5) Σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ μυστηριακή παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Δημιουργός καί Βασιλεύς τῶν ὅλων. Εἶναι «ὁ πᾶσαν ἐκκλησιάζων τήν κτίσιν». Ἡ παρουσία Του συγκαλεῖ, συνάγει τά πάντα. Τά «ἐνδιασφίγγει καί μεταξύ τους καί μέ τόν ἑαυτό Του προνοητικῶς», ὅπως λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης καί ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής[1]. Σέ κάθε Θεία Λειτουργία μαζί μέ τόν Χριστό εἶναι παροῦσα καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία (ἡ ἐπίγεια ἤ στρατευομένη καί ἡ Οὐράνια ἤ θριαμβεύουσα), ἀλλά καί ὅλη ἡ κτίση. Γι' αὐτό καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος καί ἄλλοι Πατέρες ὀνομάζουν τή Θεία Λειτουργία σύν-οδο, ἐπειδή ὅλοι μαζί ἑνωμένοι συμ-πορευόμαστε πρός τόν Θεό.
Ἡ Θεία Λειτουργία ὡς σύνοδος καί οἱ πιστοί ὡς «σύν-οδοι».
Ἡ λέξη Σύνοδος στὴν ἀρχική της σημασία ἀποτελεῖται ἀπὸ τὶς ἐπὶ μέρους λέξεις σὺν καὶ ὁδός, ποὺ σημαίνει συνοδοιπορία, συμπόρευση. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία: ἡ ἐπί τό αὐτό Σύναξη τοῦ σύμπαντος καί ἡ πορεία του πρός τή Βασιλεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ὁ Ἐκκλησιασμός τοῦ Σύμπαντος καί ἡ συμπόρευση ὅλων τῶν στοιχείων του πρός τόν Κύριον τῶν πάντων. Εἶναι ἡ συγκέντρωση ὅλων σ’ ἕνα σῶμα, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἅγιος Ἱγνάτιος ὁ θεοφόρος λέγει ὅτι οἱ χριστιανοί εἴμαστε ὅλοι «σύνοδοι», συνοδοιπόροι, «θεοφόροι καὶ ναοφόροι͵ χριστοφόροι͵ ἁγιοφόροι στολισμένοι πλήρως, μέ τίς ἐντολές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Συνοδοιποροῦμε φέροντας μέσα μας τόν Θεό, τόν Χριστό, τό Ἅγιο Πνεῦμα, τόν Ναό τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ Μας, πού εἶναι ἡ καρδία μας. Εἴμαστε λίθοι τοῦ Ναοῦ πού ἀνήκει στόν Πατέρα καί ἀναβαίνουμε στά ὕψη μέ τήν μηχανή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός, χρησιμοποιώντας σάν σχοινί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ πίστη μας εἶναι ὁ ἀναγωγέας μας (αὐτό πού μᾶς ἀνεβάζει πρός τόν Θεό), ἐνῶ ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ κοινός μας δρόμος, πού μᾶς φέρνει πρός τά ἄνω, πρός τόν Θεό.
Ὁ ἅγιος Ἱγνάτιος ὁ θεοφόρος λέγει ὅτι οἱ χριστιανοί εἴμαστε ὅλοι «σύνοδοι», συνοδοιπόροι, «θεοφόροι καὶ ναοφόροι͵ χριστοφόροι͵ ἁγιοφόροι στολισμένοι πλήρως, μέ τίς ἐντολές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Συνοδοιποροῦμε φέροντας μέσα μας τόν Θεό, τόν Χριστό, τό Ἅγιο Πνεῦμα, τόν Ναό τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ Μας, πού εἶναι ἡ καρδία μας. Εἴμαστε λίθοι τοῦ Ναοῦ πού ἀνήκει στόν Πατέρα καί ἀναβαίνουμε στά ὕψη μέ τήν μηχανή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός, χρησιμοποιώντας σάν σχοινί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ πίστη μας εἶναι ὁ ἀναγωγέας μας (αὐτό πού μᾶς ἀνεβάζει πρός τόν Θεό), ἐνῶ ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ κοινός μας δρόμος, πού μᾶς φέρνει πρός τά ἄνω, πρός τόν Θεό.
Ἡ ἀγάπη μᾶς καθιστᾶ συν-οδοιπόρους.
Χωρίς ἀγάπη δέν ὑπάρχει σύνδεσμος μεταξύ μας, δέν ὑπάρχει σύνοδος, συνοδοιπορία πνευματική, δέν ὑπάρχει ἐκκλησιασμός, ἐκκλησιαστικοποίηση τῶν μελῶν τοῦ ποιμνίου· χωρίς ἀγάπη δέν ὑπάρχει ἑνότης, Θεία Εὐχαριστία καί Θεία Λειτουργία. Χωρίς ἀγάπη δέν ὑπάρχει Ἐκκλησία, οὔτε εἶναι δυνατόν νά εἶναι κάποιος μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἄν δέν βαδίζει στό δρόμο τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης. Συνοδοιποροῦμε ἐπίσης, ὄχι μόνο μέ τήν ἐπίγεια, ἀλλά καί μέ τήν ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησία καί τούς ἀμώμους ἁγίους μας . Στήν Θεία Λειτουργία ποτέ δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι εἴμαστε ὅλοι μαζί. Δέν εἴμαστε μόνοι μας, οὔτε κάνουμε ἐκεῖ ἀτομική ἤ ἰδιωτική προσευχή. Στήν Ἐκκλησία ἄλλωστε, ποτέ δέν εἴμαστε ἄτομα, καί ποτέ δέν κάνουμε ἀτομική προσευχή. Ἡ κατά μόνας προσευχή, πού κάνει ὁ καθένας μας δέν εἶναι ἀτομική, ἀλλά γεγονός πού ἀφορᾶ σ’ ὅλην τήν Ἐκκλησία, διότι ὁ πιστός εἶναι πάντα ἑνωμένος μέ ὅλους τούς πιστούς, μέ ὅλην τήν Ἐκκλησία. Ἀκόμη καί ἄν εἶναι ἀσκητής ἀπομονωμένος, δέν παύει νά νιώθει «ἕνα» μέ ὅλους τούς πιστούς. Κατ’ ἐξοχήν ὀφείλουμε νά νιώθουμε «ἕνα» μέ ὅλους, ὅταν βρισκόμεθα μέσα στήν Θεία Λατρεία. Συλλειτουργοῦμε καί συλλειτουργούμαστε. Γιά νά γίνουμε ἄλλωστε «ἕνα», προσευχήθηκε ὁ Χριστός Μας. Γιά νά γίνουμε «ἕνα», ἦλθε στή γῆ. Γιά νά γίνουμε «ἕνα», διά τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος ἔφυγε στούς οὐρανούς. Γιά νά γίνουμε «ἕνα», θά ἔλθει καί πάλιν κατά τήν ἔνδοξον Δευτέρα Του Παρουσία.
Ὁ Χριστιανός ποτέ δέν νιώθει μόνος, διότι πάντα βιώνει τήν ἐν Χριστῷ ἑνότητητα μέ ὅλους. Οἱ καϋμοί, οἱ θλίψεις, οἱ χαρές ὅλων εἶναι καί δικά του βιώματα. Ὅταν γίνουμε «ἕνα» μέ ὅλους, διά τῆς ἐν Χριστῷ ἑνοποιοῦ ἀγάπης, τότε εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅταν ζήσουμε αὐτήν τήν ἑνότητα μέ ὅλους, τηρώντας τίς Κυριακές ἐντολές, τότε εἰσαγόμαστε καί παραμένουμε μέσα στήν Ἐκκλησία. Γινόμαστε τότε ἕνα σῶμα, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί πραγματώνεται τό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Ὑμεῖς δε ἐστέ σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους» .
Ὁ Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης βίωνε αὐτήν τήν ἑνότητα μέ ὅλους καί γι’ αὐτό ἔλεγε:
«Εἴμαστε ὅλοι ἕνα, γιατί ὁ Θεός εἶναι Πατέρας μας κι’ εἶναι παντοῦ» . Ὑπάρχει ἡ κοινότητα τῆς φύσεως, τῆς οὐσίας. Ἔχουμε ὅλοι τήν ἴδια ἀνθρώπινη φύση. Πρέπει νά ὑπάρξει καί ἡ ἑνότητα τοῦ θελήματος· καί αὐτό γίνεται μόνο διά τῆς ὑπακοῆς ὅλων στόν Χριστό. Ὅταν εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία ἔχουμε ὅλοι τό ἴδιο θέλημα, τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε πράγματι μόνο «μέσα στήν Ἐκκλησία γινόμαστε ἕνα μέ κάθε δυστυχισμένο καί πονεμένο κι ἁμαρτωλό», «ἕνα» μέ ὅλους.
Ἐκκλησία σημαίνει σύνοδος
Σύνοδος καὶ Ἐκκλησία εἶναι ταυτόσημες ἔννοιες, διότι ἡ Ἐκκλησία εἶναι σύνοδος οὐρανοῦ καὶ γῆς, ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων, ζώντων καὶ κεκοιμημένων. Ὅλοι οἱ Χριστιανοί εἴμεθα συνοδίτες, συνοδοιπόροι. Πορευόμαστε διά τοῦ Χριστοῦ, πρός τόν Θεό Πατέρα. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ Δρόμος, ἡ Ὁδός πάνω στήν ὁποία βαδίζουμε καί διά τῆς ὁποίας φθάνουμε στόν προορισμό μας. Μαζί μας εἶναι ὅλη ἡ Ἐκκλησία.
Εἴμαστε συνοδοιπόροι, ὄχι μόνο μέ τούς ἄλλους ἐν Χριστῷ ἀδελφούς, ἀλλά καί μέ τόν Ἴδιο τόν Χριστό. Ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας ἐπάνω στόν Σταυρό κι ἐμεῖς, ὅπως ὁ ἐκ δεξιῶν Του ληστής κραυγάζουμε: «Μνήσθητι ἡμῶν Κύριε ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου». Ὁ Χριστός μας ἀνταποκρινόμενος, μᾶς χαρίζει τόν ἑαυτό Του, τήν Θεία Κοινωνία, πού εἶναι ὁ Παράδεισος, ἐπαναλαμβάνοντας αὐτό, πού εἶπε στόν ἅγιο Ληστή: «Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ».
«Ἡ Ἐκκλησία», λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἱδρύθηκε ὄχι γιά νά εἴμαστε διαιρεμένοι ὅσοι μαζευόμαστε, ἀλλά γιά νά φθάσουμε στήν ἑνότητα, ὅσοι εἴμασταν διαιρεμένοι. Καί αὐτό φανερώνει ἡ Εὐχαριστιακή σύνοδος».
Ὀνόμαζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος τήν Θεία Λειτουργία: εὐχαριστιακή σύνοδο. Μέ τήν συμμετοχή μας σ’ αὐτήν, δείχνουμε ὅτι βαδίζουμε ὅλοι ἑνωμένοι πάνω στήν ἴδια Ὁδό, πού εἶναι ὁ Χριστός Μας. Συμβαδίζουμε καί συν-ερχόμεθα...Ἐρχόμαστε μαζί καί φθάνουμε, συγκροτοῦντες μία ἁγία συν-έλευση.
Ἔστω καί ἄν εἶναι δύο ἤ τρεῖς οἱ μετέχοντες στήν Θεία Λειτουργία, ὅμως αὐτοί συν-οδεύουν καί συνοδοιποροῦν μέ ὅλην τήν Ἐκκλησία, πρός τήν Ἁγία Τριάδα. Οἱ δύο ἤ τρεῖς λαϊκοί, πού μαζί μέ τόν ἱερέα λειτουργό- τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ- προσφέρουν τήν ἀναίμακτη θυσία δέν εἶναι μόνοι τους, ξεκομμένοι ἀπό τούς ἄλλους· εἶναι «ὁλόκληρο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο μέ μιά ψυχή καί μέ μιά φωνή ἀναπέμπει τήν δέησή του στόν Θεό... Κι ἄν ἀκόμα ὅλοι σιγοψάλλουν, ἡ φωνή βγαίνει σάν ἀπό ἕνα στόμα» .
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι μία ἁγία σύν-οδος, ἁγία συν-έλευση τῶν πάντων, ἕνας ἔρχομος, μία πορεία ἀλλά καί ἕνα φτάσιμο, μία ἄφιξη ὅλων στό ἅγιο Τέρμα, πού εἶναι ὁ Θεός.
Πάνω στό Ἅγιο Δισκάριο εἴμαστε ὅλοι.
Πάνω στό Ἅγιο Δισκάριο εἴμαστε ὅλοι.
Πάνω στό Ἅγιο Δισκάριο στήν Ἁγία Πρόθεση βγαίνουν μερίδες γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία. Στό κέντρο ὁ Ἀμνός, τό Ἀρνίον, ὁ Χριστός. Δεξιά Του ἡ μερίδα τῆς Ὑπερευλογημένης Θεοτόκου καί ἀριστερά οἱ μερίδες τῶν ἀγγέλων καί πάντων τῶν ἁγίων. Κάτω ἀπό τόν Κύριο οἱ μερίδες ὅλων μας, ζώντων καί κεκοιμημένων.
Πρίν ἀκόμη ὁ Χριστός παραθέσει τό Δεῖπνο Του, μέσα στήν Παναγία ἱερουργήθηκε -τῇ δυνάμει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος- τό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας: «Ἔγινε ἡ κοιλία σου ἁγία Τράπεζα, ἔχουσα τόν οὐράνιο Ἄρτο», λέει ἕνα τροπάριο τοῦ ὄρθρου τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Στή Θεία Λειτουργία, ἡ Βασίλισσα τῶν οὐρανῶν βρίσκεται στά δεξιά τοῦ Βασιλέως. «Διότι ὅπου ὁ Χριστός... ἐκεῖ στέκεται καί αὐτή... διότι ἀληθινά εἶναι θρόνος Του· ὅπου κάθεται ὁ βασιλεύς, ἐκεῖ στέκεται καί ὁ θρόνος», σημειώνει καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς[2].
Ὁ ἀγγελικός κόσμος εἶναι ἡ δορυφορία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος προχωρεῖ πρός τό Γολγοθᾶ καί οἱ ἅγιοι ἄγγελοι παρατηροῦν μέ δέος καί συνοδεύουν. Ὁ Κύριος «ταῖς ἀγγελικαῖς ἀοράτως δορυφορούμενος τάξεσιν», πορεύεται γιά νά θυσιαστεῖ. Καί τήν ὥρα τῆς προσφορᾶς οἱ ἄγγελοι συλλειτουργοῦν μέ μᾶς καί συνδοξολογοῦν τή Θεία Ἀγαθότητα.
Αὐτός εἶναι ὁ μεγάλος καρπός τῆς Θεία ς Λειτουργίας: «Ὤ τά δῶρα τοῦ Χριστοῦ. Στόν Οὐρανό οἱ στρατιές τῶν ἀγγέλων δοξολογοῦν· κάτω, στίς ἐκκλησίες οἱ ἄνθρωποι χοροστατοῦν καί μιμοῦνται τήν ἴδια μέ ἐκείνους (τούς ἀγγέλους) δοξολογία. Ἄνω τά Σεραφείμ ἀναβοοῦν τόν τρισάγιο ὕμνο· κάτω τόν ἴδιο ὕμνο ἀναπέμπει τό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων. Μία κοινή πανήγυρις συγκροτεῖται ἀπό τά ἐπίγεια καί τά ἐπουράνια· μία εὐχαριστία, ἕνα ἀγαλλίαμα, μία εὐφρόσυνη χοροστασία. Αὐτήν τήν συγκρότησε ἡ ἄφατη συγκατάβαση τοῦ Δεσπότη, αὐτήν τήν συνέπλεξε τό Ἅγιο Πνεῦμα· τήν ἁρμονία τῶν φθόγγων της τήν συνήρμοσε ἡ Πατρική εὐδοκία, ἔτσι ὥστε ἀπό ἄνω νά ἔχει τήν εὐρυθμία τῶν μελῶν καί ἀπό τήν Ἁγία Τριάδα, σάν ἀπό κάποιο πλῆκτρο κινούμενη νά ἀντηχεῖ τό εὐχάριστο καί μακάριο μέλος, τό ἀγγελικό ἄσμα, τήν χωρίς τέλος συμφωνία. Αὐτό εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐδῶ προθυμίας, αὐτός εἶναι ὁ καρπός τῆς συνέλευσής μας». Ἡ λειτουργική σύναξις μας, ἡ προσέλευσις ἐπί «τό αὐτό» τῶν πιστῶν, μᾶς φέρνει σέ κοινωνία καί ἑνότητα μέ τόν οὐράνιο κόσμο. Ἀξιωνόμαστε νά συλλειτουργοῦμε, νά εἰσ-οδεύουμε, νά συν-ευχαριστοῦμε, νά συμψάλλουμε μέ τίς ἀγαθότατες Οὐράνιες ἀγγελικές δυνάμεις. Τί ὑπέροχη δωρεά! Συν-όδος Ἀγγέλων καί ἀνθρώπων ἡ κάθε Θεία Λειτουργία...
Μαζί μέ τίς ἀγγελικές δυνάμεις στή Θεία Εὐχαριστία, συμμετέχει «τῶν Ἁγίων ὁ χορός».
Ἡ εὐχαριστιακή Σύναξη εἶναι ἡ γιορτή τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ. Καί ὅσοι συμπορεύθηκαν μέ τόν Χριστό καί νίκησαν μαζί Του, συμπαρίστανται τήν ὥρα αὐτή.
Στή Θεία Λειτουργία εἶναι παρόντες καί οἱ κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας. Ζητᾶμε καί γι' αὐτούς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἡ μνημόνευσή τους στή Θεία Λειτουργία φέρνει στίς ψυχές τους «πολύ κέρδος καί μεγάλη ὠφέλεια»[3], λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος.
Οὐρανός καί γῆ, ἄγγελοι καί ἄνθρωποι, ζῶντες καί κεκοιμημένοι, τό σύμπαν ὁλόκληρο, συνεορτάζουν καί συνευχαριστοῦν τόν Κύριο γιά τήν ἀγάπη Του.
Σύν-οδος γνωμῶν, θελημάτων, πίστεων, συναισθημάτων καί ταύτιση μέ τά τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ σύν-οδος δέν εἶναι μόνο τοπική, σ’ ἕναν ὁρισμένο τόπο καί χρόνο ἀλλά καί σύν-οδος γνωμῶν, θελημάτων, διαθέσεων, ἐπιθυμιῶν, καρδιακῶν σκιρτημάτων.
Ὅλοι πρέπει νά ἔχουμε τό ἴδιο πνεῦμα, τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ γιά νά εἶναι ἡ Εὐχαριστιακή σύνοδος ὄντως σύν-οδος ἐπί τό αὐτό, «εἰς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ». Πρέπει τά θελήματα καί οἱ ἐνέργειες ὅλων νά ταυτιζονται μέ τό θέλημα καί τήν ἐνέργεια τοῦ Χριστοῦ Μας. Τότε εἴμαστε συγκεντρωμένοι στό ὄνομά Του.
Τότε ἐκπληρώνονται καί τά αἰτήματά μας σύμφωνα μέ τόν λόγο Του: «Πάλιν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν δύο συμφωνήσωσιν ἐξ ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς περὶ παντὸς πράγματος, οὗ ἐὰν αἰτήσωνται͵ γενήσεται αὐτοῖς παρὰ τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. Οὗ γάρ εἰσιν δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα͵ ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» . Πολλές φορές συμβαίνει ἄν καί συγκεντρωνόμαστε φαινομενικά στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, νά ζητοῦμε κάτι ἀπό τήν ἀγάπη Του καί νά μήν παίρνουμε ἀπάντηση στήν παράκλησή μας. Ἡ ἐξήγηση εἶναι, ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅτι ὁ Χριστός μας δέν ἐπιζητεῖ ἁπλῶς καί μόνον τήν συγκέντρωση, τήν σύναξή μας, ἀλλά συγχρόνως καί τό νά ἀγωνιζόμαστε γιά τήν ἀρετή.
Θά πρέπει, λέει ὁ ἅγιος, νά ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό-Πατέρα Μας, τά συμφέροντα γιά τίς ψυχές μας, νά μήν προσευχόμαστε ἐναντίον ἐκείνων, πού μᾶς λύπησαν καί νά μετανοοῦμε συνεχῶς γιά τίς ἁμαρτίες μας. Ἄν, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης, ζητᾶς «αὐτά πού σέ συμφέρουν καί κάνεις αὐτό, πού ἐξαρτᾶται ἀπό σένα καί ζεῖς ζωή ἀποστολική καί ἔχεις ὁμόνοια καί ἀγάπη πρός τόν πλησίον σου, θά εἰσακουσθοῦν οἱ παρακλήσεις σου· γιατί ὁ Κύριος εἶναι φιλάνθρωπος».
Ὁ Κύριος εἶναι τό Α καί τό Ω, τό θεμέλιο καί ὁ ἑνοποιός.
Δέν μποροῦμε νά ἔχουμε ἀληθινή ἀγάπη πρός τόν πλησίον, ἐάν δέν ἔχουμε ἀληθινή ἀγάπη πρός τόν Κύριο.
«Ὅποιος στήν φιλία μέ τόν πλησίον βάζει πρῶτα θεμέλιο Ἐμένα, θά βρίσκομαι μαζί του». Γιά νά εἴμαστε συνοδοιπόροι μέ τόν Χριστό θά πρέπει κάθε ἀγάπη πρός ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο, νά τήν ἔχουμε θεμελιωμένη πάνω στήν μεγαλύτερη καί πρώτη μας ἀγάπη: τήν ἀγάπη πρός τόν Κύριο. Τότε ὁ Κύριος θά εἶναι συνοδοιπόρος μας.
Ὁ Κύριος εἶναι τό Α καί τό Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος κάθε καλοῦ. Ὅταν ἐνεργοῦμε μέ θεμέλιο, αἰτία, σκοπό ἀλλά καί τέλος τόν Κύριο, τότε συνοδεύουμε, συνοδοιποροῦμε, ἑνωνόμαστε μαζί Του, ἀλλά καί μέ ὅλους, ὅσους εἶναι ἑνωμένοι μαζί Του. Στήν Θ. Λειτουργία γινόμαστε ἀληθινά ἕνα μέ ὅλους ὅταν ὅλοι ἔχουμε αὐτήν τήν πρώτη καί μεγάλη, τήν μοναδική ἀγάπη-θεμέλιο: τήν ἀγάπη πρός τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Αὐτή ἡ ἀγάπη μᾶς συσφίγγει καί μᾶς κάνει νά συγκροτοῦμε πράγματι μία ἁγία λατρευτική σύν-οδο. Τότε ὁ Κύριος μᾶς εὐλογεῖ καί σκηνώνει μέσα μας καί ἐμεῖς μέσα Του.
Ὁ Κύριος εἶναι ἡ πέτρα πού «ἀποδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες Ἰουδαῖοι»· αὐτή ὅμως ἔγινε τό ἀγκωνάρι πού συνδέει καί συσφίγγει τήν οἰκοδομή τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἡ πέτρα ἀπό τήν ὁποία ἀναβλύζει τό ὕδωρ τό ζῶν καί μᾶς χαρίζει τήν αἰώνια Ζωή.
Ὁ Κύριος εἶναι ἡ πέτρα πού «ἀποδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες Ἰουδαῖοι»· αὐτή ὅμως ἔγινε τό ἀγκωνάρι πού συνδέει καί συσφίγγει τήν οἰκοδομή τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἡ πέτρα ἀπό τήν ὁποία ἀναβλύζει τό ὕδωρ τό ζῶν καί μᾶς χαρίζει τήν αἰώνια Ζωή.
Ὅταν κάνουμε τά πάντα ἔχοντας σάν κίνητρο Αὐτόν, σάν σκοπό τό νά εὐαρεστήσουμε σ’ Αὐτόν καί σάν τέλος νά δοξάσουμε Αὐτόν, τότε ὅλα εἶναι σίγουρα, σταθερά, ἀνεξάλειπτα. Τότε καί ἡ μεταξύ μας ἕνωση εἶναι βέβαιη, σταθερή καί ἀνεξίτηλη. «Διότι ἡ ἀγάπη, πού ἔχει ὡς θεμέλιο τόν Χριστό εἶναι σταθερή, δέν ραγίζει ποτέ καί δέν ἐκπίπτει ποτέ».
Ὁ Χριστός μᾶς καθιστᾶ συνοδοιπόρους καί ἀδελφούς.
Στή Θεία Λειτουργία εἶναι παρών, Ἱερουργῶν καί Ἱερουργούμενος ὁ Κύριος. Αὐτός εἶναι «ὁ ἐνεργών τά πάντα ἐν πᾶσι». Αὐτός εἶναι, πού μᾶς καθιστᾶ τελικά συν-οδίτες καί συν-οδοιπόρους μεταξύ μας καί μαζί Του, χαριζοντάς μας τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος. Αὐτός μᾶς χαρίζει μία ψυχή καί μία καρδιά, δωρίζοντάς μας τόν Ἑαυτό Του. Αὐτός μᾶς χορηγεῖ τίς ὁμόθυμες προσευχές. Αὐτός εἶναι καί τό Καινό Ἄσμα πού ψάλλουμε. Αὐτός πάλι εἶναι καί ὁ Καρπός τοῦ ἄσματος. Ἔτσι γινόμαστε ὅλοι ἕνα· οὐρανός καί γῆ, Θεός καί ἄγγελοι καί ἄνθρωποι, Κτίστης καί κτίση σύμπασα.
«Μέσα στήν ὁμόνοια σας καί τήν σύμφωνο ἀγάπη σας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ψάλλεται· καί ὁ καθένας σας γίνεσθε μέλος τῆς χορωδίας, ἔτσι ὥστε γινόμενοι σύμφωνοι λόγῳ τῆς ὁμόνοιας, ἀφοῦ πάρετε τό χρῶμα τοῦ Θεοῦ (δηλ. τήν Θεία Χάρη, τό Ἅγιο Πνεῦμα) , μέ ἑνότητα νά ψάλλετε μέ μία φωνή διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τόν Πατέρα... ἔτσι ὥστε πάντοτε νά μετέχετε τοῦ Θεοῦ». Ἀπό τήν σύν-οδο τῶν πιστῶν Χάρις στόν Χριστό προσφέρεται «μία προσευχή, μία δέηση, ἕνας νοῦς, μία ἐλπίδα μέσα στήν ἀγάπη καί στή χαρά τήν ἄμωμη, πού εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀπό τόν Ὁποῖον τίποτε καλλίτερο δέν ὑπάρχει».
Ἡ Θεία Λειτουργία μᾶς συνοδο-ποιεῖ,
μᾶς ἑνοποιεῖ.
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ ἑνοποιός διαδικασία πού μᾶς ἑνώνει ὅλους, μέ τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη.
Εἶναι ἡ γῆ πού καρποφορεῖ τήν ἑνότητα ὅλων καί τήν ἀληθινή ἀγάπη. Χωρίς τήν Θεία Λειτουργία δέν μποροῦμε ἀληθινά νά γίνουμε ἀδελφοί, συνοδίτες, συνοδοιπόροι, σύμψυχοι, ἑνιαῖο σῶμα, Σῶμα Χριστοῦ.
Ὁ πιστός πού μένει μακρυά ἀπό τόν Κυριακάτικο ἐκκλησιασμό[4] αὐτοκαταδικάζεται σέ ὑπαρξιακή μοναξιά. Λιμοκτονεῖ πνευματικά.
«Ἐάν κάποιος δέν εἶναι ἐντός τοῦ θυσιαστηρίου, στερεῖται τοῦ ἄρτου τοῦ Θεοῦ», λέγει ὁ ἱερός Ἱγνάτιος ὁ Θεοφόρος.
Ἄς προσπαθοῦμε λοιπόν συνεχῶς νά ἔχουμε τήν ἀληθινή ἐν Χριστῷ ἀγάπη, πού μᾶς κάνει συνεπεῖς συν-οδίτες καί λατρευτές τοῦ Κυρίου.
Ἄς προσπαθοῦμε λοιπόν συνεχῶς νά ἔχουμε τήν ἀληθινή ἐν Χριστῷ ἀγάπη, πού μᾶς κάνει συνεπεῖς συν-οδίτες καί λατρευτές τοῦ Κυρίου.
Ἄς προσπαθήσουμε μέ ὅλη μας τήν προθυμία «νά συνδεθοῦμε σέ μία ἀγάπη...Προσφέροντας ἔργα ἀγάπης ὁ ἕνας στόν ἄλλο, ὅσο μποροῦμε, ἄς ἀναζητήσουμε τήν ἑνότητα, ἐπιζητώντας τήν ἀγαθή μονάδα, τόν Θεό. Ἡ ἕνωση πολλῶν διαφορετικῶν ἀνθρώπων, δέχεται μιά θεϊκή ἁρμονία καί ἀπό πολυφωνία καί διάσπαση γίνεται συμφωνία μία, πού ἀκολουθεῖ τόν Ἕνα χορηγό καί διδάσκαλο, τό Λόγο· ἀναπαύεται πάνω στήν ἴδια τήν ἀλήθεια καί λέει «ἀββᾶ ὁ Πατήρ». Αὐτήν τή φωνή, τήν ἀληθινή, τήν ἀγαπάει ὁ Θεός, ὅταν τήν ἀκούει νά βγαίνει πρώτη ἀπό τά στόματα τῶν παιδιῶν Του».
Ὁ ναός: ἡ σκηνή τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων
Ὁ χῶρος ὅπου ἱερουργεῖται ἡ ἁγία Ἀναφορά καί ἐντός τοῦ ὁποίου συν- οδεύουν οἱ πιστοί, γίνεται ἡ σκηνή, ὅπου σκηνώνει ὁ Θεός μέ τούς ἀνθρώπους. Μαζί μέ τούς πιστούς ὁλόκληρη ἡ Κτίση συνδοξολογεῖ τόν Κτίστη. Ὁλόκληρο τό Σύμπαν ἔμψυχο καί ἄψυχο, λογικό καί ἄλογο, συνάγεται «στό θυσιαστήριο, πού βρίσκεται ἐνώπιον τοῦ θρόνου» τοῦ Θεοῦ.
Τό Θεϊκό κάλλος μᾶς συγκαλεῖ
Ὁ Θεός εἶναι αὐτός, ὁ Ὁποῖος συγκαλεῖ καί συνάγει τά πάντα. Τά προσκαλεῖ νά συν-οδεύσουν, νά συν-οδοιπορήσουν πρός Αὐτόν. Γράφει ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὅτι ὁ Θεός πού εἶναι «τό ὑπερούσιο καλό, ὀνομάζεται κάλλος, δηλ. ὀμορφιά... διότι καλεῖ τά πάντα πρός τόν Ἑαυτό Του... καί διότι ὅλα (καί αὐτά) πού βρίσκονται μέσα σέ ὅλα τά συνάγει σέ ἕνα». Ὅλη ἡ Δημιουργία συνάγεται, συν-οδεύει καί συν-ευχαριστεῖ τό Θεό.
Ἀπαραίτητος ὁ προσωπικός πνευματικός ἀγώνας γιά νά γίνουμε σύν-οδοι.
Ἀπαραίτητος ὁ προσωπικός πνευματικός ἀγώνας γιά νά γίνουμε σύν-οδοι.
Συγκεντρούμενοι καί συμπορευόμενοι γιά τήν Θεία Λειτουργία, κοινωνόντας τόν Χριστό, θά πρέπει νά ἀφήνουμε πίσω μας τά πάθη μας, τήν κακία, τήν ἁμαρτία.
«Κανένας ἀπό αὐτούς πού τρώγουν αὐτό τό Πάσχα (τῆς Εὐχαριστίας), ἄς μήν βλέπει πρός τήν Αἴγυπτο, ἀλλά πρός τόν οὐρανό, πρός τήν ἄνω Ἱερουσαλήμ. Γιαυτό ζωσμένος, γιαυτό ὑποδεδεμένος τρῶς· γιά νά μάθεις ὅτι ἀπό τήν στιγμή, πού ἀρχίζεις νά τρώγεις τό Πάσχα, ὀφείλεις νά ἀποδημεῖς καί νά ὁδεύεις»[5] .
Ὁ πιστός ὀφείλει νά νεκρωθεῖ ὡς πρός τόν κόσμο, τά πάθη καί τόν παλαιό ἄνθρωπο. Ὁ Χριστιανός εἶναι συσταυρωμένος μέ τόν Χριστό. Δέν φοβᾶται τόν θάνατο. Εἶναι ἀποφασισμένος νά πεθάνει γιά Χάρη τοῦ Χριστοῦ. Δέν ζεῖ γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά γιά τόν Χριστό καί τούς ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι καί δικοί του.
Ὁ Χριστός εἶναι παρών στήν Θεία Λειτουργία. Γύρω Του συγκεντρώνει ὅλο τό σύμπαν. Μέ τήν Θεία Του Πρόνοια καί ἀγάπη μᾶς συσφίγγει μεταξύ μας καί μαζί Του σέ μία ἄρρηκτη ἑνότητα. Εἶναι ὁ Βασιλεύς τῶν ὅλων. Τίποτε τό ἀταιριαστό, τίποτε τό ἐμπαθές, τίποτε τό ἀκάθαρτο δέν μποροῦμε νά φέρουμε μπροστά στό Βασιλέα, καί συνάμα τόσο εὔσπλαχνο Κύριο. Ἡ Αἴγυπτος τῶν παθῶν ὀφείλει νά εἶναι πλέον πολύ μακρυά μας...
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι Σύνοδος θεραπευτική.
Ἡ σύνοδος ὅλων στήν Ἐκκλησία εἶναι μία θεραπευτική σύνοδος: ἀσκεῖ θεραπεία στίς ψυχές ὅλων τῶν συγκροτούντων τήν ἁγίαν αὐτήν ὁμότροπο συναγωγή. Διαφυλάσσει τήν πνευματική ὑγεία τῶν ὑγειῶν καί θεραπεύει τούς ἁμαρτωλούς.
Λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ἄν, αὐτός πού πορνεύει καί ὁ ἀλαζόνας καί αὐτός πού ἔχει ὁποιοδήποτε ἐλάττωμα, συνεχῶς εἰσέρχονται στήν Ἐκκλησία, σύντομα θά τό ἀποβάλλουν καί θά ἐπανέλθουν στήν κατάσταση τῆς πνευματικῆς ὑγείας, ἀφοῦ συνεχῶς θά ἀπολαμβάνουν τήν (σωτήρια) διδασκαλία. Ἐκεῖνος ὅμως, πού ξεχώρισε τόν ἑαυτό του ἀπό τήν σύνοδο αὐτή καί τόν στέρησε ἀπό τήν διδασκαλία τῶν πατέρων, καί ἐγκατέλειψε το ἰατρεῖο, ἀκόμη καί ἄν νομίζει ὅτι εἶναι ὑγιής, σύντομα θά ἀσθενήσει πνευματικά»[6].
6) Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι θυσία πραγματική
Τό ἔργο τοῦ Θεοῦ γιά τόν κόσμο συνοψίζεται στή Θεία Λειτουργία καί συνεχίζεται μέ αὐτήν. Ἡ σπουδαιότητα της εἶναι πρωταρχική[14]. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ΤΟ ΕΡΓΟ, τό κατεξοχήν ἀγαθόν ἔργον. Δι' αὐτῆς ὁ Θεός - Ὁ μόνος Ἀγαθός- ἐργάζεται τή σωτηρία τοῦ λαοῦ Του. Ὁ Χριστός μᾶς ἀπεκάλυψε: «ὁ Πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται κἀγώ ἐργάζομαι». Μέ τή Θεία Λειτουργία ὁ Θεός συνεχίζει τό ἔργο τῆς δημιουργίας: ἀναδημιουργεῖ τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο. Πλάθει τόν νέο ἄνθρωπο καί τόν τρέφει μέ τή σάρκα Του.
«Τό σῶμα τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ», γράφει ὁ ἱερός Καβάσιλας, «συστάθηκε ἀπό τή γῆ. Ὁ δέ νέος Ἀδάμ γεννήθηκε ἀπό τό Θεό, ὅπως λέει ἡ Γραφή. Καί μαρτυρία καθεμιᾶς ἀπό τά δύο εἴδη ζωῆς εἶναι ἡ ἀντίστοιχη τράπεζα. Τήν πρώτη τήν ἔβγαλε ἡ γῆ, ἐνῶ τόν καινό ἄνθρωπο τόν τρέφει ὁ ἐπουράνιος ἄνθρωπος (ὁ Χριστός) μέ τή δική Του σάρκα»[15].
[1]Ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης Μ 44, 649
-ἅγ. Μάξιμος Ὁμολογητής, Μυσταγωγία 106.
[2] Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁμιλίαι ΚΒ', ἔκδοση Σοφ. Οἰκονόμου, Ἀθήνα 1861, σελ. 157.
[3] Μ 62, 204.
[4]Σύμφωνα μέ τούς ἁγίους Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Χριστιανός πρέπει νά λειτουργεῖται τουλάχιστον τίς Κυριακές καί τίς μεγάλες ἑορτές. Ἐάν κάποιος χωρίς εὔλογη αἰτία ἀπουσιάσει γιά τρεῖς συνεχόμενες Κυριακές ἀπό τήν Θεία Λειτουργία, ἀφορίζεται. Δηλαδή νεκρώνεται πνευματικά, ὄχι διότι ἡ Ἐκκλησία τόν τιμωρεῖ, ἀλλά διότι ἐκεῖνος στέρησε τήν ψυχή του ἀπό τήν ἀναγκαία γιά τή συντήρησή της τροφή , πού εἶναι ὁ Χριστός, ἡ Θεία Χάρις.
[5] Μ 62, 166.
[6] Work #021 48.864.15 to Work #021 48.864.22 Ὁ πορνεύων ἂν συνεχῶς εἰς τὴν ἐκκλησίαν εἰσίῃ͵ καὶ ὁ ἀλαζὼν͵ καὶ ὁ ὁτιοῦν ἔχων ἐλάττωμα͵ ταχέως αὐτὸ συνεχοῦς ἀπολαύων διδασκαλίας ἀπωθήσεται͵ καὶ πρὸς τὴν ὑγίειαν ἐπανήξει· ὁ μέντοι τῆς συνόδου ταύτης ἑαυτὸν ἀποῤῥήξας͵ καὶ τῆς τῶν πατέρων διδασκαλίας ὑπεξαγαγὼν͵ καὶ τὸ ἰατρεῖον φυγὼν͵ κἂν ὑγιαίνειν δοκῇ͵ ταχέως εἰς ἀῤῥωστίαν πεσεῖται.
[7] Ἰω. 3,14-16: «Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσεν τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ͵ οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου͵ ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων ἐν αὐτῷ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον͵ ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν͵ ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ΄ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον»
[8] Μ 58, 737 καί 60, 465.
[9] Μ 46, 612C .
[10] Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος: «Ἡ τελετή δέν εἶναι τύπος θυσίας, ἀλλά θυσία πραγματική. Γιατί τί εἶναι ἡ θυσία τοῦ προβάτου; Ὁπωσδήποτε ἡ μεταβολή ἀπό μή σφαγμένο σέ σφαγμένο. Αὐτό γίνεται στή Θεία Λειτουργία. Ὁ ἄρτος δηλαδή πού προηγουμένως εἶναι ἀθυσίαστος, τότε μεταβάλλεται σέ θυσιασμένο... Ἔτσι ὅπως στό πρόβατο ἡ μεταβολή ἐπιτελεῖ πραγματική θυσία, ἔτσι καί ἐδῶ λόγω τῆς μεταβολῆς αὐτῆς τό τελούμενο εἶναι πραγματική θυσία». Μ 150, 440C .
[12] «Μία εἶναι ἡ θυσία... Ἐκείνην προσφέρουμε καί τώρα, τήν τότε προσενεχθεῖσαν, τήν ἀνάλωτον. Οὐκ ἄλλην θυσίαν.. ἀλλά τήν αὐτήν ἀεί ποιοῦμεν». Μ 63,131.
[13] Μ 150, 648.
[14] Γ. Μαντζαρίδη: Ἡ ἐμπειρική θεολογία στήν οἰκολογία καί τήν πολιτική, σελ. 51.
[15]Μ 150, 621.
[16] Ἱ. Χρυσόστομος, Μ 62, 530 - Μ. Βασίλειος, Μ 29, 52Α.
[17] Ἁγ. Συμεών Θεσσαλονίκης: Ἑρμηνεία περί τοῦ Θείου Ναοῦ καί τῶν ἐν αὐτῷ..., Γ' Ἐκδ. Ρηγοπούλου, σ. 318.
[18] Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης: Περί κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου, Μ 44, 188.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου