Καλέ μου Ἅγιε Βασίλη,
Μὴ σὲ παραπλανᾶ ἡ ἡλικία μου: στὴν πραγματικότητα παραμένω τὸ ἴδιο παιδὶ πού σοῦ ἔστελνε τὰ ἀνορθόγραφα γράμματα γιὰ νὰ ζητήσει κάποιο παιχνίδι ἀπὸ τὸ μαγικό σου ἐργαστῆρι καὶ νὰ φιξάρει τὸ ραντεβοῦ μαζί σου κάθε Πρωτοχρονιά.
Εἶμαι τὸ ἴδιο παιδὶ ποὺ πίστευε ὅτι ὑπάρχεις ὅ,τι κι ἂν ἔλεγαν οἱ «ψιλιασμένοι» συμμαθητές της: Στὸν δικό μου κόσμο ὑπάρχεις, ὅσο ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ ἔχουν τὴν ἀνάγκη τῆς ἀληθινῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης.
Ὑπάρχεις κι ἂς προσπαθοῦν οἱ μεγάλοι νὰ σὲ ἀπομυθοποιήσουν στὰ μάτια τῶν παιδιῶν. Πιστεύω μάλιστα ὅτι ὅλη αὐτὴ ἡ κρίση «ἀλήθειας» δὲν εἶναι παρὰ μιά βουτιὰ στὴν ἀπανθρωπιὰ καὶ στὸ ψέμα τοῦ ἐδῶ καὶ τοῦ τώρα: Πράγματι, δὲν ὑπάρχεις γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ζεῖ χωρὶς ἀγαπητική διάθεση πρός τόν Θεό καί τόν ἀδελφό, ποὺ διακρίνει τὴν προσφορὰ μόνο σ’ ἕνα καλοτυλιγμένο μεγάλο κουτὶ μὲ κόκκινους φιόγκους καὶ ποὺ δὲν ἔχει διάθεση νὰ δώσει παρὰ μόνο ἐκεῖ ὅπου φτάνει τὸ χρέος ἢ – χειρότερα- τὸ συμφέρον του.
Δὲν ὑπάρχεις γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ δέν πιστεύει στό Θεό ὅτι ἔγινε Θεάνθρωπος, ποὺ δὲν ἔχει τό ὅραμα τῆς Βασιλείας Του, ποὺ ταΐζει τὸ σῶμα του μὰ ἀφήνει τὴν ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα του νηστικά καὶ κακοποιημένα. Δεν ὑπάρχεις γιὰ τὸν κακομοίρη μεμψίμοιρο ἀπαισιόδοξο καὶ γκρινιάρη ἄνθρωπο τοῦ 21ου αἰώνα, γιὰ ἐκεῖνον ποὺ δὲν θέλει νὰ δώσει στὸ συνάνθρωπό του, ὄχι ἕνα ποτήρι νερό, μὰ οὔτε ἕνα χαμόγελο καλημέρας.
Νομίζω ὅτι καταλαβαίνεις καλύτερα ἀπὸ μένα τὸ λόγο γιὰ τὸν ὁποῖον διαψεύδεται ἡ ὕπαρξή σου στὶς μέρες μας: Ἕνας ἅγιος ποὺ δίνει, ἕνας ἅγιος ποὺ δὲν κρατᾶ γιὰ τὸν ἑαυτὸ του τίποτα, ποὺ μοιράστηκε τὴν περιουσία του μὲ τοὺς συνανθρώπους του καὶ ποὺ ἀφιερώνει τὴ νύχτα τῆς πρωτοχρονιᾶς στὸ ρεβεγιὸν τῆς καθαρῆς καρδιᾶς καὶ τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, εἶναι ἐπικίνδυνο σύμβολο σ’ ἕναν κόσμο ἁρπακτικῶν.
-Ἐὰν πασχίζω ὅλο τὸ χρόνο νὰ ἐξαπατήσω τὸ διπλανό μου γιὰ νὰ πάρω τὴ θέση του στὸ ταμεῖο, στὸ πάρκιν ἀκόμα καὶ στὴν ἐκκλησία (!) σὲ ποιὸν ἅγιο Βασίλη πιστεύω;
-Ἂν ἔχω διαρκῶς παράπονα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, γιατί δὲ μ’ ἀγαποῦν, γιατί εἶναι ἀμαθεῖς, ἀστοιχείωτοι, μπανάλ, ἀνόητοι καὶ βαρετοί, ἂν τοὺς πλησιάζω μόνο ὅταν θέλω νὰ ζητήσω κάτι καὶ τσαντίζομαι καὶ βρίζω ὅταν δὲ μοῦ δίνουν ὅσα τοὺς ζητήσω, γιὰ ποιὸν Ἅγιο Βασίλη θὰ μιλήσω στή φίλη μου, στό παιδί μου ἤ στό ἐγγόνι μου; Προφανῶς γιὰ ἕναν Ἅγιο Βασίλη ποὺ δὲν ὑπάρχει, γιατί στ’ ἀλήθεια δὲν ὑπάρχει τέτοιος Ἅγιος – προστάτης τῆς ἁρπαγῆς καὶ τῆς κερδοσκοπίας , τῆς γκρίνιας, καὶ τῆς ἀλαζονικῆς κακομοιριᾶς.
Δὲν ξέρω καλέ μου Ἅγιε Βασίλη ἂν ὑπάρχει ἄλλος Ἅγιος τόσο ταπεινωμένος, ὅσο ἐσύ, θυσιασμένος στὸ βωμὸ τῆς Λουκούλιας ὑπερκατανάλωσης.
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀγάπησε τὴ μόρφωση μὲ ὅλο του τὸ εἶναι, δὲ μοιράζεις πιὰ βιβλία, οὔτε γνώση στὰ μπουχτισμένα ἀπὸ παιχνίδια παιδιὰ , γιατί «τὸ βιβλίο εἶναι φτηνὸ καὶ βαρετὸ πρωτοχρονιάτικο δῶρο». (Γουρλώνουν τὰ ματάκια τους ἀπὸ ἔκπληξη καὶ δυσπιστία τὰ παιδιὰ ὅταν ἀκοῦνε ὅτι εἶσαι ἐσὺ ὁ ἴδιος Μέγας Βασίλειος, ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς Ἱεράρχες).
Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐγκράτειας καὶ τῆς προσφορᾶς ἐμφανίζεσαι πιὰ σὰν εὐτραφὲς θύμα τῶν γήινων ἐδεσμάτων, βουτηγμένος στὴ χοληστερίνη· γίνεσαι cartoon, πίνεις συγκεκριμένα ἀναψυκτικὰ καὶ κρεμιέσαι ἀπὸ τὰ μπαλκόνια σὰν πρωτάρης διαρρήκτης .
Θὰ ἤθελα νὰ ζητήσω συγγνώμη γιὰ τὸν ἄθλιο τρόπο μέ τόν ὁποῖο σέ παρουσιάζουμε, ἀλλὰ τώρα ποὺ τὸ ξανασκέφτομαι, ἐσύ δέν βλάπτεσαι σέ τίποτε, ἐμεῖς φορτονώμαστε μία ἀκόμη ἁμαρτία.Δανειστήκαμε τό ἅγιο ὄνομά σου καί τό ἐπιγράψαμε στήν προσωποποίηση τοῦ πολυειδωλολατρικοῦ πολιτισμοῦ μας.
Αὐτὸς ὁ χοντρούλης τύπος μὲ τὴν κόκκινη πρησμένη μύτη, ποὺ ἐμφανίζεται κάθε Χριστούγεννα δὲν εἶσαι ἐσύ, ἀλλὰ ὅλοι ἐμεῖς. Τὶς κοιλιὲς μας ἁγιοποιήσαμε, τὰ πάθη μας ντύσαμε μὲ κόκκινη στολὴ κι ἀφήσαμε τὴν ἀμάθεια καὶ τὴ ρηχότητά μας νὰ ὁδηγεῖ τὸ ἕλκηθρο τῆς χωρίς ἁγνότητα ζωῆς μας.
Γι’ αὐτὸ δὲν θέλουμε νά ὑπάρχεις Ἅγιε Βασίλη μου, ἔτσι ὅπως ἤσουν καί εἶσαι στήν πραγματικότητα. Γι΄ αὐτὸ βιάζονται οἱ μεγάλοι νὰ σὲ βγάλουν ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὰ ὄνειρα τῶν παιδιῶν τους: γιατί ἂν σὲ γνώριζαν οἱ ἀθῶες παιδικὲς ψυχές, ἂν γνώριζαν τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν ὀμορφιά σου, τὴ μόρφωση καὶ τὴν καλοσύνη σου, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴ σταθερότητά σου, τήν ἁγιότητα καί τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη σου,θὰ ἔκριναν αὐστηρότερα τους γονεῖς, τοὺς παπποῦδες, τοὺς δασκάλους, τοὺς ἱερεῖς, τοὺς γείτονες, τὸν κόσμο τῶν ὑπερφίαλων ἐνηλίκων καὶ τὴν ὑποκρισία τους. Ἐπειδὴ λοιπὸν καλέ μου, μία τέτοια κριτικὴ θὰ ἦταν ἐπώδυνη γιὰ κάθε πληγωμένο ἐγωισμό, προτιμοῦμε νὰ διδάσκουμε τὰ παιδιά μας ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν ὑπάρχει κι ὅτι τὰ δῶρα τὰ φέρνουν οἱ γονεῖς, γιατί στὸ κάτω – κάτω δῶρο γιὰ τούς περισσότερους ( ἤ μήπως ...γιά ὅλους μας) εἶναι μόνο ὅ,τι ἔχει τιμή, ὅ,τι κοστίζει κάποια χρήματα γιά νά τό ἀποκτήσεις. Τὰ ἀνεκτίμητα οἱ φαῦλοι δὲν τὰ θεωροῦν δῶρα, ἀλλὰ σκουπίδια!
Γιὰ φέτος καλέ μου Ἅγιε Βασίλη, δὲ θὰ ζητήσω τὸ ἀκριβό, ἀλλὰ τὸ ἀνεκτίμητο , γιατί κουράστηκα νὰ εἶμαι φαύλη: Σοὺ ζητῶ λοιπὸν φέτος, νὰ πλησιάσεις στὸ κρεββατάκι κάθε νηπίου καὶ νὰ ψιθυρίσεις τὴν ἀλήθειά σου στὸ αὐτί του, πρὶν προλάβει ἡ ἐνήλικη φαυλότητα νὰ τὸ ἀγγίξει. Νά τοῦ ψιθυρίσεις ὅτι ἡ ἁγιότητα εἶναι τό ἀνεκτίμητο καί μπορεῖ νά τό φανερώσει, ἄν θέλει, ζώντας ὅπως ἐσύ μέσα στήν ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μέ συνέπεια. Ἂν τὸ παρὸν μοιάζει χαμένο, ψέλλισε τὰ ἀνεκτίμητα στὴν ἀθωότητα τοῦ μέλλοντος. Ἔτσι ἡ Ἁγιότητά σου θὰ γίνει λίγο καί δική μας. Ἡ νέα γενιά δέν θά πάει χαμένη, οὔτε καί οἱ ἑπόμενες…
Μὲ σεβασμὸ
Μάρω
ΠΗΓΗ: Κείμενο τῆς Μάρως Σιδέρη ἐλαφρῶς παραλλαγμένο. Βρίσκεται στό:http://www.agioros.com/forum/viewtopic.php?pid=1907
Print this post
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου