Ἡ ἀργία, ἡ τεμπελιά εἶναι ἀταξία.
Ὅλοι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καταδικάζουν τούς τοιούτους. Γράφεται στίς Ἀποστολικές Διαταγές: «Δέν θά εἶσαι σάν πετούμενος (νά πετᾶς ἐδῶ κι ἐκεῖ), οὔτε θά περπατᾶς χωρίς λόγο στούς δρόμους παρατηρώντας, ἐνῶ δέν πρέπει, αὐτούς πού ζοῦν κακῶς· ἀντίθετα προσέχοντας στήν τέχνη καί τό ἔργο σου, νά ἀναζητᾶς αὐτά, πού θέλει ὁ Θεός. Ἀφοῦ ὑπενθυμίζεις στόν ἑαυτό σου τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, αὐτά συνεχῶς νά μελετᾶς. Διότι λέγει ἡ Γραφή: Τόν νόμο Του θά μελετήσεις ἡμέρα καί νύκτα· κι ὅταν περπατᾶς στόν ἀγρό, κι ὅταν κάθεσαι στό σπίτι, κι ὅταν κοιμᾶσαι , κι ὅταν σηκώνεσαι, γιά νά κατανοεῖς τά πάντα»[1].
Ὁ Θεός θέλει ὁ ἄνθρωπος νά ἐργάζεται. Ἐξ ἀρχῆς ἐτοποθέτησε τόν ἄνθρωπο στόν Παράδεισο γιά νά ἐργάζεται αὐτόν καί νά τόν φυλάττῃ[2].
Ἑρμηνεύοντας αὐτό τό ρητό ὁ Μ. Βασίλειος λέγει: «Ἀφοῦ ἔφτιαξε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, δέν ἤθελε αὐτόν νά εἶναι ἀργός καί ἀκίνητος, ἀλλά νά εἶναι δραστήριος σ’ αὐτά, πού εἶναι καθήκοντα».
Τό παρακινεῖ ὁ Πλάστης τό πλάσμα Του σέ ζῆλο καί σπουδή. Μετά τήν πτώση, πάλι, ὁ Θεός παραγγέλλει τήν ἐργασία λέγοντας: «ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τόν ἄρτον σου». Καί βέβαια αὐτά, πού εἶπε ὁ Θεός στόν Ἀδάμ, ἰσχύουν καί γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, τούς ἀπογόνους τοῦ πρώτου Ἀδάμ.
Δίδαγμα: Εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ ἡ ἐργασία καί ἐκπλήρωση τοῦ προορισμοῦ του. Ὁ Χριστός μας συνεχῶς ἐργαζόταν χειρωνακτικά καί κοπιαστικά .Ὁ Θεός ἐπίσης ἐργάζεται συνεχῶς τή σωτηρία μας. «Ὁ πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται͵ κἀγὼ ἐργάζομαι»[3] μᾶς ἀποκάλυψε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος. Ἑπομένως ἡ ἐργασία εἶναι μίμησις Χριστοῦ καί πραγμάτωση τοῦ «καθ’ ὁμοίωσιν».
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος παρατηρεῖ:«Γιατί δέν ἐργάζεσαι; Ὁ Θεός σοῦ ἔδωκε τά χέρια, ὄχι γιά νά παίρνεις τά πράγματα τῶν ἄλλων, ἀλλά γιά νά δίνεις στούς ἄλλους»[4].
Ὁ Θεός ἔπλασε τά χέρια, τά πόδια καί τά ἄλλα μέλη τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, ὄχι γιά νά τά ἔχει ἀργά, ἀλλά γιά νά ἐργάζεται μέ αὐτά. Ὥστε ἐκεῖνος πού δέν ἐργάζεται, εἶναι παραβάτης αὐτῆς τῆς τάξεως τήν ὁποίαν ἔχει ὁρίσει ὁ Θεός.
Ὁ Κορέσιος[5] λέγει ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐμεταχειρίζετο τήν τέχνην γιά νά δείξει τρόπο καί μέθοδο μέ τήν ὁποία οἱ Χριστιανοί θά γλυτώνουν τήν ἁμαρτία. Ἐπίσης ὁ Κλήμης[6] καί ὁ Εὐσέβιος[7], καί ὁ Ἡγήσιππος[8] καί ὁ Ἐπιφάνιος[9] συμφώνως λέγουν ὅτι ἡ ἐργασία τῶν χειρῶν καί ὁ κόπος ἐμποδίζουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία.
Ἐπίσης ὁ Κάτων μητέρα τῶν κακῶν ὀνόμασε τήν ἀργία. Ὁ Σενέκας ἐγνωμάτευσε ὅτι ἡ ἀργία εἶναι τάφος τοῦ ζωντανοῦ ἀνθρώπου. Ἐπειδή ὁ Θεός δέν μᾶς ἔδωσε μάταια τά χέρια καί τά πόδια.
Γιαυτό καί ὁ Σολομών ἐπαινώντας τήν ἀνδρεία καί δουλεύτρια γυναῖκα λέγει ὅτι: «Ἐγεύσατο ὅτι καλόν ἐστι τό ἐργάζεσθαι, καί οὐκ ἀποσβέννυται ὁ λύχνος αὐτῆς ὅλην τήν νύκτα»[10] μέ τά ὁποῖα λόγια φανερώνει ὅτι αὐτή ἐργαζόταν ἡμέρα καί νύκτα.
Ὁ Μ. Ἀντώνιος ἐπίσης ἄκουσε ἀπό τόν Θεό αὐτά τά λόγια: «Ἀντώνιε, θέλεις ν΄ ἀρέσεις στόν Θεό; Προσεύχου· ὅταν δέ δέν μπορεῖς νά προσευχηθεῖς, κοπίαζε μέ τά χέρια σου»[11].
Δίδαγμα:Ἀληθινά πηγή καί αἰτία τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ ἀπραξία καί ἡ ἀργία τῶν χειρῶν. Ἡ ἐργασία εἶναι φάρμακο κατά τῶν παθῶν καί μάλιστα κατά τῆς ἀκηδίας (σύγχρονη ἔκφραση γιά τό πάθος αὐτό εἶναι ἡ λέξη κατάθλιψη).
Οἱ καταθλιπτικοί θά πρέπει νά ξεκινήσουν τήν θεραπεία μέ τό νά ἀσχοληθοῦν μέ κάτι, πού τούς ἀρέσει. Σιγά-σιγά διά τῆς ἐργασιοθεραπείας αὐτῆς, πού εἶναι ἀγάπη «βγαίνουν ἀπό τήν κατάθλιψη». Ἡ ὁλοκλήρωση τῆς θεραπείας τους πραγματώνεται ὅταν ἀγαπήσουν συνειδητά τόν Θεό.
Οἱ ἄνθρωποι σήμερα ἐργάζονται ὅλο καί λιγώτερο γιαυτό καί παθαίνουν ὅλο καί περισσότερο κατάθλιψη. Ἡ θεραπεία τῆς κατάθλιψης εἶναι ὁ Θεῖος Ἔρωτας. Ἡ πρώτη βαθμίδα τοῦ Θεῖου Ἔρωτα εἶναι ἡ ἐργασία (=προσφορά ἀγάπης στόν πλησίον) πού εἶναι καί τήρηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ· εἶναι δηλ.ἡ ἐργασία γιά χάριν τῶν ἄλλων καί δεῖγμα ἀγάπης στόν Θεό.
Ὅποιος ἐργάζεται ,τηρεῖ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, βγαίνει ἀπό τόν ἑαυτό του (ὅταν βεβαίως ἐργάζεται καί δέν «δουλεύει» στήν φιλαυτία καί τό ἐγώ του) καί ἀγαπάει. Γιαυτό καί θεραπεύεται ἀπό τήν κατάθλιψη, πού εἶναι ἕνας μεγάλος ἐγωισμός, δηλ. τό ἀντίθετο τῆς ἀγάπης (ἡ ὁποία ἀγάπη εἶναι ἔξοδος ἀπό τό ἐγώ).
Τῼ ΔΕ ΘΕῼ ΔΟΞΑ ΠΑΝΤΟΤΕ ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ!
[1] Ἀποστολικαί Διαταγαί, Βιβλ. Α΄, Κεφ. δ΄ : «Οὐκ ἔσῃ ὡς πετόμενος,, καί ἐμπεριπατῶν ἀλόγως ἐν ταῖς ρύμαις, ἀκαιροεπόπτης τῶν κακῶς ζώντων· ἀλλά τῇ τέχνῃ σου, καί τῷ ἔργῳ σου προσέχων, τά τῷ Θεῷ φίλα ἀναζήτει, καί τά τοῦ Χριστοῦ λόγια ἀναμιμνησκόμενος, διηνεκῶς μελέτα· λέγει γάρ ἡ Γραφή, ὅτι ἐν τῷ νόμῳ αὐτοῦ μελετήσεις ἡμέρας καί νυκτός· περιπατῶν ἐν ἀγρῷ, καί ἐν οἴκῳ καθήμενος, καί κοιταζόμενος, καί διανιστάμενος, ἵνα συνιῇς ἐν πᾶσιν».
[2] Γεν. β΄, 15.: «Ἔλαβε Κύριος ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, ὅν ἔπλασε, καί ἔθετο αὐτόν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτόν καί φυλάττειν»
[3] Ἰω. 5, 17.
[4] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος Ε΄ στήν Β΄ Πρός Θεσσαλονικεῖς.
[5] Γεώργιος Κορέσσιος 1570 ci.-1659/60: Λόγιος θεολόγος, φιλόσοφος καί ἰατρός ἀπό τούς σπουδαιότερους συγγραφεῖς τοῦ 17ου αἰ.
[6]Βιβλ. Α΄ τῶν καταστάσεων
[7]Βιβλ. Ε΄ τῆς Ἱστορίας, Κεφ. ιε΄.
[8] Κεφ. ιε΄.
[9] Αἱρεσ. Π΄.
[10] Παρ. λα΄, 18.
[11] «Ἀντώνιε θέλεις ἀρέσαι Θεῷ; Προσεύχου· ὅταν δέ μή δύνασαι προσεύχεσθαι, χερσί πόνει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου