Αυτές τις μέρες διαβάζουμε για δεύτερη φορά στην Τράπεζα της Μονής μας, το πόνημα για τον ερημίτη μοναχό π. Γεώργιο Βίτκοβιτς,
Ή ανάγνωση έφερε στη μνήμη μου την συνάντηση που είχα μαζί του στο Ρωσικό Παλαιομονάστηρο, δυο μόλις μέρες προ της μακαριάς κοιμήσεως του. Θεωρώ χρήσιμα όσα θα αναφέρω στη συνέχεια για την ευλογημένη εκείνη συνάντηση.
Από τις διηγήσεις του Γέροντος μου π. Χερουβείμ, ο όποιος εκτιμούσε βαθύτατα τον π. Γεώργιο, δημιουργήθηκε μέσα μου ή επιθυμία να γνωρίσω καλύτερα τον Σέρβο ερημίτη, να πάρω την ευχή του, να ακούσω λόγον ωφέλειας. Ζήτησα λοιπόν την ευλογία από τον Γέροντα και, αφού μου την έδωσε, μια ημέρα ξεκίνησα για το Περιβόλι της Παναγίας, Ήταν Σεπτέμβριος του 1972.
Στον δρόμο σκεφτόμουν που θα έβρισκα τον π. Γεώργιο, αφού, καθώς είχα πληροφορηθεί δεν είχε σταθερό τόπο διαμονής τον τελευταίο καιρό. «Έχει ο Θεός», είπα, «θα τον βρω, αφού έχω και την ευλογία του Γέροντα».
και πράγματι, μόλις πάτησα το πόδι μου στη Δάφνη του Αγίου Όρους, νατος μπροστά μου! Τον πλησίασα, του έβαλα μετάνοια και του είπα ότι θα ήθελα να μου αφιερώσει λίγο χρόνο για συζήτηση. «Ας πάμε», μου λέει, «στο Ρωσικό και από εκεί θα βρούμε μέσον για το Παλαιομονάστηρο».
Έτσι κι έγινε. Στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονος βρέθηκε ένα φορτηγό που θα ανέβαινε στο βουνό για ξύλα και θα μας εξυπηρετούσε. Επιβιβαστήκαμε λοιπόν σ' αυτό και κατά το σούρουπο φθάσαμε στο Παλαιομονάστηρο.
Είμασταν μόνοι μέσα στην ερημιά... Ή νύχτα σύντομα σκέπασε με το σκοτεινό της πέπλο ολόκληρη την αγιορείτικη φύση και απόλυτη ησυχία απλώθηκε παντού μόνο τα νυχτοπούλια του δάσους ακούγονταν πότε-πότε. Καθίσαμε κάτω από ένα ασυνήθιστο
δέντρο με τρεις κορμούς και μέσα σ' αυτήν την υποβλητική ατμόσφαιρα αρχίσαμε τη συζήτηση.
Ό λόγος του π. Γεωργίου ήταν χειμαρρώδης και έντονα βιωματικός. Ήθελε να τα πει όλα, να εκφράσει όλες τις πνευματικές του εμπειρίες, να αποκαλύψει όλους τους πολύτιμους θησαυρούς της καρδιάς του. Σαν να προαισθανόταν, ο μακάριος, ότι εκείνη ήταν ή τελευταία του συζήτηση...
Ό χρόνος κυλούσε δίχως να το καταλαβαίνουμε. Είχαν περάσει τα μεσάνυχτα, και ο π. Γεώργιος συνέχιζε ακούραστος να επεκτείνεται από το ένα θέμα στο άλλο, ενώ καθ' όλη τη διάρκεια της συζητήσεως με το αριστερό του χέρι δούλευε ασταμάτητα το τριμμένο κομποσχοίνι του. Σε κάποια στιγμή κουράστηκα. Δεν μπορούσα πλέον να αφομοιώνω τα όσα άκουγα. Ό π. Γεώργιος το αντιλήφθηκε και με πολλή ευγένεια διέκοψε τη συζήτηση. Αποσυρθήκαμε στο απέναντι πολυώροφο κτίριο, στο όποιο μου έδειξε τον τόπο όπου θα αναπαυόμουν -Θεέ μου! τι φοβερές συνθήκες ενώ ο ίδιος απομακρύνθηκε σε κάποιον άλλο χώρο.
Το πρωί τον χαιρέτησα, πήρα την ευχή του και έφυγα με το ίδιο φορτηγό, που επέστρεφε στο Ρωσικό φορτωμένο με ξύλα. Ήταν 6 Σεπτεμβρίου 1972, με το παλαιό ημερολόγιο.
Όταν, υστέρα από λίγες ήμερες, επέστρεψα στο μοναστήρι μας, έμαθα ότι ο ερημίτης μοναχός π. Γεώργιος έκοιμήθη στις 7 προς 8 Σεπτεμβρίου. Βρέθηκε νεκρός δίπλα σε μια βρύση του Παλιομανάστηρου και, καθώς έλεγαν, ο θάνατος του προήλθε από δηλητηριασμένα μανιτάρια...
Κάθησα τότε και σημείωσα όσα είχα συγκρατήσει στη μνήμη μου από την τελευταία μας συνάντηση.
Οι σημειώσεις αυτές, τις όποιες επισυνάπτω, μαρτυρούν αναμφιβόλως την υψηλή πνευματική κατάσταση του π. Γεωργίου και πιστεύω ότι θα ωφελήσουν πολλούς:
Το πρώτο δειλό ξεκίνημα για μια υψηλή πνευματική ζωή συνίσταται: α) στην απαλλαγή από πάθη, ελαττώματα, αδυναμίες κ.τ.ό., β) στο ακατάκριτο της γλώσσης και της διανοίας, γ) στην απροσπάθεια έναντι των πραγμάτων του παρόντος κόσμου (πλούτος, δόξες, τιμές κ.λπ.) και δ) στην απόλυτα ήρεμη συνείδηση.
Όλα αυτά είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις, οι βάσεις, ή προετοιμασία για τους μεγάλους αγώνες.
Στη συνέχεια ακολουθεί ή ορειβασία προς την πιο υψηλή κορυφή της πνευματικής τελειώσεως, σε αυτό που ονομάζεται θείος ερωτάς, αδιάλειπτη συνοίκηση με τον Θεό, μυστική ένωση με τον Θεό, ενοίκηση του Αγίου Πνεύματος στον άνθρωπο, μυστική θεολογία, θέωση...
Ή επίκληση του ονόματος του Κυρίου πρέπει να γίνεται εκφώνως και αδιαλείπτως, για να συνηθίσουν τα αυτιά το άκουσμα του θείου ονόματος.
Ή ευχή να επαναλαμβάνεται διαρκώς και σε κάθε περίσταση -στην εργασία, στο φαγητό, στις συζητήσεις, ακόμα και στον ύπνο- μέχρι να κουραστούν τα χείλη και ο λάρυγγας. Παράλληλα, τα δάκτυλα να δουλεύουν ακατάπαυστα το κομποσχοίνι, για να αγιάζεται μ' αυτόν τον τρόπο και το χέρι. Το σημείο του σταυρού, επίσης, έχει μεγάλη δύναμη, όταν γίνεται με προσοχή και ευλάβεια.
Το πρώτο κομποσχοίνι καλό είναι να γίνεται πάντα προς δοξολογία του Θεού.
Να τον δοξολογούμε για την αγάπη Του, το έλεος Του, την εύσπλαγχνία Του, τη μακροθυμία Του.
Να τον δοξολογούμε επειδή μας έπλασε, μας εξαγόρασε με το τίμιο Αίμα Του, απέστειλε το Πανάγιο Πνεύμα Του, ίδρυσε την Εκκλησία Του...
Όταν κουράζεσαι από την προφορική επίκληση, να αποσύρεσαι για λίγο, να κάθεσαι κάπου, κρατώντας το κομποσχοίνι, και γέρνοντας λίγο το κεφάλι προς το μέρος της καρδίας, να συγκεντρώνεσαι στο έσω άνθρωπο εκεί, χωρίς καμιά εικόνα η παράσταση στον νου σου, να αρχίζεις τη νοερά επίκληση του ονόματος του Θεού.
Αργά-Αργά, με καρδία συντετριμμένη και τεταπεινωμένη, σαν τον τελώνη, να επαναλαμβάνεις: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με!». και αυτό, αν είναι δυνατόν, να ρυθμίζεται με την εισπνοή και την εκπνοή.
Στην αρχή ο νους θα διασπάται. Θα χρειασθεί κόπος, ώσπου να απαλλαγεί ή καρδιά από τη «σαβούρα»... Μα σαν θερμανθεί ή καρδιά, ω, τότε όλα σταματούν!
Είναι παρών ο Κύριος και δεν υπάρχει ανάγκη για τίποτε άλλο! Δάκρυα ρέουν από τα μάτια. και τα χείλη προφέρουν με αγαλλίαση και ευφροσύνη μόνο το θείο όνομα: «Κύριε μου, Κύριε!... Ιησού μου!... Ιησού μου!...».
«Ου εισι δυο ή τρεις συνηγμένοι ει το έμόν όνομα, εκεί εν μέσω αυτών» (Ματθ. 18:20), δηλαδή, όπου έχουν συγκεντρωθεί ο νους και ή καρδιά στο όνομα του Θεού, εκεί βρίσκεται και ο ίδιος ο Θεός. Τότε την προσευχή την αναλαμβάνει το Άγιον Πνεύμα, και Αυτό ενεργεί στην καρδιά του ανθρώπου εκείνο που θα ενεργούσε ο ίδιος ο άνθρωπος.
Στην υψίστη αυτή κορυφή της πνευματικής τελειώσεως, ο άνθρωπος βιώνει καταστάσεις που δεν εκφράζονται. Ζει έντονα την παρουσία του Θεού, βλέπει μυστικά τη δόξα Του, προγεύεται τη βασιλεία των ουρανών, φθάνει στη θεία μέθη.
Γι' αυτόν δεν υπάρχουν πλέον χαρά και θλίψη, πλούτος και δόξα, τιμή και ατιμία... Υπάρχει μόνο ο Θεός, με τον όποιο βρίσκεται σε στενότατη σχέση και επικοινωνία. Τίποτε άλλο δεν επιθυμεί και τίποτε άλλο δεν μπορεί να πληρώσει τον εσωτερικό του κόσμο, παρά μόνο ο Θεός.
Τον άνθρωπο που φθάνει στα πνευματικά ύψη οι άλλοι δεν τον κατανοούν.
Ίσως να τον θεωρούν και παράλογο, εξωπραγματικό, σάλο. και από μία άποψη έχουν-δίκιο. Είναι πράγματι «εκτός εαυτού», γιατί μέσα του ζει ο τρισυπόστατος Θεός. Δεν πρόκειται για ζωή φυσική αλλά υπερφυσική, προπτωτική. Ενεργεί με τη χάρη του
Θεού θαύματα και σημεία, και τα θεωρεί σαν κάτι το φυσικό.
Αναλύεται σε λυγμούς χαράς και ευφροσύνης μόνο με την ενθύμηση του θείου ονόματος. Δεν επιδιώκει ούτε τη ζωή ούτε κι αυτόν τον παράδεισο, αλλά μόνο τη δόξα του Θεού.
Είναι έτοιμος για οποιαδήποτε θυσία χάριν του Θεού. Έχει πάψει να ζει για τον εαυτό του. Ζει για τον Θεό και τον πλησίον. Απόρροια της αγάπης του αυτής είναι ή επιθυμία του ευαγγελισμού των ανθρώπων, ή ανάγκη να κάνει κοινωνούς των βιωμάτων του και τους άλλους...
Ι. ΜΟΝΗ . Παρακλήτου 16.11.2009 Άρχιμ. Τιμόθεος .
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΡΩΤΑΤΟΝ. ΑΡΙΘ 117
http://anavaseis.blogspot.com/2010/04/1920-1972.html#more
Print this post
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου