3) Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι: «Ἡ συγκεφαλαίωση τῆς ὅλης Θείας Οἰκονομίας»[1].
Ὅλα τά θαυμαστά γεγονότα πού ἐργάστηκε ὁ Θεός γιά νά ἐπαναφέρει στόν Οἶκο Του τόν ἄνθρωπο μετά τήν παρακοή, καί νά τόν κάνει πάλι οἰκεῖο Του (νά τόν σώσει), ὅλα αὐτά μαζί ὀνομάζονται Θεία Οἰκονομία.
Αὐτό τό γεγονός τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας μας ζοῦμε στή Θεία Λειτουργία καί εὐχαριστοῦμε γι’ αὐτό τό Θεό.
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ μυστηριακή ἀναβίωση τῆς Θεία ς Οἰκονομίας, ἡ «συγκεφαλαίωσις τῆς ὅλης οἰκονομίας», ὅπως λέει ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης[2].
«Τό μυστήριο τῆς Θεία ς Οἰκονομίας φανερώθηκε ταυτόχρονα μέ τήν παρακοή τοῦ ἀνθρώπου. Ἀρκετά γεγονότα καί προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀναφέρονται ἄμεσα στό μυστήριο τῆς Θεία ς Εὐχαριστίας. Τό κατ' ἐξοχήν γεγονός πού προεικόνιζε τή Θεία Εὐχαριστία ἦταν ἡ ἑορτή τοῦ ἰουδαϊκοῦ Πάσχα. Ἡ ἑορτή αὐτή ἦταν μιά διαρκής ἀνάμνηση τῆς σωτηρίας τῶν Ἑβραίων. Μιά διαρκής εὐχαριστία πρός τό Θεό γιά τίς εὐεργεσίες Του»[3].
Στήν τελευταία πρίν ἀπό τήν ἀπόλυση εὐχή, πού λέει ὁ ἱερέας ὅταν μεταφέρει τά «ἅγια» στήν Ἁγία Πρόθεση, τονίζεται ὅτι ὁ Χριστός εἶναι «ὁ πληρώσας πᾶσαν τήν πατρικήν οἰκονομίαν». Στήν ἀντίστοιχη εὐχή τῆς λειτουργίας τοῦ Μ. Βασιλείου λέγεται ὅτι μέ τή Θεία Λειτουργία «διανύθηκε καί ὁλοκληρώθηκε, ὅσο ἦταν δυνατό ἀπό ἐμᾶς, τό μυστήριο τῆς οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ μας». Ἀλλά καί στήν εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς ἀναφέρεται ὅτι ὁ Θεός ἔδωκε τό Μονογενή του Υἱό, πού ἦρθε καί «ἐπλήρωσε πᾶσαν τήν ὑπέρ ἡμῶν οἰκονομίαν».
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἀνακεφαλαίωση τοῦ μυστηρίου τῆς Θεία ς Οἰκονομίας. Ὅλα τά γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ ἱερουργοῦνται στή Θεία Λειτουργία.
Σ' αὐτήν βλέπουμε τόν Κύριο νά γεννιέται στήν Ἁγία Πρόθεση, νά βγαίνει στή δημόσια δράση μέ τήν Εἴσοδο τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, νά κηρύττει μέ τήν ἀνάγνωση τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου. Τόν βλέπουμε νά πορεύεται πρός τό Πάθος στή μεγάλη Εἴσοδο, νά θυσιάζεται πάνω στήν ἁγία Τράπεζα, νά ἀνασταίνεται μέσα μας μέ τή Θεία Κοινωνία καί νά ἀναλαμβάνεται πάλι στούς οὐρανούς στό τέλος τῆς Θεία ς Λειτουργίας.
Μαζί μέ τούς Δώδεκα μετέχουμε στό Δεῖπνο, στό Ὑπερῶο τῆς Σιών.
«Πιστεύσατε ὅτι καί τώρα ἐκεῖνο τό δεῖπνο εἶναι, στό ὁποῖο καί αὐτός ὁ Χριστός ἀνέκειτο. Σέ τίποτε δέν διαφέρει τοῦτο τό εὐχαριστιακό δεῖπνο ἀπό ἐκεῖνο... Τοῦτο εἶναι ἐκεῖνο τό ἀνώγειον, ὅπου ἦσαν τότε· ἀπό ἐδῶ ἐξῆλθαν στό ὄρος τῶν ἐλαιῶν» λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος[4]. Ἀκούγοντάς τον νομίζει κανείς ὅτι βλέπει μπροστά του νά ἐκτυλίσσονται τά συγκλονιστικά γεγονότα ἐκείνης τῆς τελευταίας νύκτας τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Κυρίου.
Πορευόμαστε ὕστερα μαζί Του στό δρόμο τῆς σταυρικῆς θυσίας. Τό ἅγιο θυσιαστήριο εἶναι ὁ Γολγοθᾶς.
«Τοῦτο (τό μυστήριο τῆς Θεία ς Εὐχαριστίας) ἐκείνης (τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ) εἶναι τύπος καί αὐτή ἐκείνης· διότι τόν Ἴδιον πάντοτε προσφέρομεν... Ἐκείνη (τή θυσία) προσφέρουμε καί τώρα, αὐτήν πού προσφέρθηκε τότε, τήν ἀδαπάνητη»[5]. Εἶναι ἀκριβῶς ἡ θυσία τοῦ Γολγοθᾶ ἡ κάθε Θεία Λειτουργία...
Μετά τό Γολγοθᾶ φθάνουμε στήν Ἀνάσταση.
«Τίποτε περισσότερο δέν ἔχει τό μυστήριο τοῦ Πάσχα ἀπό αὐτό πού τελεῖται τώρα· ἕνα καί τό αὐτό εἶναι, ἡ ἴδια χάρη τοῦ Πνεύματος, πάντα Πάσχα εἶναι»[6].
Ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι τό ἀδιάκοπο Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας. Κάθε Θεία Λειτουργία εἶναι Ἀνάσταση, εἶναι τό Μυστήριο τοῦ κενοῦ μνημείου, εἶναι Πάσχα. Εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ πρόγευση τοῦ καινοῦ αἰῶνος, πού εἰσβάλλει μέσα στόν παλαιό καί τόν μεταμορφώνει μέσα στό ἀναστάσιμο φῶς. Εἶναι ἡ χαρισματική παρουσία τῆς μελλοντικῆς Βασιλείας. Εἶναι ἡ ζωή στόν Παράδεισο ἀπό τώρα.
«Σύ ἐκ τοῦ μή ὄντος εἰς τό εἶναι ἡμᾶς παρήγαγες, καί παραπεσόντας ἀνέστησας πάλιν καί οὐκ ἀπέστης πάντα ποιῶν ἕως ἡμᾶς εἰς τόν οὐρανόν ἀνήγαγες καί τήν βασιλείαν σου ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν».
Προσέξτε: «ἀνήγαγες», ὄχι «ἀνάξεις» δηλ. ἤδη μᾶς ἔχεις ἀνεβάσει στόν οὐρανό, ἤδη ζοῦμε στόν Παράδεισο. Κάνεις τήν γῆ οὐρανό μ' αὐτό τό μυστήριο. Μᾶς δίνεις τήν δυνατότητα νά βαδίσουμε στόν οὐρανό. Ἔκανες «τόν οὐρανόν βατόν» λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος[7]. Καί τό ἀκόμη φρικτότερο ἔρχεσαι καί μένεις μέσα μας κι ἐμεῖς «μέσα Σου».
Ὁ Λειτουργικός χωρόχρονος.
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι τό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ. Καί ὅπως ὁ Χριστός εἶναι «τό Α καί τό Ω, ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος, ἡ ἀρχή καί τό τέλος», ἔτσι καί ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ σύναξη τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου πού χαρίζεται στή σύναξη τῶν πιστῶν. Ὁ χῶρος καί ὁ χρόνος συστέλλονται , συνάζονται , συμπυκνώνονται, μέσα στή Θεία Λειτουργία. Μέσα σ’ αὐτόν τόν λειτουργικό χωρόχρονο ζοῦμε τήν λατρευτική παρουσίαση, ἀνάπτυξη καί ἀναβίωση ὅλων ὅσων ἔκανε ὁ Χριστός γιά τή σωτηρία μας.
Ὁ κοσμικός χρόνος εἶναι σά σταματημένος. Ὅλα διαδραματίζονται μέσα στό λεγόμενο Λειτουργικό χρόνο, βιώνονται σάν γεγονότα τοῦ παρόντος. Ἡ γέννηση στή Βηθλεέμ, ὁ Μυστικός Δεῖπνος, ἡ πορεία στό Γολγοθᾶ, ἡ Σταυρική Θυσία, ἡ Ἀνάσταση. Ὁλοφάνερο αὐτό καί στούς ὕμνους πού ψάλλονται: «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου», «Χριστός γεννᾶται» ὄχι γεννήθηκε... Ζοῦμε μαζί μέ ὅλη τή Δημιουργία τή Θεία Οἰκονομία καί χαιρόμαστε σταυροαναστάσιμα, γευόμαστε τή μακαριότητα τοῦ Θεοῦ, μέσα στό αἰώνιο παρόν τοῦ Θεοῦ· διότι γιά τόν ἄχρονο Θεό δέν ὑπάρχει παρελθόν καί μέλλον.
Τό ἴδιο καί γιά τόν «λειτουργημένο» καί λειτουργοῦντα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπο: Τό παρελθόν, δέν τόν ἀναστέλλει, οὔτε τόν ἀπασχολεῖ, ἀφοῦ μετενόησε· τό μέλλον πάλι δέν τόν ἀπασχολεῖ οὔτε τόν κάνει νά ἄγχεται, ἀφοῦ τό ἀφήνει στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Ζεῖ ἔτσι χαρούμενα τό τώρα, τήν κάθε συγκεκριμένη στιγμή τοῦ παρόντος, εὐχαριστώντας τόν Κύριο «λειτουργώντας ἐνώπιον Του».
Καί ὅπως ὁ Χριστός ἔγινε, γίνεται καί εἶναι ἡ Ζωή καί τό Πᾶν γιά μᾶς, ἔτσι καί ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ Ζωή μας καί τό Πᾶν γιά μᾶς καί τώρα καί πάντοτε.
4) Θεοφάνεια Τριαδική[8]:
Σέ κάθε Θεία Λειτουργία ἔχουμε φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ Θεία Οἰκονομία εἶναι ἡ φανέρωση τοῦ Παναγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ θεϊκή δύναμη, πού ἀνακαινίζει τόν ἄνθρωπο πηγάζει ἀπό τόν Πατέρα, διαδίδεται διά τοῦ Υἱοῦ, καί τελειοῦται ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.[9] Ὁ Χριστός προσέφερε τόν ἑαυτό Του στόν Πατέρα, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἱερουργός διά τῆς Θεία ς Λειτουργίας «τήν ἁγίαν ἡμῖν ἀνακαλύπτει Τριάδα» γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος.[10] Ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία μέ δοξολογία στήν Ἁγία Τριάδα: «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἀκολουθεῖ λίγο μετά ὁ τρισάγιος ὕμνος, πού ψάλλουμε «τῇ ζωοποιῷ Τριάδι». Λίγο πρίν τήν κεντρική στιγμή τοῦ μυστηρίου, ὅταν πρέπει νά ἀνυψωθοῦμε στό ὑπερουράνιο θυσιαστήριο, μᾶς προσφέρεται ἀπό τό λειτουργό «ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Προχωροῦμε τότε στήν εὐχαριστία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ γιά τά πάντα: «Σύ εἶ Θεός ἀνέκφραστος, ἀπερινόητος, ἀόρατος, ἀκατάληπτος, ἀεί ὤν, ὡσαύτως ὤν· σύ καί ὁ μονογενής σου Υἱός, καί τό Πνεῦμα σου τό Ἅγιον. Σύ ἐκ τοῦ μή ὄντος εἰς τό εἶναι ἡμᾶς παρήγαγες, καί παραπεσόντας ἀνέστησας πάλιν, καί οὐκ ἀπέστης πάντα ποιῶν, ἕως ἡμᾶς εἰς τόν οὐρανόν ἀνήγαγες, καί τήν Βασιλείαν σου ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν. Ὑπέρ τούτων ἁπάντων εὐχαριστοῦμεν Σοι, καί τῷ Μονογενεῖ σου Υἱῷ καί τῷ Πνεύματί σου τῷ Ἁγίῳ». Μετά τήν εὐχαριστία τολμοῦμε νά ἱκετεύσουμε τόν Θεό Πατέρα νά ἀποστείλει τό Ἅγιο Πνεῦμα γιά νά καθαγιάσει τήν προσφορά τοῦ Υἱοῦ. Καί ὁ Παράκλητος ἔρχεται ὡς «αὔρα λεπτή» καί ἐνεργεῖ «τό θαῦμα τῶν μυστηρίων»: μᾶς χαρίζει τόν Χριστό. Κι ὅλα γεμίζουν ἀπό τό φῶς τῆς Τρισηλίου Θεότητος. Ὁ Υἱός, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος εἴναι πλέον, παρών μέ τό Ἃγιον Σῶμα Του καί τό Τίμιον Αἷμα Του. Μαζί μ' Αὐτόν εἶναι καί ὁ Πατήρ καί τό Ἃγιο Πνεῦμα, ἀφοῦ ἡ Ἁγία Τριάδα εἶναι ἀδιαίρετη καί ἀχώριστη.
Διακονούμενοι ἀπό τήν Ἁγία Τριάδα.
Κι ἐμεῖς -οἱ πρίν παραπεταμένοι καί πεσμένοι (παραπεσόντες)- εἴμαστε τώρα φιλοξενούμενοι καί διακονούμενοι ἀπό τήν Τριαδική ἀγάπη. Κοινωνοῦμε τό ἅγιο Σῶμα καί τό Τίμιον Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί γινόμαστε ναός τῆς Παναγίας Τριάδος, κατοικητήριο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ: «Τόν Χριστόν καί τόν Πατέρα αὐτοῦ καί τόν Παράκλητο ἔχει ἱδρυμένον μέσα του», λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἀναφερόμενος στόν πιστό πού κοινώνησε τόν Χριστό[11]. Στό τέλος τῆς Θεία ς ἱερουργίας πανηγυρίζουμε τήν ἔλευση τῆς φωτολαμποῦς Ἁγίας Τριάδος ἐντός μας: «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν.... ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες· αὕτη γάρ ἡμᾶς ἔσωσεν».
[1]Βλ. Ἱερομονάχου Γρηγορίου: Ἡ θεία Λειτουργία, σελ. 27 κ. ἑ.
[2] Μ 99, 340 C
[3] Ἱερομονάχου Γρηγορίου: Ἡ θεία Λειτουργία, σελ. 28-29.
[4] Μ 58, 507 καί 744.
[5] Μ 63, 131.
[6] Μ 62, 529-530.
[7] ΕΠΕ 13, 582
[8] Βλ. στό Ἱερομονάχου Γρηγορίου : Ἡ θεία Λειτουργία, σελ. 31 κ.ἑ.
[9] Ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης Μ 45, 1317Β.
[10] ΒΕΠΕΣ 60, 175.
[11] Μ 47,278.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου