Συνέχεια από (1)
β) Οικογένεια
Ο αμέσως επόμενος στόχος ήταν η οικογένεια. Οι επιδιώξεις του νέου καθεστώτος θα έμεναν ατελέσφορες, όσο η ρωσσική οικογένεια θα εξακολουθούσε να λειτουργή στηριζόμενη σε χριστιανικές αρχές και θα έμενε αμετακίνητα πατροπαράδοτη. Η οικογένεια αυτή λοιδορήθηκε με μίσος και αντιμετωπίσθηκε περίπου σαν «ταξικός εχθρός». Χαρακτηρίσθηκε σαν το πιο σοβαρό στήριγμα του παλιού συντηρητικού καθεστώτος στη Ρωσσία. Συμφωνά με τις πρώτες διακηρύξεις του νέου καθεστώτος, «η ρωσική οικογένεια με τις αναχρονιστικές αρχές πού λειτουργούσε, αναπαρήγαγε την ιδεολογία της άρχουσας τάξης». Γι΄ αυτό έπρεπε να χτυπηθή αδυσώπητα και χωρίς καθυστέρηση. Έτσι και έγινε. Και τα αποτελέσματα ήσαν άμεσα και θεαματικά.
Απ΄ τη στιγμή πού ουσιαστικά παύει να λειτουργή και στη συνέχεια να υφίσταται το πρωταρχικό κύτταρο του κοινωνικού ιστού (δηλαδή η οικογένεια), το κοινωνικό σύνολο μεταβάλλεται σε άμορφη μάζα, και από κει και πέρα είναι πάρα πολύ εύκολο πιά να δώσης σ΄ αυτή τη μάζα τη φόρμα πού εσύ θέλεις. Μέσα στα μέτρα πού έλαβε το σύστημα για τη δομή της νέας οικογένειας ήταν και μια διακήρυξη πού έλεγε ότι ψηφίσθηκε νόμος, σύμφωνα με τον οποίο το κράτος ανελάμβανε εξ΄ ολοκλήρου την ευθύνη διαπαιδαγώγησης των παιδιών.
Εδώ όμως, στο σημείο αυτό, ν΄ αφήσουμε για λίγο τη Ρωσία και να δούμε πώς βλέπει η Ευρώπη αυτή την περίοδο τα ρωσικά πράγματα. Απλά δεν τα βλέπει.
Μια πλαδαρή και αδιάφορη Δύση, με νυσταλέα ματιά, αδιαφορεί πλήρως για όσα συμβαίνουν στη Ρωσία. Εξουθενημένη από τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, πού μόλις έληξε, έχει να λύση τα δικά της προβλήματα. Στο χώρο της συντελούνται κοσμογονικές αλλαγές, οικονομικοπολιτικές και πολιτειακές ανακατατάξεις. Θρόνοι εξαφανίζονται, αυτοκρατορίες διαλύονται, νέα σύνορα οριοθετούνται.
Την κρίσιμη αυτή στιγμή για την νεοπαγή σοβιετική εξουσία, η έλλειψη βούλησης και συντονισμένης ευρωπαϊκής πολιτικής για τα ρωσσικά πολιτικά πράγματα λύνει τα χέρια των μπολσεβίκων, οι οποίοι έχουν την άνεση να κινούνται στο χώρο της Ευρώπης (αρχικά) τελείως ανεμπόδιστα. Με απίστευτη ευκολία αναπτύσσει η Σοβιετική Ένωση μια πρωτόγνωρη σε έκταση αλλά και πειστικότητα προπαγάνδα, πού γίνεται αμέσως αποδεκτή απ΄ τις φτωχές μάζες σ΄ όλο τον κόσμο. Η Σοβιετική Ένωση, όπως την εμφάνιζε η προπαγάνδα της, ήταν η χώρα με το τελειότερο σύστημα διακυβέρνησης πού επινόησε ποτέ ανθρώπινος νους. Ήταν η μόνη ελπίδα για τους «κολασμένους της γής». Ήταν «η νέα δύναμη πού θα έσωζε την παγκόσμια εργατική τάξη απ΄ τη μιζέρια και την εκμετάλλευση». Και φώναζε προς τους απανταχού προλετάριους: «Ξεσηκωθήτε. Τίποτε δεν έχετε να χάσετε εκτός από τις αλυσίδες σας». Ήταν η ρωμαλέα φωνή πού τραγουδούσε: «Εμπρός της γής οι κολασμένοι. Της πείνας σκλάβοι εμπρός! Εμπρός!». Ήταν η οργισμένη κραυγή πού καλούσε: «Παιδιά σηκωθήτε να βγούμε στους δρόμους, γυναίκες και άνδρες με όπλα στους ώμους».
Ήταν τελικά η χώρα πού η αφηνιασμένη προπαγάνδα της, την οποία η αδιαφορία της Ευρώπης άφηνε να γίνεται πιστευτή, τη στόλισε με ένα σωρό διθυραμβικά κοσμητικά, όπως εκείνο το τερατώδες: «η χώρα όπου διαμορφώνεται ο νέος άνθρωπος». Τερατώδες αλλά δυστυχώς πραγματικό, διότι το είδος αύτού του νέου άνθρωπου είναι πλέον μια τραγική πραγματικότητα, και αμέσως θάχουμε γνωριμία μ΄ αυτό το είδος ανθρώπου.
Επιστροφή λοιπόν στη Ρωσία και στη ρωσική οικογένεια.
Σε μια πρόσφατη συζήτηση με θέμα τη σύγχρονη ρωσική οικογένεια, μια ευγενική ψυχή που έζησε τη σκληρή πραγματικότητα της νέας ρωσσικής οικογένειας στα παιδικά της χρόνια, σε ερώτηση μου: «τί βλέπεις τώρα εσύ να αλλάζη στη ρωσική οικογένεια;» απάντησε: «Τίποτε διαφορετικό δε βλέπω. Βλέπω ότι έβλεπα πάντα. Μόνο τέλματα. Εκτεταμένα τέλματα γύρω-γύρω και φοβούμαι». Έχει απόλυτο δίκαιο και είναι απόλυτα δικαιολογημένος ο φόβος της. Και κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος δικαιολογημένα φοβάται απ΄ την εικόνα πού παρουσιάζει η ρωσική οικογένεια. Το κακό, το θεσμοθετημένο κακό από το προηγούμενο καθεστώς, αναπαράγεται και το καλό προχωρεί με απελπιστικά βραδείς ρυθμούς.
Στο διάστημα πού χρειάσθηκε να νοσηλευθώ σε νοσοκομείο της Μόσχας, με επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά ο ιερέας του νοσοκομείου. Ένας αρκετά νέος, έγγαμος ιερέας και πατέρας πέντε παιδιών, πού άοκνα ασκεί τα καθήκοντά του στο νοσοκομείο από το πρωΐ ως το βράδυ κι αν χρειασθή κάτι, πού συχνά συμβαίνει, από το βράδυ μέχρι το πρωΐ. Κι όλα αυτά όχι πάντοτε με ανθρώπους πού έχουν φιλικές διαθέσεις. Πολλοί είναι οι ασθενείς πού του ζητούν να μη ξαναπατήση στο δωμάτιό τους, όσο αυτοί θα νοσηλεύωνται εκεί. Κι αυτός με την αγάπη να λάμπη στα μάτια του, χωρίς καν ίχνος δυσαρέσκειας, να πηγαίνη στο πλαϊνό δωμάτιο κι έπειτα στο παραπέρα, μέχρι να βρη αυτούς πού τον θέλουν, γιατί χρειάζονται τη βοήθειά του. Παρηγορεί, δίδει τη Θεία Κοινωνία στους πιστούς πού του το ζητούν. Κάποιοι ζητούν να εξομολογηθούν, κάποιους αβάπτιστους τους συμβουλεύει να βαπτισθούν και όλους τους παρακαλεί να κάνουν εκκλησιαστικό γάμο. Δεν πειράζει πού πέρασαν τα χρόνια, τους λέει, και δεν είναι πια νέοι. Ένας λόγος παραπάνω. Φτάνει όσο έζησαν μακρυά απ΄ τον Χριστό. Είναι καιρός πιά να συμφιλιωθούν μαζί Του. Αυτός ήταν ο ιερέας πού με επισκεπτόταν, και μόνιμο θέμα συζήτησης ήταν η σημερινή ρωσική οικογένεια.
Με έκδηλη λύπη μιλούσε πάντα για την οικτρή εικόνα πού παρουσιάζει η σημερινή ρωσσική οικογένεια και υποστήριζε ότι αυτό το πρόβλημα είναι το πλέον σοβαρό απ΄ όσα ταλαιπωρούν τη ρωσική κοινωνία σήμερα. Ισχυριζόταν δε ότι αυτό το πρόβλημα δηλητηριάζει τη ζωή ολόκληρης της χώρας.
Κάποια φορά πού θεώρησα υπερβολικές τις απόψεις του, τον ρώτησα: «Μα καλά, ο γάμος δεν έχει καμμιά αξία για τους Ρώσους;». Η απάντηση ήρθε αμέσως και ήταν ξερή: «Καμμιά. Αυτοί πού σκαρφίστηκαν αυτό το είδος του γάμου, τον έκαναν έτσι πού να μην έχη καμμία αξία. Γι΄ αυτό και χωρίζουν οι άνθρωποι χωρίς να υπάρχη κανένας σοβαρός λόγος, για να ξαναπαντρευτούν και να ξαναχωρίσουν». Του είπα ότι θεωρώ υπερβολικές τις απόψεις του, και με προέτρεψε τότε ν΄ αρχίσω να ρωτώ τους άνδρες πού με επισκέπτονταν στο νοσοκομείο και στο σπίτι πού έμενα, αν είναι παντρεμένοι και πόσες φορές παντρεύτηκαν. Εξωπραγματικά μοιάζουν αυτά πού προέκυψαν. Ρώτησα δεκαεννέα (19) άνδρες. Μόνο ένας νεαρός γιατρός ήταν ανύπαντρος. Δύο έκαναν από τρεις πολιτικούς γάμους, οκτώ έκαναν από δύο πολιτικούς γάμους, τέσσαρες έκαναν από έναν, τρεις (μέ δύο πολιτικούς γάμους ο καθένας τους) ήσαν χωρισμένοι, εκ των οποίων ο ένας ζούσε μόνος και οι δύο συζούσαν με χωρισμένες γυναίκες και προστάτευαν και τα παιδιά πού είχαν αυτές από προηγούμενους γάμους. Και ένας, ο τελευταίος από τους 19, έκανε εκκλησιαστικό γάμο, χωρίς να έχη ξαναπαντρευτή προηγουμένως. Εννέα από αυτούς ήσαν και αβάπτιστοι. Απ΄ όλους αυτούς μόνο ένας νεαρός (δικηγόρος το επάγγελμα) είχε κάποιες επαφές με την κόρη του από προηγούμενο γάμο. Τι επαφές δηλαδή; Πάσχα και Χριστούγεννα συναντούσε η κοπελίτσα αυτή (μαθήτρια Β’ Γυμνασίου) τον μπαμπά της. Της έκανε το τραπέζι σε κάποιο ρεστοράν, της έκανε και κάποιο μικρό δωράκι κι αυτό ήταν όλο. Οι υπόλοιποι με παγερή αδιαφορία μου είπαν ότι δεν ξέρουν τί απέγιναν τα παιδιά των και όλοι τους επέρριψαν την ευθύνη στη μητέρα, ότι αυτή δηλαδή δηλητηρίασε την ψυχή των παιδιών και τα αποξένωσε από τον πατέρα…
Απ΄ όλ΄ αυτά πού άκουσα, όταν επέστρεψα, παρακινήθηκα να ξεφυλλίσω ένα παλιό τετράδιο-ήμερολόγιο, στο όποιο είχα καταγράψει διηγήσεις Ρώσσων σχετικά με τα παιδικά των χρόνια και τις οικογένειές των. Αυτές τις σημειώσεις του τετραδίου τις είχα γράψει κατά την διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων της μοναχικής μου ζωής. Ακούστε, παρακαλώ, κάποιες απ΄ αυτές τις σύντομες ιστορίες και βγάλτε μόνοι σας τα συμπεράσματα σας.
α) Ο πατέρας μου μάς αγαπούσε πολύ. Ξαφνικά κάτι κατάλαβε απ΄ τη συμπεριφορά της μητέρας και όλα άλλαξαν στο σπίτι μας. Οι σκηνές μεταξύ πατέρα και μητέρας έγιναν καθημερινή ιστορία. Ο πατέρας άρχισε να πίνη, και κάποιο βράδυ πού είχε -48°C παγωνιά, έτσι πώς ήταν μεθυσμένος, δεν κατάφερε να φθάση στο σπίτι και το πρωί τον βρήκαν ξεπαγιασμένο. Την επόμενη μέρα, αμέσως μετά την κηδεία του πατέρα, η μητέρα μας έβαλε στο τραίνο (έμενα και την αδελφή μου) και μας έστειλε στο χωριό στη γιαγιά μας, τη μητέρα δηλαδή του πατέρα μας. Μετά μάθαμε ότι αυτή, την ίδια εκείνη εβδομάδα, έφυγε απ΄ τη μικρή πόλη στην οποία ζούσαμε. Από τότε πέρασαν 26 χρόνια. Ούτε την είδαμε ξανά κι ούτε μάθαμε ποτέ κάτι γι΄ αυτήν. Εγώ δεν της κράτησα κακία γι΄ αυτό πού μας έκανε. Θα ήθελα να την ξαναδώ, γιατί την επιθύμησα πολύ. Η γιαγιά μας ήταν άγια γυναίκα. Μας έλεγε να προσευχόμαστε κάθε μέρα για τη μητέρα μας και να ζητούμε από τον Κύριο να τη συγχώρηση γι΄ αυτό πού μας έκανε, για να μή χάση την ψυχή της. Έτσι μας έλεγε.
β) Ο πατέρας μας μάς άφησε (τη μητέρα, εμένα και τις δύο αδελφές μου) κι έφυγε με κάποια άλλη γυναίκα. Η μητέρα μας σε μερικούς μήνες, έτσι που είχε πάθει και η καρδιά της, πέθανε απ΄ το πολύ αλκοόλ. Εμάς κάποιοι συγγενείς κατάφεραν και μας έβαλαν σε ορφανοτροφεία. Δεν ξέρω τι απέγιναν οι αδελφές μου. Το ορφανοτροφείο στο όποιο ήσαν, όταν τους έγραψα γράμμα και ρώτησα γι΄ αυτές, μου απήντησαν, ότι εκεί τελείωσαν σχολείο και στη συνέχεια η μία έγινε ράπτρια και η άλλη έμαθε κέντημα και όταν ενηλικιώθηκαν και απέκτησαν διαβατήριο, έφυγαν από το ορφανοτροφείο. Κάποιος μου είπε ότι ίσως έφυγαν στην Ευρώπη να βρουν δουλειά. Εγώ δεν τις ξαναείδα.
γ) Η μητέρα μου μας άφησε κι έφυγε με κάποιον άλλο άνδρα. Ο πατέρας μας έφερε τότε στο σπίτι μας τη φιλενάδα του με τις δύο μικρές κόρες της. Τώρα στο σπίτι μας είναι αυτή η γυναίκα. Ο αδελφός μου κι εγώ (17 χρονών ο αδελφός και 15 το παιδί πού μου μιλούσε) αναγκασθήκαμε να φύγουμε απ΄ το σπίτι μας. Ο αδελφός μου δεν ξέρω τι απέγινε. Ίσως πήγε στο στρατό Εγώ βρήκα δουλειά σ΄ ένα ξυλουργικό εργοστάσιο, αλλά τα χρήματα πού κερδίζω είναι πολύ λίγα (74 δολάρια το μήνα). Ευτυχώς πού κοιμούμαι στο εργοστάσιο και κάθε μεσημέρι μου δίνουν και φαγητό…
Υπάρχουν κι άλλες παρόμοιες ιστορίες καταχωρημένες σ΄ εκείνο το τετράδιο, και στο τέλος γράφω: «Κι αν έχης κουράγιο και γερό στομάχι, μπορείς να γεμίσης τόμους από πανομοιότυπες ιστορίες των 10 λέξεων, πού στάζουν πίκρα και απόγνωση. Πόσος πόνος Θεέ μου!…».
Κι αυτές οι περιπτώσεις πού παρατέθηκαν είναι απ΄ τις πιο καλές, γιατί βρέθηκε κάποια γιαγιά ή ένα ορφανοτροφείο ή κάποιο ξυλουργικό εργοστάσιο.
Δείτε όμως και κάποια άλλη πλευρά του ιδίου προβλήματος.
Σήμερα τρία εκατομμύρια (3.000.000) παιδιά (ναί! τρία εκατομμύρια παιδιά), και κατ΄ άλλους τα παιδιά αυτά ξεπερνούν τα τέσσερα εκατομμύρια, γυρίζουν αδέσποτα στους δρόμους των πόλεων της χώρας αυτής, χωρίς να ξέρουν πού θα περάσουν τη νύχτα και αν βρουν κάτι να φάνε Καθένας αναρωτιέται, πώς βρέθηκαν στους δρόμους τόσα αθώα πλάσματα. Απλά. Οι γονείς των χώρισαν. Ή ακολουθώντας νόμιμες διαδικασίες (εύκολη δουλειά, πολιτικός γάμος ειν΄ αυτός) ή αδιαφορώντας ακόμη και γι΄ αυτές τις απλές διαδικασίες, χώρισαν κι έφυγαν. Ο ένας προς τη μια κατεύθυνση του δρόμου και ο άλλος προς την αντίθετη, με καταφανή την πρόθεση ο ένας να φόρτωση στον άλλο τα παιδιά. Έτσι αυτά -έρμα και σαστισμένα- πήραν τους πέντε δρόμους και σκόρπισαν σαν τα παιδιά του λαγού. Αυτή είναι η μοίρα των τριών –κατ΄ άλλους τεσσάρων- εκατομμυρίων παιδιών πού γεννήθηκαν.
Ελάτε τώρα να δούμε και κάποια άλλα εκατομμύρια παιδιών, πού δεν γεννήθηκαν ποτέ, διότι δεν τα επέτρεψαν να γεννηθούν. Πάντα σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, πού δίδει στη δημοσιότητα το αρμόδιο ρωσσικό Υπουργείο, το έτος 2002 (σημαδιακή χρονιά) σε νοσοκομεία και κλινικές της Ρωσσίας έγιναν και είναι καταγεγραμμένες τεσσεράμισι έκατομμύρια (4.500.000) εκτρώσεις. Και σ΄ αυτό το τεράστιας ηθικής ευθύνης θέμα, η διαδικασία είναι απλή. Πηγαίνει η «κυρία» σε νοσοκομείο της αρεσκείας της και δηλώνει ότι θέλει να κάνη διακοπή κυήσεως. Τη ρωτούν οι γιατροί σε ποιό μήνα βρίσκεται αυτή η ιστορία, της ορίζουν ήμερα και ώρα, και όλα πιά είναι τακτοποιημένα νόμιμα και χωρίς η «κυρία» να χρειασθή να πλήρωση ούτε ένα καπίκι. Κάποιος μου είπε ότι η «κυρία» δεν είναι υποχρεωμένη ούτε τους λόγους αυτής της ενεργείας να αναφέρη στο γιατρό. Είδατε ευκολίες ο «νέος άνθρωπος»; Είδατε αντιλήψεις και πρακτικές περί οικογενείας, για να πάψη αυτή να άποτελή «στήριγμα του παλιού συντηρητικού καθεστώτος και μέσον αναπαραγωγής της ιδεολογίας της άρχουσας τάξης»;
Σκληρά όσα παρατέθηκαν, και ζητώ να με συγχώρεση ο σεβαστός αναγνώστης. Ήσαν όμως απαραίτητα όλ΄ αυτά, για να κατανόηση σε τι πεδίο σπαρμένο με αγκάθια και τριβόλια, σε ποιά πνευματική έρημο καλείται σήμερα η καθημαγμένη Ορθοδοξία στη Ρωσία να δώση το δικό της «παρών».
Κι επειδή ξέρω καλά ότι σ΄ αυτό το σημείο του κειμένου, πού τέθηκε το θέμα της παρουσίας της Ορθοδοξίας στη ζωή της σημερινής Ρωσσίας, σ΄ αυτό το σημείο γεννιέται και το ερώτημα στον αναγνώστη: «μα είναι έτοιμη η Εκκλησία να δώση το δικό της παρών, έχει τη δύναμη μέσα σ΄ έναν τέτοιο κυκεώνα προβλημάτων πού ταλανίζουν τη σημερινή Ρωσία να σηκώση τέτοιο βάρος;». Για να μη μένη μετέωρο το ερώτημα στη σκέψη του αναγνώστη, τώρα, αν και πιο σωστό θα ήταν επιλέγοντας, πρέπει να δοθή η απάντηση: «Ναι. Μπορεί».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας ποτέ δεν ενεργεί μόνη της «Η θεία Χάρις η τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα» θα δώση τη δύναμη πού χρειάζεται η ρωσσική Εκκλησία, για να φέρη σε πέρας το τεράστιο έργο της ανόρθωσης της Όρθόδοξης Πίστης μας στη χώρα αυτή, και ο ρωσικός λαός, πού από χαρακτήρα είναι ευσεβής λαός, ύστερα απ’ την εβδομηντάχρονη δοκιμασία πού έζησε με το σατανικό καθεστώς, θα ξαναβρή το φυσικό του δρόμο, πού είναι και δρόμος όλων των Ορθοδόξων. Είναι και μονόδρομος. Είναι ο δρόμος επιστροφής στο Χριστό. Είναι ο δρόμος της σωτηρίας της ψυχής.
Συνεχίζεται…
http://vatopaidi.wordpress.com/2009/12/24
β) Οικογένεια
Ο αμέσως επόμενος στόχος ήταν η οικογένεια. Οι επιδιώξεις του νέου καθεστώτος θα έμεναν ατελέσφορες, όσο η ρωσσική οικογένεια θα εξακολουθούσε να λειτουργή στηριζόμενη σε χριστιανικές αρχές και θα έμενε αμετακίνητα πατροπαράδοτη. Η οικογένεια αυτή λοιδορήθηκε με μίσος και αντιμετωπίσθηκε περίπου σαν «ταξικός εχθρός». Χαρακτηρίσθηκε σαν το πιο σοβαρό στήριγμα του παλιού συντηρητικού καθεστώτος στη Ρωσσία. Συμφωνά με τις πρώτες διακηρύξεις του νέου καθεστώτος, «η ρωσική οικογένεια με τις αναχρονιστικές αρχές πού λειτουργούσε, αναπαρήγαγε την ιδεολογία της άρχουσας τάξης». Γι΄ αυτό έπρεπε να χτυπηθή αδυσώπητα και χωρίς καθυστέρηση. Έτσι και έγινε. Και τα αποτελέσματα ήσαν άμεσα και θεαματικά.
Απ΄ τη στιγμή πού ουσιαστικά παύει να λειτουργή και στη συνέχεια να υφίσταται το πρωταρχικό κύτταρο του κοινωνικού ιστού (δηλαδή η οικογένεια), το κοινωνικό σύνολο μεταβάλλεται σε άμορφη μάζα, και από κει και πέρα είναι πάρα πολύ εύκολο πιά να δώσης σ΄ αυτή τη μάζα τη φόρμα πού εσύ θέλεις. Μέσα στα μέτρα πού έλαβε το σύστημα για τη δομή της νέας οικογένειας ήταν και μια διακήρυξη πού έλεγε ότι ψηφίσθηκε νόμος, σύμφωνα με τον οποίο το κράτος ανελάμβανε εξ΄ ολοκλήρου την ευθύνη διαπαιδαγώγησης των παιδιών.
Εδώ όμως, στο σημείο αυτό, ν΄ αφήσουμε για λίγο τη Ρωσία και να δούμε πώς βλέπει η Ευρώπη αυτή την περίοδο τα ρωσικά πράγματα. Απλά δεν τα βλέπει.
Μια πλαδαρή και αδιάφορη Δύση, με νυσταλέα ματιά, αδιαφορεί πλήρως για όσα συμβαίνουν στη Ρωσία. Εξουθενημένη από τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, πού μόλις έληξε, έχει να λύση τα δικά της προβλήματα. Στο χώρο της συντελούνται κοσμογονικές αλλαγές, οικονομικοπολιτικές και πολιτειακές ανακατατάξεις. Θρόνοι εξαφανίζονται, αυτοκρατορίες διαλύονται, νέα σύνορα οριοθετούνται.
Την κρίσιμη αυτή στιγμή για την νεοπαγή σοβιετική εξουσία, η έλλειψη βούλησης και συντονισμένης ευρωπαϊκής πολιτικής για τα ρωσσικά πολιτικά πράγματα λύνει τα χέρια των μπολσεβίκων, οι οποίοι έχουν την άνεση να κινούνται στο χώρο της Ευρώπης (αρχικά) τελείως ανεμπόδιστα. Με απίστευτη ευκολία αναπτύσσει η Σοβιετική Ένωση μια πρωτόγνωρη σε έκταση αλλά και πειστικότητα προπαγάνδα, πού γίνεται αμέσως αποδεκτή απ΄ τις φτωχές μάζες σ΄ όλο τον κόσμο. Η Σοβιετική Ένωση, όπως την εμφάνιζε η προπαγάνδα της, ήταν η χώρα με το τελειότερο σύστημα διακυβέρνησης πού επινόησε ποτέ ανθρώπινος νους. Ήταν η μόνη ελπίδα για τους «κολασμένους της γής». Ήταν «η νέα δύναμη πού θα έσωζε την παγκόσμια εργατική τάξη απ΄ τη μιζέρια και την εκμετάλλευση». Και φώναζε προς τους απανταχού προλετάριους: «Ξεσηκωθήτε. Τίποτε δεν έχετε να χάσετε εκτός από τις αλυσίδες σας». Ήταν η ρωμαλέα φωνή πού τραγουδούσε: «Εμπρός της γής οι κολασμένοι. Της πείνας σκλάβοι εμπρός! Εμπρός!». Ήταν η οργισμένη κραυγή πού καλούσε: «Παιδιά σηκωθήτε να βγούμε στους δρόμους, γυναίκες και άνδρες με όπλα στους ώμους».
Ήταν τελικά η χώρα πού η αφηνιασμένη προπαγάνδα της, την οποία η αδιαφορία της Ευρώπης άφηνε να γίνεται πιστευτή, τη στόλισε με ένα σωρό διθυραμβικά κοσμητικά, όπως εκείνο το τερατώδες: «η χώρα όπου διαμορφώνεται ο νέος άνθρωπος». Τερατώδες αλλά δυστυχώς πραγματικό, διότι το είδος αύτού του νέου άνθρωπου είναι πλέον μια τραγική πραγματικότητα, και αμέσως θάχουμε γνωριμία μ΄ αυτό το είδος ανθρώπου.
Επιστροφή λοιπόν στη Ρωσία και στη ρωσική οικογένεια.
Σε μια πρόσφατη συζήτηση με θέμα τη σύγχρονη ρωσική οικογένεια, μια ευγενική ψυχή που έζησε τη σκληρή πραγματικότητα της νέας ρωσσικής οικογένειας στα παιδικά της χρόνια, σε ερώτηση μου: «τί βλέπεις τώρα εσύ να αλλάζη στη ρωσική οικογένεια;» απάντησε: «Τίποτε διαφορετικό δε βλέπω. Βλέπω ότι έβλεπα πάντα. Μόνο τέλματα. Εκτεταμένα τέλματα γύρω-γύρω και φοβούμαι». Έχει απόλυτο δίκαιο και είναι απόλυτα δικαιολογημένος ο φόβος της. Και κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος δικαιολογημένα φοβάται απ΄ την εικόνα πού παρουσιάζει η ρωσική οικογένεια. Το κακό, το θεσμοθετημένο κακό από το προηγούμενο καθεστώς, αναπαράγεται και το καλό προχωρεί με απελπιστικά βραδείς ρυθμούς.
Στο διάστημα πού χρειάσθηκε να νοσηλευθώ σε νοσοκομείο της Μόσχας, με επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά ο ιερέας του νοσοκομείου. Ένας αρκετά νέος, έγγαμος ιερέας και πατέρας πέντε παιδιών, πού άοκνα ασκεί τα καθήκοντά του στο νοσοκομείο από το πρωΐ ως το βράδυ κι αν χρειασθή κάτι, πού συχνά συμβαίνει, από το βράδυ μέχρι το πρωΐ. Κι όλα αυτά όχι πάντοτε με ανθρώπους πού έχουν φιλικές διαθέσεις. Πολλοί είναι οι ασθενείς πού του ζητούν να μη ξαναπατήση στο δωμάτιό τους, όσο αυτοί θα νοσηλεύωνται εκεί. Κι αυτός με την αγάπη να λάμπη στα μάτια του, χωρίς καν ίχνος δυσαρέσκειας, να πηγαίνη στο πλαϊνό δωμάτιο κι έπειτα στο παραπέρα, μέχρι να βρη αυτούς πού τον θέλουν, γιατί χρειάζονται τη βοήθειά του. Παρηγορεί, δίδει τη Θεία Κοινωνία στους πιστούς πού του το ζητούν. Κάποιοι ζητούν να εξομολογηθούν, κάποιους αβάπτιστους τους συμβουλεύει να βαπτισθούν και όλους τους παρακαλεί να κάνουν εκκλησιαστικό γάμο. Δεν πειράζει πού πέρασαν τα χρόνια, τους λέει, και δεν είναι πια νέοι. Ένας λόγος παραπάνω. Φτάνει όσο έζησαν μακρυά απ΄ τον Χριστό. Είναι καιρός πιά να συμφιλιωθούν μαζί Του. Αυτός ήταν ο ιερέας πού με επισκεπτόταν, και μόνιμο θέμα συζήτησης ήταν η σημερινή ρωσική οικογένεια.
Με έκδηλη λύπη μιλούσε πάντα για την οικτρή εικόνα πού παρουσιάζει η σημερινή ρωσσική οικογένεια και υποστήριζε ότι αυτό το πρόβλημα είναι το πλέον σοβαρό απ΄ όσα ταλαιπωρούν τη ρωσική κοινωνία σήμερα. Ισχυριζόταν δε ότι αυτό το πρόβλημα δηλητηριάζει τη ζωή ολόκληρης της χώρας.
Κάποια φορά πού θεώρησα υπερβολικές τις απόψεις του, τον ρώτησα: «Μα καλά, ο γάμος δεν έχει καμμιά αξία για τους Ρώσους;». Η απάντηση ήρθε αμέσως και ήταν ξερή: «Καμμιά. Αυτοί πού σκαρφίστηκαν αυτό το είδος του γάμου, τον έκαναν έτσι πού να μην έχη καμμία αξία. Γι΄ αυτό και χωρίζουν οι άνθρωποι χωρίς να υπάρχη κανένας σοβαρός λόγος, για να ξαναπαντρευτούν και να ξαναχωρίσουν». Του είπα ότι θεωρώ υπερβολικές τις απόψεις του, και με προέτρεψε τότε ν΄ αρχίσω να ρωτώ τους άνδρες πού με επισκέπτονταν στο νοσοκομείο και στο σπίτι πού έμενα, αν είναι παντρεμένοι και πόσες φορές παντρεύτηκαν. Εξωπραγματικά μοιάζουν αυτά πού προέκυψαν. Ρώτησα δεκαεννέα (19) άνδρες. Μόνο ένας νεαρός γιατρός ήταν ανύπαντρος. Δύο έκαναν από τρεις πολιτικούς γάμους, οκτώ έκαναν από δύο πολιτικούς γάμους, τέσσαρες έκαναν από έναν, τρεις (μέ δύο πολιτικούς γάμους ο καθένας τους) ήσαν χωρισμένοι, εκ των οποίων ο ένας ζούσε μόνος και οι δύο συζούσαν με χωρισμένες γυναίκες και προστάτευαν και τα παιδιά πού είχαν αυτές από προηγούμενους γάμους. Και ένας, ο τελευταίος από τους 19, έκανε εκκλησιαστικό γάμο, χωρίς να έχη ξαναπαντρευτή προηγουμένως. Εννέα από αυτούς ήσαν και αβάπτιστοι. Απ΄ όλους αυτούς μόνο ένας νεαρός (δικηγόρος το επάγγελμα) είχε κάποιες επαφές με την κόρη του από προηγούμενο γάμο. Τι επαφές δηλαδή; Πάσχα και Χριστούγεννα συναντούσε η κοπελίτσα αυτή (μαθήτρια Β’ Γυμνασίου) τον μπαμπά της. Της έκανε το τραπέζι σε κάποιο ρεστοράν, της έκανε και κάποιο μικρό δωράκι κι αυτό ήταν όλο. Οι υπόλοιποι με παγερή αδιαφορία μου είπαν ότι δεν ξέρουν τί απέγιναν τα παιδιά των και όλοι τους επέρριψαν την ευθύνη στη μητέρα, ότι αυτή δηλαδή δηλητηρίασε την ψυχή των παιδιών και τα αποξένωσε από τον πατέρα…
Απ΄ όλ΄ αυτά πού άκουσα, όταν επέστρεψα, παρακινήθηκα να ξεφυλλίσω ένα παλιό τετράδιο-ήμερολόγιο, στο όποιο είχα καταγράψει διηγήσεις Ρώσσων σχετικά με τα παιδικά των χρόνια και τις οικογένειές των. Αυτές τις σημειώσεις του τετραδίου τις είχα γράψει κατά την διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων της μοναχικής μου ζωής. Ακούστε, παρακαλώ, κάποιες απ΄ αυτές τις σύντομες ιστορίες και βγάλτε μόνοι σας τα συμπεράσματα σας.
α) Ο πατέρας μου μάς αγαπούσε πολύ. Ξαφνικά κάτι κατάλαβε απ΄ τη συμπεριφορά της μητέρας και όλα άλλαξαν στο σπίτι μας. Οι σκηνές μεταξύ πατέρα και μητέρας έγιναν καθημερινή ιστορία. Ο πατέρας άρχισε να πίνη, και κάποιο βράδυ πού είχε -48°C παγωνιά, έτσι πώς ήταν μεθυσμένος, δεν κατάφερε να φθάση στο σπίτι και το πρωί τον βρήκαν ξεπαγιασμένο. Την επόμενη μέρα, αμέσως μετά την κηδεία του πατέρα, η μητέρα μας έβαλε στο τραίνο (έμενα και την αδελφή μου) και μας έστειλε στο χωριό στη γιαγιά μας, τη μητέρα δηλαδή του πατέρα μας. Μετά μάθαμε ότι αυτή, την ίδια εκείνη εβδομάδα, έφυγε απ΄ τη μικρή πόλη στην οποία ζούσαμε. Από τότε πέρασαν 26 χρόνια. Ούτε την είδαμε ξανά κι ούτε μάθαμε ποτέ κάτι γι΄ αυτήν. Εγώ δεν της κράτησα κακία γι΄ αυτό πού μας έκανε. Θα ήθελα να την ξαναδώ, γιατί την επιθύμησα πολύ. Η γιαγιά μας ήταν άγια γυναίκα. Μας έλεγε να προσευχόμαστε κάθε μέρα για τη μητέρα μας και να ζητούμε από τον Κύριο να τη συγχώρηση γι΄ αυτό πού μας έκανε, για να μή χάση την ψυχή της. Έτσι μας έλεγε.
β) Ο πατέρας μας μάς άφησε (τη μητέρα, εμένα και τις δύο αδελφές μου) κι έφυγε με κάποια άλλη γυναίκα. Η μητέρα μας σε μερικούς μήνες, έτσι που είχε πάθει και η καρδιά της, πέθανε απ΄ το πολύ αλκοόλ. Εμάς κάποιοι συγγενείς κατάφεραν και μας έβαλαν σε ορφανοτροφεία. Δεν ξέρω τι απέγιναν οι αδελφές μου. Το ορφανοτροφείο στο όποιο ήσαν, όταν τους έγραψα γράμμα και ρώτησα γι΄ αυτές, μου απήντησαν, ότι εκεί τελείωσαν σχολείο και στη συνέχεια η μία έγινε ράπτρια και η άλλη έμαθε κέντημα και όταν ενηλικιώθηκαν και απέκτησαν διαβατήριο, έφυγαν από το ορφανοτροφείο. Κάποιος μου είπε ότι ίσως έφυγαν στην Ευρώπη να βρουν δουλειά. Εγώ δεν τις ξαναείδα.
γ) Η μητέρα μου μας άφησε κι έφυγε με κάποιον άλλο άνδρα. Ο πατέρας μας έφερε τότε στο σπίτι μας τη φιλενάδα του με τις δύο μικρές κόρες της. Τώρα στο σπίτι μας είναι αυτή η γυναίκα. Ο αδελφός μου κι εγώ (17 χρονών ο αδελφός και 15 το παιδί πού μου μιλούσε) αναγκασθήκαμε να φύγουμε απ΄ το σπίτι μας. Ο αδελφός μου δεν ξέρω τι απέγινε. Ίσως πήγε στο στρατό Εγώ βρήκα δουλειά σ΄ ένα ξυλουργικό εργοστάσιο, αλλά τα χρήματα πού κερδίζω είναι πολύ λίγα (74 δολάρια το μήνα). Ευτυχώς πού κοιμούμαι στο εργοστάσιο και κάθε μεσημέρι μου δίνουν και φαγητό…
Υπάρχουν κι άλλες παρόμοιες ιστορίες καταχωρημένες σ΄ εκείνο το τετράδιο, και στο τέλος γράφω: «Κι αν έχης κουράγιο και γερό στομάχι, μπορείς να γεμίσης τόμους από πανομοιότυπες ιστορίες των 10 λέξεων, πού στάζουν πίκρα και απόγνωση. Πόσος πόνος Θεέ μου!…».
Κι αυτές οι περιπτώσεις πού παρατέθηκαν είναι απ΄ τις πιο καλές, γιατί βρέθηκε κάποια γιαγιά ή ένα ορφανοτροφείο ή κάποιο ξυλουργικό εργοστάσιο.
Δείτε όμως και κάποια άλλη πλευρά του ιδίου προβλήματος.
Σήμερα τρία εκατομμύρια (3.000.000) παιδιά (ναί! τρία εκατομμύρια παιδιά), και κατ΄ άλλους τα παιδιά αυτά ξεπερνούν τα τέσσερα εκατομμύρια, γυρίζουν αδέσποτα στους δρόμους των πόλεων της χώρας αυτής, χωρίς να ξέρουν πού θα περάσουν τη νύχτα και αν βρουν κάτι να φάνε Καθένας αναρωτιέται, πώς βρέθηκαν στους δρόμους τόσα αθώα πλάσματα. Απλά. Οι γονείς των χώρισαν. Ή ακολουθώντας νόμιμες διαδικασίες (εύκολη δουλειά, πολιτικός γάμος ειν΄ αυτός) ή αδιαφορώντας ακόμη και γι΄ αυτές τις απλές διαδικασίες, χώρισαν κι έφυγαν. Ο ένας προς τη μια κατεύθυνση του δρόμου και ο άλλος προς την αντίθετη, με καταφανή την πρόθεση ο ένας να φόρτωση στον άλλο τα παιδιά. Έτσι αυτά -έρμα και σαστισμένα- πήραν τους πέντε δρόμους και σκόρπισαν σαν τα παιδιά του λαγού. Αυτή είναι η μοίρα των τριών –κατ΄ άλλους τεσσάρων- εκατομμυρίων παιδιών πού γεννήθηκαν.
Ελάτε τώρα να δούμε και κάποια άλλα εκατομμύρια παιδιών, πού δεν γεννήθηκαν ποτέ, διότι δεν τα επέτρεψαν να γεννηθούν. Πάντα σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, πού δίδει στη δημοσιότητα το αρμόδιο ρωσσικό Υπουργείο, το έτος 2002 (σημαδιακή χρονιά) σε νοσοκομεία και κλινικές της Ρωσσίας έγιναν και είναι καταγεγραμμένες τεσσεράμισι έκατομμύρια (4.500.000) εκτρώσεις. Και σ΄ αυτό το τεράστιας ηθικής ευθύνης θέμα, η διαδικασία είναι απλή. Πηγαίνει η «κυρία» σε νοσοκομείο της αρεσκείας της και δηλώνει ότι θέλει να κάνη διακοπή κυήσεως. Τη ρωτούν οι γιατροί σε ποιό μήνα βρίσκεται αυτή η ιστορία, της ορίζουν ήμερα και ώρα, και όλα πιά είναι τακτοποιημένα νόμιμα και χωρίς η «κυρία» να χρειασθή να πλήρωση ούτε ένα καπίκι. Κάποιος μου είπε ότι η «κυρία» δεν είναι υποχρεωμένη ούτε τους λόγους αυτής της ενεργείας να αναφέρη στο γιατρό. Είδατε ευκολίες ο «νέος άνθρωπος»; Είδατε αντιλήψεις και πρακτικές περί οικογενείας, για να πάψη αυτή να άποτελή «στήριγμα του παλιού συντηρητικού καθεστώτος και μέσον αναπαραγωγής της ιδεολογίας της άρχουσας τάξης»;
Σκληρά όσα παρατέθηκαν, και ζητώ να με συγχώρεση ο σεβαστός αναγνώστης. Ήσαν όμως απαραίτητα όλ΄ αυτά, για να κατανόηση σε τι πεδίο σπαρμένο με αγκάθια και τριβόλια, σε ποιά πνευματική έρημο καλείται σήμερα η καθημαγμένη Ορθοδοξία στη Ρωσία να δώση το δικό της «παρών».
Κι επειδή ξέρω καλά ότι σ΄ αυτό το σημείο του κειμένου, πού τέθηκε το θέμα της παρουσίας της Ορθοδοξίας στη ζωή της σημερινής Ρωσσίας, σ΄ αυτό το σημείο γεννιέται και το ερώτημα στον αναγνώστη: «μα είναι έτοιμη η Εκκλησία να δώση το δικό της παρών, έχει τη δύναμη μέσα σ΄ έναν τέτοιο κυκεώνα προβλημάτων πού ταλανίζουν τη σημερινή Ρωσία να σηκώση τέτοιο βάρος;». Για να μη μένη μετέωρο το ερώτημα στη σκέψη του αναγνώστη, τώρα, αν και πιο σωστό θα ήταν επιλέγοντας, πρέπει να δοθή η απάντηση: «Ναι. Μπορεί».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας ποτέ δεν ενεργεί μόνη της «Η θεία Χάρις η τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα» θα δώση τη δύναμη πού χρειάζεται η ρωσσική Εκκλησία, για να φέρη σε πέρας το τεράστιο έργο της ανόρθωσης της Όρθόδοξης Πίστης μας στη χώρα αυτή, και ο ρωσικός λαός, πού από χαρακτήρα είναι ευσεβής λαός, ύστερα απ’ την εβδομηντάχρονη δοκιμασία πού έζησε με το σατανικό καθεστώς, θα ξαναβρή το φυσικό του δρόμο, πού είναι και δρόμος όλων των Ορθοδόξων. Είναι και μονόδρομος. Είναι ο δρόμος επιστροφής στο Χριστό. Είναι ο δρόμος της σωτηρίας της ψυχής.
Συνεχίζεται…
http://vatopaidi.wordpress.com/2009/12/24
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου