡ ἀγάπη ἡ ἀληθινή, εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ»[11].
 Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν ἔδωσε ποτέ ὁρισμόν τοῦ ἑαυτοῦ Της[12]. Τό μόνο, πού εἶπε εἶναι ὅτι εἶναι τό σῶμα[13] τοῦ Χριστοῦ[14]. Ὁδηγεῖ τά μέλη της εἰς τό νά Τήν βιώσουν ὡς μίαν πραγματικότητα, ἐγκεντριζόμενοι[15] διά τῶν ἁγίων Μυστηρίων σ’ Αὐτήν. Μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, διαφυλλάσσει τό ἀληθές δόγμα καί τό ἀληθές ἦθος. Τό δόγμα καί τό ἦθος, ἡ πίστη καί ἡ ζωή, εἶναι δύο ἀξεχώριστες πραγματικότητες, ὅπως οἱ δύο ὄψεις τοῦ ἰδίου νομίσματος[16].
Ἡ πίστη, τό περιεχόμενό της, πρέπει νά εἶναι ἀληθινά ὀρθόδοξη· μόνο τότε καί ἡ ζωή εἶναι ἀληθινή καί ἐκκλησιαστική. Ἄν ἀλλοιωθεῖ ὁ πιστός καί ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν ἀληθινή ἀποστολική πίστη, «ὅπως αὐτή ἑρμηνεύθηκε καί ὁριοθετήθηκε ἀπό τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας»[17] (ὀρθόδοξο δόγμα), τότε ἀπομακρύνεται  καί ἀπό τήν ὀρθή ζωή (ἀπό τήν ἀγάπη), καθώς καί ἀπό τήν Ἐκκλησία. Τότε ἀνήκει ὁ ἄνθρωπος στήν Ἐκκλησία, ὅταν εἶναι ἀκόλουθος τῆς εὐαγγελικῆς Ἀληθείας, δηλ. τοῦ Χριστοῦ. Λέγει ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: «...Καί γάρ οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ὅλοι τῆς ἀληθείας εἰσί» καί συνεχίζει ἐμφαντικώτερα: «καί οἱ μή τῆς ἀληθείας ὄντες, καθάπαξ οὐδέ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας εἰσί»[18].  
Κανένα ὄφελος δέν ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν δέν ἀκολουθεῖ τά ὀρθά δόγματα, ἀκόμη καί ἄν ἔχει ζωή καθαρή. Λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Οὐδέν γάρ ὄφελος βίου καθαροῦ, δογμάτων διεφθαρμένων·» γιά νά καταλήξει: «ὥσπερ οὖν οὐδέ τοὐναντίον, δογμάτων ὑγιῶν, ἐάν βίος ᾖ διεφθαρμένος»[19].
Ἐάν πάλι, ἀλλοιωθεῖ ἡ ζωή, τότε καί τά δόγματα ἀλλοιώνονται γιά νά «στεγάσουν» αὐτήν τήν ἀλλοτριωμένη ἀπό τήν Ἀλήθεια (=Χριστός), ζωή[20]. «Βίος διεφθαρμένος πονηρά τίκτει δόγματα», διδάσκει πάλι ὁ Χρυσορρήμων[21]. Τότε ὁ ἄνθρωπος ζεῖ τήν ἁμαρτία, πού εἶναι ἡ ἀπάτη, τό ψέμμα, ὁ θάνατος καί δέν μπορεῖ νά καταλάβει  τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, οὔτε τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. «Βίος ἀκάθαρτος ἐμποδίζει δόγμασιν ὑψηλοῖς, οὐκ ἀφείς τό διορατικόν φανῆναι τῆς διανοίας»[22], παρατηρεῖ πάλι ὁ ἱερός Χρυσόστομος· καί συνεχίζει λίγο πιό κάτω: «Χρή πάντων καθαρεύειν τῶν παθῶν τόν μέλλοντα θηρᾶν τήν ἀλήθειαν»[23].
Δέν μποροῦμε νά βιώσουμε ἀλλ΄ οὔτε καί νά κατανοήσουμε τί εἶναι Ἐκκλησία, ἐάν ἡ ζωή μας καθώς καί ἡ πίστη μας δέν εἶναι  ὀρθόδοξη, Τριαδοκεντρική. Ἀκολουθώντας τό ὀρθόδοξο δόγμα, βιώνοντας τίς ἐντολές τοῦ Σωτῆρος, ζώντας τή ζωή Του, τότε κατανοοῦμε ὅλο καί πληρέστερα τό ὑπέρτατο Μυστήριο, τό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. «Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ «τό μυστήριον τό ἀποκεκρυμμένον ἀπό τῶν αἰώνων καί ἀπό τῶν γενεῶν», τό ὁποῖο «νυνί ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις Αὐτοῦ»»[24] καί ὄχι τοῖς κατά κόσμον σοφοῖς ἤ τοῖς αἱρετικοῖς ἤ τοῖς βίον διεφθαρμένον ἔχουσι.
Ὁ μακαριστός Γέροντας Πορφύριος ὁ Ἁγιορείτης, εἶναι ἕνας πολύ πλησίον σέ μᾶς, ἄνθρωπος τοῦ 20ου αἰώνα, πού ἔζησε καί τώρα ζεῖ ἐναργέστερα τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Χριστοῦ.  Κατανόησε βαθειά τό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἔζησε ὀρθά ὡς ἀληθινός χριστιανός ἀσκητής στό Ἅγιον Ὄρος, στό κέντρο τῆς Ἀθήνας, καί τέλος στό Ἡσυχαστήριό του στό Μήλεσι.«Γιά ὅλους μας», ἔλεγε, «ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν καί ἡ ἁγία Του Ἐκκλησία, εἶναι ἡ ἄκτιστη Ἐκκλησία, εἶναι ὁ Θεός μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου, γιά νά γίνετε κι ἐσεῖς θεοί»[25]. Ὅλη του ἡ ἐπίγεια ζωή κυλοῦσε μέσα στήν ἄκτιστη Ἐκκλησία, στό ἄχρονο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, γιατί ἦταν μία συνεχής θυσία ἀγάπης γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον, μία συνεχής Θεία Λειτουργία. Ζοῦσε τήν Πεντηκοστή, ὡς ἕνας ἀπό τούς παρόντες. «Πήγαινε στό γεγονός, τό ζοῦσε, τό αἰσθανόταν, ἔκλαιγε»[26] καί εἶχε τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία...»[27]. Ὁ Γέροντας Πορφύριος, ὅπως καί κάθε ἀληθινός χριστιανός, ζοῦσε μία διαρκῆ Πεντηκοστή[28]. Βίωνε ἕνα συνεχές θαῦμα, μία ἔνθεη τρέλλα[29], ἕνα ἀδιάκοπο, ἀνακουφιστικό, χαροποιό  καί συνάμα λυτρωτικό κλάμα-πένθος. Ἑνωνόταν μυστικά, μέ ὅλους τούς  ἁγίους, ὅλων τῶν αἰώνων. Ζοῦσε τά βιώματα, πού ἔζησαν διαχρονικά οἱ ἅγιοι, καί συνεχίζουν νά ζοῦν, μέσα στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ζοῦσε τό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι «ἡ τῶν πάντων ἑνότης»[30] καί κοινότης, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Ὁ πρῶτος λόγος, πού μέ ὤθησε στό νά ἀσχοληθῶ μέ τήν παροῦσα ἐργασία, εἶναι πνευματικός. Μελετώντας τή ζωή καί τά λόγια τοῦ π. Πορφυρίου, ἔνιωσα ἕναν θαυμασμό, μία πνευματική δροσιά, καί μία ἀνακουφιστική λυτρωτική δύναμη νά ξεπηδᾶ ἀπό αὐτά. Τά αἰσθάνθηκα σάν λόγια πλήρη Πνεύματος Ἁγίου. Ὅταν μοῦ ἀνατέθηκε ἡ παροῦσα ἐργασία, ἀπό τόν σεβαστό Καθηγητή κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη, χάρηκα διότι θά εἶχα ἕνα ἐπί πλέον λόγο, γιά νά ἐμβαθύνω στήν ζωή καί τά θεόπνευστα αὐτά λόγια τοῦ πολυχαρισματούχου Γέροντα. Ἡ ἀναιμική μου πίστη καί ἡ μικρή μου ἀγάπη γιά τόν Κύριο ἀντιλήφθηκα ὅτι τονώνεται καί αὐξάνει παίρνοντας ζωογόνους χυμούς ἀπό τήν δική του. Ἰδιαίτερα ἐντυπωσιάσθηκα ἀπό τούς λόγους του περί Ἐκκλησίας. Ἡ ἁπλότητα ἀλλά καί τό θεολογικό βάθος μέ τό ὁποῖο διατύπωνε ὅ,τι ἡ ἁγία μας Παράδοση διαχρονικά διαφυλάττει, εἶναι κάτι πού μέ ἄφησε ἔκθαμβο.
Ὁ δεύτερος λόγος τῆς ἐκπόνησης αὐτῆς τῆς μελέτης εἶναι ἐκκλησιολογικός. Ἰδιαίτερα στίς μέρες μας, ἡμέρες τῶν διαχριστιανικῶν καί διαθρησκειακῶν διαλόγων, ἡ ἐνασχόληση μέ τήν ὈρθόδοξηἘκκλησιολογία, διαισθάνομαι ὅτι εἶναι κάτι ἀπαραίτητο καί οὐσιαστικό. Ἡ σύγχυση πάντα καιροφυλακτεῖ... Πολλά πλανεμένα τείνουν νά «εἰσαχθοῦν» στήν διδασκαλία περί Ἐκκλησίας καί ὡς ἐκ τούτου νά τήν καταστήσουν ἀνορθόδοξη καί ἀντι-οἰκουμενική. Μέ χαρά καί πολύ ἐνδιαφέρον μελέτησα, τό πῶς θεολογοῦσε γιά τήν Ἐκκλησία, ἕνας σύγχρονος χαρισματοῦχος Γέροντας, ἕνας θεωμένος ἄνθρωπος, ὁ π. Πορφύριος.
Ὁ τρίτος καί τελευταῖος λόγος, πού μέ ὤθησε σ’ αὐτήν τήν μελέτη εἶναι ἡ ποιμαντική μου διακονία. Ἡ φτωχή ποιμαντική μου διακονία, ἔνιωθα νά παίρνει ζωή καί φῶς, ἀπό τίς φωτισμένες του συμβουλές. Πάρα πολλά θέματα, θεραπευτικῆς τῶν ψυχῶν, ἀγκαλιάζει καί ἐπιλύει μέ τήν Θεία φώτιση, ὁ Γέροντας. Τά λόγια του εἶναι θεραπευτικά ὅπλα, γιά ὅποιον θέλει νά θεραπευθεῖ, ἀλλά καί νά βοηθήσει στήν θεραπεία τῶν ἄλλων. Εὐγνωμονῶ τόν Θεό, πού μᾶς χάρισε τόν φωτισμένο αὐτόν ἄνθρωπο, γιά νά μᾶς διδάξει μέ τά λόγια του καί τήν ζωή του τό ἰσχυρότερο πνευματικό θεραπευτικό μέσο: τόν Θεῖο Ἔρωτα, τήν ἀγάπη γιά τόν Χριστό καί τήν ἁγία Του Ἐκκλησία.
Ἡ πτωχή καί ὁπωσδήποτε ἐλλειπής αὐτή μελέτη, χωρίζεται σέ τέσσερα μέρη: α)Ὀντολογία τῆς Ἐκκλησίας, β)Λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας, γ)Ἡ Ἐκκλησία καί ὁ ἄνθρωπος καί δ)Τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Στό α΄ μέρος προσεγγίζεται ἡ ὀντολογία τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τά θεόπνευστα λόγια τοῦ π. Πορφυρίου. Δίδεται, ὅσο εἶναι δυνατόν ἡ ταυτότητα - ὁρισμός καί παρουσιάζεται ἡ προέλευση τῆς Ἐκκλησίας. Τονίζεται ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὅτι πηγάζει ἀπό τόν Τριαδικό Θεό. Στή συνέχεια παρουσιάζονται οἱ ἰδιότητες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τό ὅτι εἶναι ἄκτιστη, αἰώνια, ἁγία, καθολική κ.λ.π. Προχωρώντας, περιγράφονται τά συστατικά στοιχεῖα Της: ὁ Πανάγιος Τριαδικός Θεός καί μαζί Του ὅλοι οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν «ἐν Χριστῷ». Στήν συνέχεια παρουσιάζονται οἱ διάφορες φάσεις - ἱστορικοί σταθμοί, ἀπό τούς ὁποίους πέρασε ἡ Ἐκκλησία. Σύμφωνα μέ τόν π. Πορφύριο πρώτη Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα. Σ’ αὐτήν ἐνταχθήκαμε καί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι καθώς καί οἱ ἄγγελοι. Ἡ ἁμαρτία μᾶς χώρισε ἀπό αὐτήν. Ξαναενταχθήκαμε μέ τήν Ἐνανθρώπιση καί τό ὅλο ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Θεανθρώπου. Ἡ Πεντηκοστή εἶναι ἡ ἡμέρα κατά τήν ὁποία χορηγήθηκε ἡ Θεία Χάρη, τό Ἅγιο Πνεῦμα στούς πιστούς. Ἀπό τότε, ὅποιος θέλει, μπορεῖ διά τῆς προσωπικῆς του Πεντηκοστῆς (πού εἶναι τό μυστήριο τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος), νά ἐντάσσεται στήν Ἐκκλησία. Ἡ διατήρησή του «ἐν τῇ Ἐκκλησία» προϋποθέτει τήν ἀσκητική καί τήν μυστηριακή ζωή, ἡ ὁποία τελικά τόν καθιστά «τέκνον Θεοῦ».
Στό β΄ μέρος σκιαγραφεῖται ἡ λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας. Περιγράφεται ἡ ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία καί τά κύρια χαρακτηριστικά της, σύμφωνα μέ τούς λόγους καί τά βιώματα τοῦ Γέροντος. Ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία, εἶναι ζωή ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ζωή ἐν Χριστῷ, ζωή τελικά ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι. Εἶναι ζωή ἀγαλλιάσεως, ζωή καινή, ζωή χαρισματική. Ἡ ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία, εἶναι ζωή, πού θεραπεύει τόν ἄνθρωπο καί τόν ἀπαλλάσσει ἀπό κάθε ψυχολογικό - πνευματικό νόσημα. Περιγράφονται τά θεραπευτικά μέσα, πού χρησιμοποιοῦσε ὁ Γέροντας καί οἱ θεραπευτικές τακτικές-μέθοδοι πού συνιστοῦσε. Ὁ π. Πορφύριος τόνιζε, πάνω ἀπό ὅλα, τή σημασία, πού ἔχει γιά τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς, ὁ Θεῖος Ἔρωτας. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι, σύμφωνα μέ τόν Γέροντα, πανάκεια, δηλ. θεραπευτικό φάρμακο, γιά ὅλα τά πνευματικά νοσήματα. Ἐπίσης, συνιστοῦσε πολύ, σάν θεραπευτικά μέσα: τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον, τήν ταπείνωση (ἰδιαίτερα ἀπαραίτητη γιά τήν ὑπερνίκηση τῆς σύγχρονης νόσου-μάστιγας, πού εἶναι ἡ κατάθλιψη καί τά «λεγόμενα» ψυχολογικά[31]), τήν ἁπλότητα καί ἁπαλότητα στόν πνευματικό ἀγώνα, τήν ἀνιδιοτέλεια, τήν προσευχή, τήν ἄσκηση, τήν πνευματική μελέτη, τήν ψαλμωδία. Στό τέλος τοῦ β΄ μέρους, περιγράφονται τά χαρακτηριστικά τοῦ θεραπευμένου ἀνθρώπου. Σύμφωνα μέ τόν Γέροντα, θεραπευμένος ἀπό τήν Ἐκκλησία ἄνθρωπος, εἶναι αὐτός, πού ἔχει φανερό, τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δηλαδή ἔχει ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, κ.λ.π. Ὁ Γέροντας μέ τά λόγια του καί τήν ζωή του, μᾶς ἔδειξε, τί σημαίνει «ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ», «ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας», ἀνθρωπος ὑγιής ψυχικά, πνευματικά ἀλλά καί σωματικά.
Στό γ΄ μέρος διατυπώνεται, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τοῦ Γέροντα, ἡ σχέση, πού μπορεῖ καί πρέπει νά ὑπάρχει, μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Γέροντας τόνιζε, ὅτι πρέπει νά ἀγαποῦμε τήν Ἐκκλησία καί νά σεβόμαστε τούς θεσμικούς ἐκπροσώπους της. Παρουσιάζονται οἱ προϋποθέσεις ἔνταξης καί παραμονῆς στήν Ἐκκλησία, καθώς καί τό πῶς κανείς ἀποχωρίζεται ἀπό αὐτήν. Περιγράφεται ἡ ζωή ἐκτός Αὐτῆς, σύμφωνα μέ τούς λόγους τοῦ π. Πορφυρίου, καί τέλος πῶς ὁ ἐξαπατημένος, ἀπό τόν πονηρό, ἤ ἀπό τόν κόσμο, ἤ ἀπό τά πάθη του ἄνθρωπος, ἐπανεντάσσεται σ’ αὐτήν.
Στό δ΄ μέρος, πού ἀποτελεῖ καί τό συμπέρασμα τῆς ἐργασίας αὐτῆς, ἀποπειρώμεθα, σύμφωνα πάντα μέ τά λόγια τοῦ Γέροντα, νά περιγράψουμε τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καί τόν τρόπο βίωσής του. Ἡ τῶν  πάντων ἑνότης καί κοινότης, εἶναι, σύμφωνα μέ τό Γέροντα, τό ὑπέρτατο μυστήριο καί ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας. Τό βιώνουμε, μέ τόν πρός τόν Θεό Θεῖο Ἔρωτα καί τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Αὐτά ὅμως κατορθώνονται μόνο, ὅταν ἐκκλησιαστικοποιηθοῦμε. Δηλαδή μόνο, ὅταν πιστεύουμε καί ζοῦμε  ὀρθόδοξα, σύμφωνα μέ τίς προδιαγραφές τῆς Ὀρθοδόξου Ἱερᾶς Παράδοσής μας. Κατορθώνονται μόνο, ὅταν ζοῦμε «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι», ἐντός τῆς Μίας, Ἁγίας, Ὀρθόδοξης, καί Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἤ ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας, μόνο, ὅταν ἀπό  τώρα μποῦμε, στήν «ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία».
Ὅσον ἀφορᾶ στήν μεθοδολογία τῆς παρούσης ἐργασίας προσπαθήσαμε νά στηριχθοῦμε σέ ὅσο τό δυνατό πιό ἀξιόπιστες γιά τόν Γέροντα πηγές. Ὡς πλέον ἀξιόπιστες πηγές θεωροῦμε:
Α)Κατά πρῶτον λόγον τά ἔργα πού βασίζονται σέ  μαγνητοταινίες ἤ CDs μέ τήν φωνή τοῦ π. Πορφυρίου ὅπως τά : Πορφυρίου ἱερομονάχου, Συνομιλία γιά τήν κατάθλιψη, (Ἐκδ. Ἡ Μεταφόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι, ἐμπεριεχόμενο φυλλάδιο) καί Πορφυρίου ἱερομονάχου, Τό πνεῦμα τό ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές(ἔκδ. Ἱεροῦ Γυναικείου Ἡσυχαστηρίου «Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος», Κ.Π. 3).
Β) Κατά δεύτερον λόγο ἔργα πού βασίζονται σέ ἀπομαγνητοφωνήσεις λόγων τοῦ Γέροντος ὅπως τό: Πορφυρίου ἱερομονάχου, Βίος καί Λόγοι (Ἔκδοσις Ζ΄, Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Χανιά  2006).
Γ)Κατά τρίτον λόγο ἔργα-μαρτυρίες τῶν πολλῶν πνευματικῶν παιδιῶν τοῦ Γέροντα, ὅπως τό Ἀναργύρου Καλλιάτσου,  Ὁ πατήρ Πορφύριος. Ὁ διορατικός, ὁ προορατικός, ὁ ἰαματικός (Ἐκδόσεις Ἑπτάλοφος 1996).
 Ἀποπειραθήκαμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά ἐμβαθύνουμε στό πνεῦμα τοῦ Γέροντα καί νά συλλέξουμε ἀπό τίς πολλές μαρτυρίες ἐκεῖνα πού συνάδουν μέ αὐτό.
Ἡ εὐχή-προσευχή τοῦ Γέροντα ἦταν: «νά γίνουμε ὅλοι ἕνα» διά τοῦ ἀληθινοῦ ἐκκλησιασμοῦ μας. Αὐτό μπορεῖ καί πρέπει νά εἶναι τό κέντρο καί ὁ στόχος τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνος. Ἀμήν! Γένοιτο γιά ὅλους μας, μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, πάντων τῶν ἁγίων καί τοῦ ὁσιωτάτου πατρός ἡμῶν Πορφυρίου.

                                                               

[1]  Δημ. Τσελεγγίδη, Καθ. Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ., Εἶναι οἱ Ἑτερόδοξοι μέλη τῆς Ἐκκλησίας;: "Ἐν Συνειδήσει", Ἔκτακτη ἔκδοση τῆς Ἱ. Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου - Ἰούνιος 2009, σελ. 78. Ἀναδημοσίευση ἀπό: http://thriskeftika.blogspot.com/2009/06/blog-post_22.html ὅπου σημειώνεται: «Ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά διαιρεθεῖ, νά κομματιαστεῖ, ἐπειδή αὐτή εἶναι το μυστηριακό σῶμα τοῦ Χριστοῦ». Βλ. καί Ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος, Δ΄ ἔκδοση, Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1981 (Στό ἑξῆς Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος), σελ. 183.
[2]  Βλ. Α΄ Κορ. Κεφ. 12.
[3]  Βλ. Γ. Φλωρόφσκυ, Ἐκκλησία: τό Σῶμα τοῦ ζῶντος Χριστοῦ, Εἰσαγωγή. Στό: http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/florofsky_ekklisia1.html.
[4]  Δ. Τσελεγγίδη, Τμῆμα Θεολογίας Α.Π.Θ.,  Ἡ εἰκόνα ὡς ἔκφραση τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου σημειώνεται: «Τό περιεχόμενο τῆς πίστεως ἀποτελεῖ παράλληλα καί περιεχόμενο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Καί ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας φανερώνεται μέσα ἀπό τήν ζωή τῶν μελῶν της». http://www.impantokratoros.gr/B524F072.el.aspx. Πρβλ. καί τήν στενότατη σύνδεση τῆς Ἐκκλησίας μέ τό μυστήριο τῆς Ἐνσαρκώσεως στό: Γιέβτιτς Ἀθανασίου ἱερομονάχου καί νῦν Ἐπισκόπου πρώην Ἐρζεγοβίνης, Ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, (στό ἑξῆς: Ἐκκλησιολογία Ἀποστόλου Παύλου)Ἐκδόσεις Γρηγόρη, Ἀθήνα 1984, σελ. 93-94. Τό μυστήριο τῆς Ἐνσαρκώσεως, ὅπως καί ἡ Ἐκκλησία «οὐ φέρει ἔρευναν» ἀλλά βιώνεται ἀπό αὐτούς πού «ἐν πίστει τό προσκυνοῦν».
[5]    Γιά τήν σύνταξη τοῦ σημειώματος βασιστήκαμε κυρίως στό βιβλίο: Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί λόγοι, Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Ζ΄ ἔκδοση, Χανιά 2006 (Στο ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ζ΄).
[6] Ἰω. 17, 11:«Πάτερ ἅγιε͵ τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι͵ ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς».
[7]  «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι αὐτή μόνη ἡ Μία, Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία», καθώς τοῦτο ἐδήλωσε στόν πάνσεπτο Ἱερό Ναό τοῦ Πρωτάτου καί ἡ Αὐτοῦ Θειοτάτη Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαίος τήν 21.8.2008, κατά τήν ἐπίσκεψή του στό Ἅγιον Ὄρος. Τοῦτο αὐτό πιστεύομε καί ἡμεῖς καί θά παραμείνουμε σταθεροί σέ ὅσα οἱ ἅγιοι πατέρες μας διεκήρυξαν».
Ἅπαντες οἱ ἐν τῇ κοινῇ Συνάξει Ἀντιπρόσωποι καί Προϊστάμενοι τῶν εἴκοσιν Ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄθω».

Τά ἀνωτέρω εἶναι τμῆμα ἀπό τήν Ἐπίσημη θέση γιά τή συνέλευση τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Διαλόγου τῶν Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν στήν Κύπρο (17-23 Ὀκτωβρίου 2009), πού πῆρε Ἱερά Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. (Πηγή: http://www.romfea.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=3199&Itemid=1)
[8]  Α΄ Τιμ. 3, 15.
[9]    Δ. Τσελεγγίδη, Εἶναι οἱ Ἑτερόδοξοι μέλη τῆς Ἐκκλησίας; ὅ.π. σελ. 78.
[10]  Βίος καί Λόγοι, Ζ΄, σελ. 206. 
[11] Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Τό πνεῦμα τό ὀρθόδοξον εἶναι τό ἀληθές, ἔκδ. Ἱεροῦ Γυναικείου Ἡσυχαστηρίου «Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος», Κ.Π. 3. Ἀπομαγνητοφωνημένη συνομιλία τοῦ γέροντος Πορφυρίου μέ φίλους τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν πού ἔγινε τό 1989.
[12] Βλ. π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Τό Σῶμα τοῦ ζῶντος Χριστοῦ, ἐκδ. Ἀρμός, Εἰσαγωγή.
[13] Πρβλ.  Α΄ Κορ. 12, 27: «μες δέ στε σῶμα Χριστο κα μέλη κ μέρους».
[14] Πρβλ.  Ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, σελ. 93.
[15] Πρβλ. Ρωμ. 11, 19.
[16]  Πρβλ. Δ. Τσελεγγίδη, Δόγμα καί Ἦθος (ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία) στό: Ἱερομ. Σάββα Ἁγιορείτου, Ἡ Θεραπεία τῆς ψυχῆς κατά τόν Γέροντα Πορφύριο, Ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη 2009 σελ. 16-18 καθώς καί Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Δόγμα καί Ἦθος στόν ἱστότοπο: http://www.parembasis.gr/2009/09_05_18.htm
[17] Δ. Τσελεγγίδη, Εἶναι οἱ ἑτερόδοξοι μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἔ.ἀ. σελ. 79.
[18] Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Λόγος Ἀντιρρητικός Α΄ 10, 56. ΕΠΕ 5, 136. Ε.Χ.(Ἐκδόσεις Π. Χρήστου) 3, 78.
[19] Ἁγ.᾿Ιω. Χρυσοστόμου, Εἰς ᾿Ιωάννην 66, 3· PG 59, 369· ΕΠΕ 14, 282.
[20] Πρβλ. στό π. Γ. Μεταλληνοῦ, Ἐνορία: Ὁ Χριστός ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, ἔκδ. Α΄ 1990, (στό ἑξῆς Ἐνορία)σελ. 50 ὅπου αἰτιολογεῖται ἡ δημιουργία τοῦ αἱρετικοῦ δόγματος τοῦ Filioque καί ἀποδίδεται στό ἀλλοτριωμένο ἦθος τῶν χριστιανῶν τῆς Δύσεως.
[21] Ἁγ. ᾿Ιω. Χρυσοστόμου, Εἰς Α´ Κορινθίους 40, 3· PG 61, 351· ΕΠΕ 18Α, 658.
[22] Τοῦ αὐτοῦ, Εἰς Α´ Κορινθίους 8, 2· PG 61, 70· ΕΠΕ 18, 222.
[23] Ὅ. π.
[24] Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος, σελ. 189.
[25]  Σεβ. Μητρ. Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου, Ὁ Γέροντας Πορφύριος καί ἡ σχέση του μέ τήν Κρήτη στό: Πρακτικά Διορθόδοξου Μοναστικοῦ Συνεδρίου: Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Χανιά 2008.
[26] Βίος καί Λόγοι, Ζ΄, σελ. 205.
[27] Γαλ. 5, 22.
[28]  Πρβλ. Βίος καί Λόγοι, Ζ΄,σελ. 203-204.
[29] Βίος καί Λόγοι, Ζ΄, σελ. 205.
[30] Πρβλ. Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Θεία Λειτουργία, Εἰρηνικά : «Ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως».
[31] Κατά τήν ἔκφραση τοῦ Γέροντα. Βλέπε παρακάτω στήν ὑποσημείωση 525.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου