Ἀληθινή ἐλευθερία
Σέ μία ἐπίσκεψή μου στό κελλί του, μοῦ διηγήθηκε τό ἑξῆς χαριτωμένο καί συγκινητικό περιστατικό:
Μία ἡμέρα, ὅταν ἦταν νεώτερος, εἶχε πάει στό Κοιμητήριο τῆς Λαύρας[1] καί εἶχε ξαπλώσει μακαρίως, ἀτημέλητος ὡς συνήθως, ἀνάμεσα στά μνήματα. Μάλιστα ἀντί γιά ζωστικό φοροῦσε ἕνα παντελόνι.
Κατά συγκυρία, τον εἶδε ἕνας Γερμανός προσκυνητής καί τόν λυπήθηκε. Ἔβγαλε νά τοῦ δώσει ἕνα 500άρικο (500 δραχμές), τό ὁποῖο γιά ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν σοβαρό ποσό.
Ὁ Γερο-Εὐθύμιος τόν κοίταξε ἀπορημένος... Τά χρήματα τά κοιτοῦσε περιφρονητικά. Κουνώντας ἐρωτηματικά καί ἀπορριπτικά τά χέρια του, ἀρνήθηκε νά δεχθεῖ τήν προσφορά τοῦ Γερμανοῦ προσκυνητοῦ λέγοντας:
-«Τί νά τά κάνω;... Ἔχω ἀπ’ ὅλα,... Ὅ,τι θέλω τό παίρνω ἀπό τό μοναστήρι...Δέν μοῦ λείπει τίποτε...».
Ὁ |
γερο- Εὐθύμιος ἀκόμη καί ὅταν «βάρυνε», συνέχισε νά κοινωνᾶ κάθε Σάββατο. Τώρα ὅμως, πού ἦταν κατάκοιτος ἐρχόταν ὁ ἱερέας ἐκεῖ στό Νοσοκομεῖο καί τοῦ ἔδιδε τή Θεία Κοινωνία. Τόν ἑτοίμαζαν οἱ διακονητές. Τοῦ φοροῦσαν τό ζωστικό, τό μοναχικό σχῆμα, τό πολυσταύρι, τοῦ ἔρριχναν κι ἕνα ράσο καί ἦταν ἕτοιμος γιά νά κοινωνήσει.
Περίμενε ἀκίνητος τόν ἱερέα. Κοινωνοῦσε μέ πάρα πολύ λαχτάρα.
Γνώριζε ὅτι ἄσκηση χωρίς μυστηριακή ζωή δέν ἔχει ἀποτέλεσμα. Πρέπει ἡ Θεία Χάρη νά ἔρθει μέσα στόν ἀσκητή (ὅπως καί στόν κάθε Χριστιανό), διά τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερᾶς Μετανοίας-Ἐξομολογήσεως, ὥστε νά πραγματοποιηθεῖ ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη, ὁ φωτισμός καί ἡ θέωση-σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ εὐλάβειά του γιά τήν Ἱεροσύνη.
Σ |
τά 1992, ὅταν τοῦ εἶπα ὅτι ἔγινα παπᾶς (ἀναξίως βέβαια), ἔπειτα ἀπό ἐντολή τοῦ Γέροντα, εἶχε χαρεῖ πάρα πολύ.
-«Μπράαααααβο Σάββα!!!, μπράαααβο Σάββα!!!» εἶχε πεῖ σέρνοντας τή δυνατή φωνή του.
Ἀγαποῦσε καί σεβόταν πολύ τό Γέροντά μας Ἱερομόναχο Μάξιμο καί τόν μακαριστό Ἱερομόναχο Παρθένιο[2].
Τιμοῦσε πολύ τούς ἱερεῖς καθώς καί ἐμένα τόν ἀναξιώτερο ὅλων. Ὅταν κατά τίς ἐπισκέψεις μου, ἐνῶ πλέον ἦταν τυφλός, τοῦ ἔλεγα τό ὄνομά μου, ἀμέσως ἀναζητοῦσε τό χέρι μου καί τό ἅρπαζε νά τό ἀσπαστεῖ, παρόλο πού ἤμουν πολύ νεώτερός του.
Τ |
ά μεγάλα του χαρίσματα ἦταν ἡ ἄκρα, «ἀνένδοτη»[3], νηστεία, ἡ καθαρότητα τοῦ νοῦ του, ἡ εὐλάβειά του, ἡ ἀγρυπνία του, ἡ νοερά προσευχή του, ἡ ἀγάπη πρός ὅλους καί πολλά ἄλλα, πού τά ἔκρυβε ἐπιμελῶς. Τίς ἐμπειρίες του δέν τίς ἀποκάλυπτε.
Σέ μία ἀπό τίς πρῶτες μου ἐπισκέψεις, στό μισοερειπωμένο κελλάκι του στή Μ. Λαύρα, τοῦ «ξέφυγε» καί μοῦ ἀποκάλυψε μία ἐμπειρία του. Μοῦ διηγήθηκε τά ἑξῆς:
-«Κάποτε μέ πῆγε ὁ Θεός στόν οὐρανό καί μοῦ ἔδειξε ὅλους τούς ὁσίους. Ἦταν ὅλοι ίιιιιιιιιιιιιιι!!!!!!!!!» ἔκανε κουνώντας χαρακτηριστικά τόν δείκτη τοῦ χεριοῦ του, δηλ. «ἀδύνατοι σάν κλωστές»[4]. Τόν ἀξίωσε ὁ Θεός νά ξεναγηθεῖ στόν Παράδεισο καί νά δεῖ αὐτούς τούς Ἁγίους τῶν Ὁποίων τήν ζωή ἐμιμεῖτο τόσο πιστά.
Τήν ἑπόμενη φορά, πού τοῦ τό θύμισα, ἐλπίζοντας νά μοῦ πεῖ κάτι περισσότερο, τά μπέρδεψε. Οὐσιαστικά ἀρνήθηκε ὅτι εἶχε τέτοια ἐμπειρία ἤ καί ἔκανε πώς δέν καταλαβαίνει τί τοῦ λέω...
Πρόβλεψη τοῦ ὀνόματος μελλοντικοῦ Μοναχοῦ
Κ |
άποια φορά τόν ἐπισκέφθηκα μαζί μέ τόν τότε δόκιμο τοῦ Κελλιοῦ μας, πού λεγόταν Κωνσταντῖνος, τόν σημερινό π. Καλλίνικο. Ἀποχαιρετώντας τον τοῦ λέει:
-«Ἄραγε πῶς θά σέ βγάλει ὁ Γέροντας; Καλλίνικο θά σέ βγάλει;...Καλός Καλλίνικος, καλός Καλλίνικος!».
Ὅταν γυρίσαμε στό κελλί, διηγηθήκαμε στό Γέροντά μας αὐτό τό συμβάν καί τό τί μᾶς εἶπε ὁ γερο Εὐθύμιος. Τότε ὁ Γέροντας ἔμεινε ἔκθαμβος, ἐνεός[5]. Πράγματι εἶχε ἀποφασίσει ἔτσι νά ὀνομάσει τόν δόκιμο, ἀλλά δέν τό εἶχε ἀνακοινώσει σέ κανέναν.
-«Φαίνεται ἔχει χάρισμα...» μονολόγησε ὁ Γέροντάς μας, σχολιάζοντας τό συμβάν μέ τό Γερο-Εὐθύμιο.
Προφανῶς εἶχε τό διορατικό-προορατικό χάρισμα, ἀλλά τό ἔκρυβε ἐπιμελῶς.
Ὅ |
ταν φονεύθηκε ὁ ἀγαπημένος παραδελφός μας π. Παρθένιος, μοῦ εἶπε ἐρωτηματικά ὁ Γερο- Εὐθύμιος:
-«Τί νά συνέβη ἄραγε; Μήπως ἦταν κρυμμένοι τίποτα δαίμονες ἐκεῖ στό μονοπάτι καί ἔκαναν τά ζῶα νά τρομάξουν καί νά πέσουν στό γκρεμό;».
Ὁ λογισμός μοῦ λέει, ὅτι ὁ Γέροντας τό «εἶδε», ὅτι πράγματι ἔτσι ἔγινε κατά Θεία παραχώρηση. Τό εἶπε ὅμως σάν νά ἀναρωτιόταν, γιά νά μήν ἀποκαλύψει τό χάρισμά του.
Ἡ θαυμαστή ἴασή του ἀπό τόν ἅγιο Ἀντύπα
Ἡ θαυμαστή ἴασή του ἀπό τόν ἅγιο Ἀντύπα
Κ |
άποτε εἶχε ὁ Γέροντας φοβερό πονόδοντο. Ὡς γνωστό ὁ πόνος τῶν ὀδόντων εἶναι ἀπό τούς πιό ἰσχυρούς, ἄν ὄχι ὁ ἰσχυρότερος τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Ὁ Γέροντας, ὅπως μοῦ ἔλεγε, θυμήθηκε ὅτι ὁ ἅγιος Ἀντύπας εἶναι θεραπευτής τῶν ὀδοντικῶν παθήσεων καί ἄρχισε νά τόν ἐπικαλεῖται. Ἄρχισε νά φωνάζει μέ ὅλη του τήν δύναμη: «Ἅγιε Ἀντύπα θεράπευσέ με!!! Ἅγιε Ἀντύπα θεράπευσέ με!!! Ἅγιε Ἀντύπα θεράπευσέ με!!!». Πάραυτα σταμάτησε ὁ πόνος καί ἡρέμησε ὁ Γέροντας.
Προσευχή ἀδιάλειπτη
Σ |
τό δωμάτιο τοῦ Νοσοκομείου, πού ἔμενε, εἶχε (ὅπως καί στό πρῶτο του κελλί στή Λαύρα), ἕνα μεγάλο κομποσχοίνι σέ τροχαλία, τό ὁποῖο κρεμόταν δίπλα στό μαξιλάρι του. Μ’αὐτό προσηύχετο συνεχῶς.
Ἦταν ἄνθρωπος τῆς εὐχῆς καί μάλιστα τῆς νοερᾶς. Προσευχόταν χωρίς νά ἀκούγεται τίποτε, οὔτε ψίθυρος ἀπό τό στόμα του.
Παρόλο πού ἦταν πετσί καί κόκκαλο, εἶχε μία φοβερή ζωντάνια στή φωνή καί ἕνα βλέμμα σπινθηροβόλο. Εἶχε ἐκπληκτική διαύγεια νοός μέχρι τά τελευταῖα του.
Ἄ |
ν σέ ἔβλεπε μία φορά, μετά σέ θυμόταν γιά πάντα. Ρωτοῦσε γιά ὅλους, γιά ὅλα τά μέλη τῆς συνοδείας στήν ὁποία ἀνῆκες. Ἐνδιαφερόταν πολύ γιά τούς πατέρες τῆς Λαύρας καί ρωτοῦσε γιά τόν καθέναν. Προφανῶς προσευχόταν γιά ὅλους. Ρωτοῦσε ἄν ἔγινε ἡ κουρά τους, τί κάνουν κ.λ.π.
Ἐάν ὁ συνομιλητής του ἦταν ἀπό κάποια ἄλλη συνοδεία (π.χ. ὅταν ἐπρόκειτο γιά «ἐξαρτηματικούς»[6] πατέρες πού τόν ἐπισκέπτονταν) ρωτοῦσε πόσοι εἶναι στή συνοδεία καί φρόντιζε νά μάθει γιά τόν καθέναν. Ἐμάθαινε τά ὀνόματα ὅλων. Εἶχε πάρα πολύ καλή μνήμη ἀλλά καί πλούσια τήν Θεία Χάρη, πού τόν βοηθοῦσε νά θυμᾶται μέ ἐνδιαφέρον καί ἀγάπη ὅλους τούς πατέρες.
Πρίν τόν γνωρίσω, εἶχε πάει κάποιος ἀπό τούς παραδελφούς μας καί τοῦ ἀνέφερε γιά ἕναν καινούργιο δόκιμο πού ἔχουν στό Κελλί δηλ. γιά ἐμένα. Ὁ Γέροντας χάρηκε καί τοῦ εἶπε:
-«Τί εἶναι ἄραγε; Εἶναι κανένας τσικολάτας[7];;;!!! Νά τόν βάζεις νά σκάβει στόν κῆπο, γιά νά τοῦ βγοῦν τά πάθη!!!»
Πράγματι ὁ Γέροντας εἶχε «δεῖ» τήν κατάστασή μου καί ἀμέσως ἀπό ἀγάπη, ὑπέδειξε καί τήν «θεραπεία» μου...
Ὁ Γέροντας ἐνδιαφερόταν ἰδιαίτερα, γιά τούς πατέρες τῆς συνοδείας μας. Ἔλεγε ὅταν μέ ἔβλεπε:
-«Τώρα στό σπίτι πόσοι εἶστε; Εἶστε ἐσύ καί ...ὁ Παρθένιος, ὁ Μακάριος, ὁ Γέροντας...».
Ἐπίσης τόν Γέροντα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας π. Πρόδρομο, τόν ἐπαινοῦσε, διότι μάθαινε τό τί ἔκανε γιά τό Μοναστήρι (τίς κουρές πού ἔκανε κ.λ.π.).
Παρόλο πού ζοῦσε φαινομενικά μόνος του, ὅμως ἐπικοινωνοῦσε μέ ὅλους, διά τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, τοῦ ἐν Χριστῷ ἐνδιαφέροντος γιά τή ζωή ὅλων καί διά τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς.
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο: Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου: Ἕνας ἀπό τούς τελευταίους.
Print this post
[2] Ἐφονεύθη σέ ἀτύχημα πέφτοντας μέ δύο μουλάρια στό γκρεμό μεταξύ Κλέφτικου καί Κερασιᾶς στά 1993.
[6] Ἐξαρτηματικοί πατέρες: Οἱ πατέρες (μοναχοί) πού δέν ἐγκαταβιώνουν μέσα στό Μοναστήρι, ἀλλά στά διάφορα «ἐξαρτήματά του»= Κελλιά, καλύβες, ἡσυχαστήρια, καθίσματα, μετόχια.
[7] Δηλ. καλομαθημένος πού τοῦ ἀρέσουν οἱ σοκολάτες. Πράγματι τέτοιος ἤμουνα καί εἶμαι...
Πηγή εἰκόνας ἁγ. Ἀντύπα : https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEixkVi04M6w2l9sz97MlrAU81wA9JvBrrPxZlGTQwcITgc7KO4BBXeXYRGPm9YTMRg01ui3vZ2YNwaApyvb1WllouOFoIMvrTHmv7UOTVU3zEJ2taoqHaV0O2eictl90pcGuOtVysWpBg/s320/%CE%91%CE%93%CE%99%CE%9F%CE%A3+%CE%91%CE%9D%CE%A4%CE%A5%CE%A0%CE%91%CE%A3.png
Πηγή ἄλλων εἰκόνων: http://www.ouranoupolis-akrogiali.gr/i
Πηγή ἄλλων εἰκόνων: http://www.ouranoupolis-akrogiali.gr/i
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου