ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Β΄ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΓ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ, ΚΕΦ. 3, στιχ. 12-13.
Τοῖς δὲ τοιούτοις παραγγέλλομεν καὶ παρακαλοῦμεν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἵνα μετὰ ἡσυχίας ἐργαζόμενοι τὸν ἑαυτῶν ἄρτον ἐσθίωσιν.
Ὁ ἄριστος παιδαγωγός, ὁ θεῖος Παῦλος γνωρίζει νά συνδυάζει τό πικρό μέ τό γλυκύ. Αὐτή ἄλλωστε εἶναι ἡ τέχνη τῆς παιδαγωγίας. Ἐπειδή προηγουμένως, πολύ τούς μάλωσε τούς Θεσσαλονικεῖς, μιλώντας τους ἔντονα καί αὐστηρά, τώρα θέλει νά κάνει πιό γλυκό τόν λόγο του. Γιαυτό λέγει: Σᾶς παραγγέλουμε ἀλλά καί σᾶς παρακαλοῦμε· «διά τοῦ Κυρίου» σᾶς παραγγέλουμε.
Ἡ φράση «διά τοῦ Κυρίου» ὑποδηλώνει ὅτι τό παράγγελμα εἶναι ἀξιόπιστο, ἀλλά ἐπίσης εἶναι ἄξιο σεβασμοῦ ὅσο καί φόβου ἐάν δέν τηρηθεῖ.
Εἶναι σάν νά τούς λέγει: «Αὐτό πού σᾶς παραγγέλουμε, κατ’ ἐντολήν τοῦ Κυρίου, σᾶς τό παραγγέλουμε. Ἑπομένως προσέξτε πολύ. Σᾶς παρακαλοῦμε καί σᾶς προτρέπουμε σάν νά σᾶς παρακαλεῖ καί προτρέπει ὁ Πρᾶος καί Ταπεινός Κύριος».
Δίδαγμα: Ὁ Κύριος καί οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ ἀληθινοί μιμηταί τοῦ Κυρίου δέν διστάζουν νά ταπεινώνονται ἄκρως καί νά μᾶς παρακαλοῦν.
Μᾶς παρακαλοῦν νά φροντίσουμε γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Φανερώνεται ἔτσι ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Κυρίου. Ὅποιος ἀγνοεῖ, ὅποιος κωφεύει σ’ αὐτές τίς παρακλήσεις, προσκρούει ὀδυνηρά στήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ἡ Θεία Δικαιοσύνη δέν εἶναι ἄτεγκτη καί ἀνάλγητη, ὅπως ἡ ἀνθρώπινη, ἀλλά πραεῖα καί γεμάτη ἔλεος, ἀγάπη καί συγκατάβαση.
Ὁ μεγάλος πόνος τῶν ἁμαρτωλῶν στήν Κόλαση θά εἶναι τό ὅτι δέν δέχθηκαν, ἀλλά ἀντίθετα καταφρόνησαν αὐτήν τήν ἄπειρη εὐσπλαχνία καί Θεϊκή ἀγάπη. Θά ἀναρωτιῶνται καί θά θρηνοῦν γιά τό πῶς μπόρεσαν νά ὑβρίσουν τέτοιο φιλάνθρωπο Δεσπότη.
Ἡ παρακοή στόν λόγο τοῦ Κυρίου ἔχει ὀδυνηρές συνέπειες γιά τόν ἄνθρωπο. Ὄχι διότι ὁ Θεός εἶναι τιμωρός καί ἐκδικεῖται, ἀλλά διότι ὁ ἄνθρωπος διά τῆς παρακοῆς ἀποχωρίζει τήν ὕπαρξή του ἀπό τήν ρίζα της, πού εἶναι ὁ Θεός. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος «μένει στόν ἀέρα, στό κενό, μετέωρος», χωρίς ρίζα, χωρίς τροφή, χωρίς στήριγμα, χωρίς ὕπαρξη, χωρίς σωτηρία, χωρίς τίποτα, στερημένος ἀπό τό Πᾶν, ἀφοῦ στερεῖται τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὄντως, τό Πᾶν καί ὁ ὄντως Ὤν(=Αὐτός πού ἀληθινά ὑπάρχει).
Ἑπομένως ὅποιος παρακούει στό Θεῖο Θέλημα, οὐσιαστικά χωρίζεται ἀπό τόν Θεό. Τό διαχωριστικό μεταξύ τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ Θεοῦ εἶναι τό ἐγωιστικό θέλημά τοῦ ἀνθρώπου, πού δέν θέλει νά τό ἀρνηθεῖ. Αὐτό τό θέλημα, ὁ παρήκοος τό κρατεῖ πεισματικά καί δέν τό δίνει στόν Κύριο, δέν τό συμμορφώνει μέ τό Θεῖο Θέλημα. Ἔτσι οὐσιαστικά ἀπομονώνεται καί αὐτοφυλακίζεται μέ τελικό ἀποτέλεσμα τήν αὐτοδιάλυσή του.
Γιαυτό οἱ Ἅγιοι Πατέρες χαρακτήρισαν τό θέλημα, ὡς τό «χάλκινο τεῖχος πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό». Μᾶς δίδαξαν ἐπίσης ὅτι ὁ παρήκοος εἶναι ἀδύνατον νά σωθεῖ, ἀφοῦ μόνο διά τῆς ὑπακοῆς θά εἰσοδεύσουμε πάλι στόν Παράδεισο. Ὅπως διά τῆς παρακοῆς ἀποξενωθήκαμε τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Παραδείσου, ἔτσι μόνο διά τῆς ὑπακοῆς, διά τῆς Μετανοίας(πού εἶναι ἐπίσης ὑπακοή στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ: «Μετανοεῖτε») θά ξαναεισέλθουμε στόν Παράδεισο καί τήν Ἐπουράνιο Βασιλεία τοῦ ἀληθινοῦ καί τέλειου Ὑποτακτικοῦ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
Καί ἄς δοῦμε τί τούς παρακαλεῖ ἀλλά καί παραγγέλει:
-Ἵνα μεθ΄ ἡσυχίας ἐργαζόμενοι͵ τὸν ἑαυτῶν ἄρτον ἐσθίωσι.
Ἡ παραγγελία ἀφορᾶ στούς ἀδελφούς, πού ἀτακτοῦν καί δέν ἐργάζονται ἀλλά «περιεργάζονται». Δίνει ὁδηγίες στούς ὑπόλοιπους, (στούς ἐργαζομένους καί εὐπειθεῖς) πῶς νά τούς ἀντιμετωπίσουν, τί νά τούς ποῦν. Πρέπει νά τούς περάσουν τό μήνυμα: «Νά ἐργάζωνται, νά μήν ἀτακτοῦν ἀλλά νά εἶναι ἥσυχοι. Δέν θά πρέπει νά «περιεργάζονται» τούς ἄλλους καί νά δημιουργοῦν σκάνδαλα μένοντας ἀργοί».
Πράγματι αὐτή ἡ ὁμάδα τῶν Θεσσαλονικέων, πού δέν ἐργάζονταν ἐπειδή τάχατες ἡ Β΄ Παρουσία θά συνέβαινε ἐντός ὀλίγου, ἦσαν πηγή ἀταξίας καί σκανδάλων στήν τοπική Ἐκκλησία.
Ἡ ἡσυχία εἶναι τό ἀντίθετο τῆς ἀταξίας. Οἱ μή ἐργαζόμενοι ἀτακτοῦσαν.
Ἡ ἐργασία εἶναι τό ἀντίθετο τῆς ἀργίας. Ὁ ἅγιος Παῦλος τούς ζητᾶ νά διορθωθοῦν τόσο ὡς πρός τήν ἀργία, ὅσο καί ὡς πρός τήν ἀταξία. Τούς παραγγέλει άλλά καί τούς παρακαλεῖ:
α) νά ἐργάζωνται γιά νά πολεμήσουν τό ἁμάρτημα τῆς ἀργίας καί
β) νά ἀσκοῦν τήν ἡσυχία, τήν ἡσυχαστική ζωή, γιά νά πολεμήσουν τό ἁμάρτημα τῆς ἀταξίας.
Τούς προτρέπει δηλ.:
1)Νά ἀποφεύγουν τελείως τήν ἀργολογία, τήν κατάκριση,τήν παρατήρηση τῶν σφαλμάτων τῶν ἄλλων καί
2) Νά ἀσκοῦν τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν νηστεία, τήν ἐκκοπή τῶν παθῶν, τήν αὐτομεμψία, τήν μετάνοια, τήν ὑπακοή, τήν σιωπή.
Ὁ ἅγιος Παῦλος δέν δίνει ἐντολή νά τρέφουν τούς ἀργούς οἱ ἐργαζόμενοι ἀδελφοί. Θά μποροῦσε βέβαια νά δώσει μία τέτοια ἐντολή καί νά ἀρκεστεῖ στό νά ἀπαιτήσει ἀπό τούς ἀργούς τό νά ἡσυχάζουν καί νά μήν ἀτακτοῦν Ὅμως ζητάει καί τά δύο, διότι ἐπιθυμεῖ τήν πλήρη διόρθωση τῶν ἀδελφῶν, τήν τελειοποίησή τους: Τούς θέλει:
α)νά ἡσυχάζουν, νά μήν ἀτακτοῦν, νά μήν «περιεργάζονται» καί
β) νά τρῶνε μέ τόν δικό τους κόπο τόν ἄρτο τους καί ὄχι νά τρῶνε τόν κόπο τῶν ἄλλων ζητώντας ἐλεημοσύνη.
Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως ἀμέσως, πάλι συστέλλεται, στό ἐνδεχόμενο οἱ ἄτακτοι, νά μήν θελήσουν νά συμμορφωθοῦν πλήρως. Γιαυτό νά τί λέγει στή συνέχεια:
Ὑμεῖς δὲ͵ ἀδελφοὶ͵ μὴ ἐκκακήσητε καλοποιοῦντες.
Ἐσεῖς ὅμως ἀδελφοί, λέγει, ἀκόμη καί ἄν οἱ ἀργοί δέν θελήσουν νά συμμορφωθοῦν καί νά ἐργαστοῦν, μήν ἀποκάμνετε κάνοντας τό καλό καί ἐλεώντας τους.
Παρατήρησε, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, πῶς πάλι φανερώνει τήν σπλαχνική, πατρική του ἀγάπη. Δέν μπόρεσε νά προχωρήσει περισσότερο στήν ἐπιτίμηση καί στήν παιδαγωγία. Πάλι ἐλέησε τούς ἀτάκτους.
Μάλιστα πρόσεξε, συνεχίζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, μέ πόση σύνεση τό κάνει. Δέν εἶπε: Συγχωρέστε τους, κάνετέ τους ὑπομονή, μέχρι νά διορθωθοῦν, ἀλλά τί εἶπε;
Ἀπομακρυνθεῖτε μέν καί ἐπιτιμεῖστε αὐτούς, ἀλλά μήν τούς παραβλέπετε, ὅταν τείνουν νά καταστραφοῦν ἀπό τήν πείνα, ἀπό τόν λιμό. Μήν ἀποκάμνετε κάνοντας τό καλό. Ἐλεεῖστε, ἀνεξάρτητα ἀπό τό ἄν ὁ ἄλλος ἐργάζεται ἤ ὄχι. Δέν πρέπει νά νικήσει τήν δική σας φιλοτιμία, ἡ δική τους μοχθηρία καί κακία (τό ὅτι μένουν ἀργοί δέν πρέπει νά σᾶς κάνει ἄσπλαχνους). Τό κακό δέν πρέπει νά νικήσει τό καλό.
-Τί λοιπόν θά πρέπει νά κάνουμε;(θά μποροῦσε νά ρωτήσει κάποιος πού ἐργάζεται). Ἐάν κάποιος ἀπό τούς ἀτακτούντας καί ἀργούς ἐπιμένει νά μήν ἐργάζεται, ἐνῶ συγχρόνως ἀπολαμβάνει τήν ἄφθονη χορηγία ἀπό ἐμᾶς, ἐμεῖς πῶς θά πρέπει νά ἀντιδράσουμε;
-Σ’ αὐτόν θά χορηγήσετε ἕνα φάρμακο ἤπιο, ὅπως σᾶς εἶπα (θά ἔλεγε ὁ ἅγιος Παῦλος): «Στέλλεσθε» ἀπ’ αὐτόν, δηλ. θά ἀπομακρυνθῆτε ἀπ’ αὐτόν. Δέν θά τοῦ δώσετε ὑπερβολικό θάρρος καί παρρησία. Θά φαίνεσθε ὀργισμένοι. Δέν εἶναι μικρό αὐτό.
Τέτοιου εἴδους ἐπιτίμιση θά πρέπει νά γίνεται πρός τόν ἀδελφό, ἐάν ἀληθινά θέλουμε νά τόν διορθώσουμε. Ἡ ὀργή εἶναι ἀναμάρτητη ὅταν χρησιμοποιεῖται ἀπαθῶς ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας.
Ἄλλωστε κανείς, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, δέν ἀγνοεῖ τούς τρόπους τῆς ἐπιτίμησης. Πές μου ὅμως (ἐρωτᾶ τό χρυσοῦν στόμα), ἐάν εἶχες σαρκικό ἀδελφό, ἄραγε θά τόν περιφρονοῦσες ἐάν ἐλειωνε ἀπό τήν πεῖνα; Καί ἀπαντᾶ:
-Δέν νομίζω. Κάπως θά τόν οἰκονομοῦσες.
Δίδαγμα: Ἡ ὅποια ἐπιτίμηση γίνεται γιά νά εὐαρεστήσουμε στόν Θεό καί νά βοηθήσουμε στήν σωτηρία τοῦ δεχομένου τήν ἐπιτίμηση ἀδελφοῦ μας. Ἀλλοίμονον ἐάν ἐπιτιμοῦμε ἱκανοποιώντας τό πάθος τῆς ἐκδίκησης ἤ τοῦ θυμοῦ μας ἐναντίον τοῦ ἁμαρτάνοντος. Χρειάζεται μεγάλη διάκριση, ὥστε νά κερδίσουμε τόν σφάλλοντα ἀδελφό.
Μία ἐγχείρηση, πού ἐνδεχομένως θά ὁδηγήσει στόν θάνατο τοῦ ἀσθενοῦς εἶναι καλλίτερο νά μήν γίνεται. Θά πρέπει νά μήν βάζουμε στούς ἀνθρώπους φορτία δυσβάστακτα. Ἀντίθετα νά τούς συνιστοῦμε νά μετανοήσουν καί νά ξεκινήσουν τήν πνευματική προσπάθει κάνοντας αὐτό πού μποροῦν.
Ἡ πνευματική ἀρρώστια δέν ξεπερνιέται εὔκολα. Θά πρέπει καί ὁ θεράπων καί ὁ θεραπευόμενος νά κάνουν ὑπομονή καί νά ὑπακούουν στό Θεῖο Θέλημα. Δέν μποροῦμε ἀπό ἕναν, πού εἶναι βαρειά ἄρρωστος νά ἀπαιτήσουμε νά ἔχει ἐπιδόσεις πρωταθλητοῦ.
Πηγή εἰκόνων:
http://www.romios.bravehost.com/theologia/fountoulis/paylos.gif
http://vatopaidi.files.wordpress.com/2010/03/apostolos-pavlos.jpg?w=400&h=268
http://entosfylou.files.wordpress.com/2009/04/apostolos-pavlos.jpg?w=257
Print this post
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου