Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Τά ἔργα τῆς πίστεως
Τρεῖς εἶναι οἱ κοινοί ἐχθροί τῆς σωτηρίας μας:
1.Ὁ ἀνθρωποκτόνος διάβολος,
2.Ὁ παλαιός ἄνθρωπος, πού ἔχουμε μέσα μας καί
3.Ὁ κόσμος, τό κοσμικό πνεῦμα καί φρόνημα.
Πρέπει νά νικηθοῦν καί οἱ τρεῖς ἐχθροί.
Β) Ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη («παλαιός ἄνθρωπος»)
Ἰδιαίτερα σκληρός εἶναι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τοῦ δεύτερου κοινοῦ ἐχθροῦ, πού μᾶς παρασύρει στήν ἁμαρτία· αὐτοῦ πού πολεμεῖ ὅλους, ἀκόμη καί τούς μεγάλους ἀγωνιστές ὅπως τόν Ἀπ. Παῦλο, καί εἶναι αὐτός, πού ὀνομάζουμε «παλαιός ἄνθρωπος». Ὁ ἐχθρός αὐτός εἶναι ὁ μή ἀναγεννημένος, ὁ ἐμπαθής, ὁ ἐσωτερικός ἂνθρωπος πού κυριαρχεῖται ἀπό τά ψυχικά καί σωματικά πάθη.
Τά πάθη εἶναι οἱ πνευματικές ἀσθένειες, πού παρακινοῦν τόν ἂνθρωπο στήν ἁμαρτία. Ὁ ἃγιος Ἀπόστολος Παῦλος, ἕνα πρότυπο πνευματικοῦ ἀγωνιστοῦ γιά ὅλους μας, εἶχε πλήρη ἐπίγνωση αὐτῆς τῆς καταστάσεως, πού ἐπικρατεῖ στήν ψυχή τοῦ μή κεκαθαρμένου ἀνθρώπου. Γνώριζε πολύ καλά ὃτι ὁ παλαιός ἂνθρωπος μέ ὃλες τίς πράξεις καί τίς ἐπιθυμίες του πρέπει νά νεκρωθεῖ. Πρέπει νά συσταυρωθεῖ μέ τό Χριστό γιά νά ἀναστηθεῖ πάλι μαζί μέ τό Χριστό ὁ νέος ἂνθρωπος, ὁ κατά Θεόν κτισθείς. Γράφει στούς ἀγαπημένους του Γαλάτες: «οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ ᾿Ιησοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασιν καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις. Εἰ ζῶμεν πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν». δηλ. «Ὅσοι εἶναι τοῦ Χριστοῦ ἔχουν σταυρώσει τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό τους μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του. Ἀφοῦ, λοιπόν, ζοῦμε μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρέπει νά ἀκολουθοῦμε τό Ἅγιο Πνεῦμα»[1].
Λίγο πρίν, τούς εἶχε ἐξηγήσει τί ἐννοεῖ μέ τήν λέξη σάρκα: «Εἶναι ὁλοφάνερο ποιά εἶναι τά ἁμαρτωλά ἔργα (τά ἔργα τῆς σαρκός): Εἶναι ἡ μοιχεία, ἡ πορνεία, ἡ ἠθική ἀκαθαρσία, ἡ αἰσχρότητα, ἡ εἰδωλολατρία, ἡ μαγεία, οἱ ἔχθρες, οἱ φιλονικίες, οἱ ζήλιες, οἱ θυμοί, οἱ διαπληκτισμοί, οἱ διχόνοιες, τά σχίσματα, οἱ φθόνοι, οἱ φόνοι, οἱ μέθες, οἱ ἀσωτίες καί τά παρόμοια. Σᾶς προειδοποιῶ, ὅπως σᾶς προειδοποίησα καί ἄλλοτε: ὅσοι κάνουν τέτοια πράγματα δέ θά κληρονομήσουν τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ καλοσύνη, ἡ ἀγαθότητα, ἡ πίστη, ἡ πραότητα, ἡ ἐγκράτεια»[2]. Γι' αὐτό: «Νά καθορίζει τή διαγωγή σας τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τότε δέν θά ἀκολουθεῖτε τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες σας (ἐπιθυμίαν σαρκός οὐ μή τελέσητε). Γιατί οἱ ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες εἶναι ἀντίθετες μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί φυσικά τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀντίθετο μέ τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες. Αὐτά τά δύο ἀντιμάχονται τό ἕνα τό ἄλλο, καί γι' αὐτό ἄλλωστε δέν κάνετε αὐτά πού θά θέλατε νά κάνετε»[3].
Ἀλλά γιά νά ἐπιτευχθεῖ αὐτό χρειάζεται ἀγῶνας πολύς, ἐσωτερικά, στήν καρδιά τοῦ πιστοῦ. Πρέπει νά μιμηθεῖ ὁ χριστιανός τόν Χριστό, τή ζωή του, τά πάθη Του καί τέλος τό Σταυρικό Του θάνατο.
Αὐτήν τήν μίμηση τήν βλέπουμε πολύ ἒντονα στή ζωή ὅλων τῶν ἁγίων ἡ ὁποία πάντα πέρασε μέ πολλούς διωγμούς καί θλίψεις παρόμοιες μέ αὐτές πού ὑπέστη ὁ Κύριος.
Τί ἦταν ἡ ἐπίγεια ζωή τοῦ Κυρίου; Μιά συνεχής κακοπάθεια καί μιά συνεχής ταπείνωση. Ἀκόμη μιά συνεχής κένωση, μιά συνεχής ἔκχυση ἀγάπης τελείας· ἀγάπης χωρίς ὅρια, χωρίς διακρίσεις καί μάλιστα, ἀγάπης ἀνιδιοτελοῦς, ἀγάπης θεανθρώπινης.
Αὐτήν τήν κακοπάθεια, αὐτήν τήν ταπείνωση καί αὐτήν τήν ἀγάπη, προσπάθησαν νά μιμηθοῦν στή ζωή τους ὅλοι ἐκεῖνοι, πού θέλησαν νά ζήσουν χριστιανικά.
Τά δύο πρῶτα, ἡ κακοπάθεια δηλαδή καί ἡ ταπείνωση νεκρώνουν ὅλα τά πάθη καί ἑλκύουν τήν Θεία Χάρη, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ τήν κάθαρση μέσα μας. Μᾶς τό διδάσκει πολύ ὡραῖα ὁ ῝Αγιος Μάξιμος ὁ ῾Ομολογητής: «῾Η κακοπάθεια καί ἡ τάπείνωση ἐλευθερώνουν τόν ἂνθρωπο ἀπό κάθε ἁμαρτία. ῾Η μέν (τάπείνωση) περικόπτει τά ψυχικά, ἡ δέ (κακοπάθεια) τά σωματικά ἁμαρτήματα».
Χωρίς καθαρότητα δέν μποροῦμε νά δοῦμε τόν Θεό. «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται», μᾶς λέγει ὁ Κύριος. Γιαυτό καί χρειάζεται κάθαρση, πού ἀρχίζει μέ τήν μετάνοια καί τήν τακτική ἐξομολόγηση. Τά πρῶτα λόγια τοῦ Χριστοῦ ὅταν βγῆκε στήν δημόσια δράση Του ἦταν: «Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»(Ματθ. 4.17).
Πρέπει νά νεκρωθοῦμε ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο μέ:
α) τήν κακοπάθεια τήν ἑκούσια ἀλλά καί τήν ἀκούσια (πού πρέπει νά τήν ἀποδεχόμαστε μέ εὐχαριστία καί ὑπομονή),
β)τήν αὐτοτοποθέτησή μας στόν ἔσχατο τόπο κάθε φορά(κάτω ἀπό ὅλους καί ὅλα τά κτίσματα) καί
γ) τήν ἀδιάλειπτη προσευχή,
Τότε μόνο θά μποροῦμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά ἔχουμε ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ στήν Θεία Λειτουργία.
«Καί "ἐν τῷ κατακλιθῆναι αὐτόν μετ' αὐτῶν λαβών τόν ἄρτον εὐλόγησε, καί κλάσας ἐπεδίδου αὐτοῖς, αὐτῶν δέ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί, καί ἐπέγνωσαν αὐτόν, καί αὐτός ἄφαντος ἐγένετο ἀπ' αὐτῶν". Στήν κλάση τοῦ ἄρτου γνωρίζεται ὁ Κύριος καί ταυτόχρονα γνωρίζουμε κι ἐμεῖς τόν Κύριο "ἐν τῇ κλάσει τῇ ἡμετέρᾳ". Ἐάν τυχόν καί ἐμεῖς δέν πονέσουμε, ἐάν τυχόν καί ἐμεῖς δέν πεθάνουμε, δέν σταυρωθοῦμε, τότε ἀληθινά δέν πρόκειται ποτέ νά γνωρίσουμε τόν Κύριο. Ὅπως καί Ἐκεῖνος ἔπρεπε νά πάθει γιά νά μπεῖ στή δόξα Του, καί ἐμεῖς πρέπει νά πάθουμε, πρέπει νά ὑποφέρουμε[4] γιά νά εἰσέλθουμε στήν δόξα Του καί νά θεωρήσουμε τήν λαμπρότητα τοῦ Προσώπου Του. «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν͵ ἀπαρνη σάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι. 16.25 ὃς γὰρ ἐὰν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ΄ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ εὑρήσει αὐτήν» (Μτ. 16,24-25).
Τά ἔργα τῆς πίστεως πού βοηθοῦν στήν κάθαρση ἀπό τά πάθη (νέκρωση τοῦ «παλαιοῦ ἀνθρώπου»), συνοψίζονται κυρίως σέ δύο βασικά, θεμελιώδη καί περιεκτικά πνευματικά ἀθλήματα: 1)στήν ΚΑΚΟΠΑΘΕΙΑ καί 2)στήν ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ.
Γιά νά μπορέσουμε νά ἀγωνιστοῦμε σωστά, ἐξασκώντας τήν κακοπάθεια καί τήν ταπείνωση, ὥστε νά φθάσουμε στήν ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ ἁρμόζει νά ἐπισημάνουμε τά ἑξῆς:
1) Πρέπει νά ἀγαπήσουμε τήν κακοπάθεια
Ø τήν ἐκούσια (νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, μετάνοιες, γονυκλισίες, διακονία στόν πλησίον, χαμαικοιτία, κ.λ.π.) καί
Ø τήν ἀκούσια. Πρέπει δηλ. νά εχουμε ὑπομονή καί εὐχαριστία στίς ἀκούσιες κακοπάθειες ἤ δοκιμασίες πού μᾶς χαρίζει ὁ Θεός σάν εὐκαιρίες γιά κάθαρση (ἀσθένειες, θάνατοι, ἀκηδία, συκοφαντία, διωγμοί, οἰκονομικές καταστροφές κ.λ.π.). «Ὅπως εἶναι ἀδύνατον τό φίδι νά ἐκδυθεῖ τό παλαιό του δέρμα ἐάν δέν εἰσέλθει σέ στενή ὀπή, ἔτσι καί μεῖς δέν θά ἀποβάλουμε τίς παλαιές προλήψεις[5] καί τόν χιτῶνα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ἐάν δέν περάσουμε μέσα ἀπό τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό τῆς νηστείας καί τῆς ἀτιμίας»[6]. Ἡ νηστεία καί ἡ ἀτιμία, ὁ ἐξευτελισμός, ἡ ἀκενοδοξία, ἡ μέ χαρά ἀποδοχή τῶν ὕβρεων καί τῶν ἀδικιῶν συντελοῦν τά μέγιστα στήν προσπάθεια γιά νά ἀποβληθεῖ τό ἐκ τῆς κάτωθεν περιπλανήσεως (τῆς ζωῆς στήν ἁμαρτία) ἀποκτηθέν «εἰδεχθές προσωπεῖον». Σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες τά πάθη καί οἱ κακίες κάνουν τόν ἄνθρωπο νά φορεῖ μία «ἀπαίσια μάσκα», ἕνα «εἰδεχθές προσωπεῖο» τό ὁποῖο πρέπει νά ἀποβληθεί ἔτσι ὥστε νά γιορτάσει ὁ ἄνθρωπος τήν προσωπική του ἀνάσταση ἀπό τά πάθη, καί νά γίνει ἡ κάθαρση τῆς καρδίας του.
2)Πρέπει νά ἀγαπήσουμε καί νά ἐπιδιώξουμε τήν ταπείνωση.
Αὐτήν τήν ἐπιτυγχάνουμε μέ :
Ø τό νά βάζουμε τόν ἑαυτό μας πάντα κάτω ἀπό ὅλους,(νά πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε ἀμαρτωλότεροι ὅλων τῶν ἀνθρώπων γιά τήν ἄγνοιαν, κατώτεροι ὅλων τῶν δαιμόνων ἀφοῦ τούς ὑπακούουμε καί αἰσχρότεροι ὅλων τῶν κτισμάτων ἀφοῦ αὐτά εἶναι στό κατά φύσιν ἐνῶ ἐμεῖς στό παρά φύσιν, δηλ. στήν ἀμαρτία).
Ø τό νά κάνουμε ὑπακοή. Δηλαδή νά κόψουμε τό θέλημα καί τό φρόνημά μας τό ὑπερήφανο στόν πνευματικό καί - ἐάν ὑπάρχει - στόν ἤ στήν σύζυγο ἀλλά καί σέ κάθε ἐν Χριστῶ ἀδελφῷ πλήν ἀμαρτίας.
Ø τό νά ἀγαπήσουμε τόν σωματικό κόπο.Διότι ὁ σωματικός κόπος ταπεινώνει τό σῶμα καί ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά συνταπεινώνεται καί ἡ ψυχή καί
Ø τό νά ἐξασκοῦμε τήν ἀδιάλειτη εὐχή
Ἐπίσης, ἐκτός ἀπό τήν 1)κακοπάθεια καί 2)τήν ταπείνωση πρέπει νά τονίσουμε ὅτι εἶναι πολύ βοηθητικά στό νά καθαριστοῦμε ἀπό τά πάθη καί τά ἑξῆς :
3)Ἡ ἐργασία στό κελλί, στό ἐσωτερικό κελλί πού εἶναι ἡ καρδιά μας, εἶναι τό κλειδί τῆς ἐπιτυχίας. Ἀπαιτεῖται ἀποκοπή ἀπό ὅλους καί ὅλα ἔστω γιά ἕνα μικρό χρονικό διάστημα τῆς ἡμέρας καί ἐγκλεισμός στό δωμάτιο μας σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου: «Σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ͵ εἴσελθε εἰς τὸ ταμεῖόν σου καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ»[7].
Μέσα στήν ἥσυχη κατανυκτική ἀτμόσφαιρα τοῦ δωματίου μπορεῖ ὁ πιστός νά κάνει τό πιό ἀπαραίτητο ἀπό ὅλα:Νά ἐξασκεῖ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή μέ τό στόμα καί μέ τό νοῦ. Ἐκεῖ ἐπίσης μπορεῖ εὐκολώτερα νά καλλιεργεῖ τήν Μετά-νοια (μετάθεση τοῦ νοῦ ἀπό τά μάταια στό Θεό) διά τῆς ἀδιάλειπτης ἐσωτερικῆς ἐκζήτησης τοῦ ἐλέους, τῆς συγχώρησης ἀπό τόν Θεό. Ἐκεῖ μπορεῖ νά ἐξασκήσει ὁ ἄνθρωπος τήν ἡσυχία καί τήν σιωπή, τήν ἀμεριμνία καί τήν ἀποχή ἀπό πολλές περιττές δραστηριότητες. Ἐκεῖ εὔκολότερα ἐπιτυγχάνεται
· ἡ αὐτοσυγκέντρωση πού χρειάζεται γιά τήν προσευχή, ὅπως καί:
· ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί πνευματικῶν βιβλίων,
· ἡ αὐτοεξέταση,
· ἡ παρακολούθηση τῶν λογισμῶν μας,
· ἡ ἀκατακρισία, ἀφοῦ δέν βλέπουμε οὔτε ἀκοῦμε ἄλλους, ὥστε νά ἔχουμε ἀφορμές νά τούς κατακρίνουμε
· ὁ σωματικός κόπος πού πρέπει νά συνοδεύει τήν προσευχή(ἀγρυπνία, νηστεία, γονυκλισίες)
· ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τούς λογισμούς
Ἔλεγε ἕνας φωτισμένος ἁγιορείτης : «Ὁ Θεός μας θέλει καρδίαν καθαράν. Νά προσέχουμε μόνο στό Θεό. Ὁ Θεός δέν θέλει μέσα στήν καρδιά μας συντροφιές, θέλει μόνον Αὐτός νά βασιλεύει. Ἄν μποροῦμε νά τό πετύχουμε, τότες πετυχαίνουμε καί εὔκολα τήν καρδιακή προσευχή... Οἱ περισσότεροι πού ἔρχονται στά Κατουνάκια, πές μας, λένε. Ε, νά σᾶς πῶ ὅτι, ἀφιερῶστε τοὐλάχιστον τό εἰκοσιτετράωρο μισή ὥρα. Ὅποια ὥρα, κατά τήν κοσμικιά δέκα, ἕντεκα πρό τοῦ μεσονυκτίου. Καί νά λέτε τήν εὐχούλα δίχως νά κρατᾶτε κομποσχοίνι στό χέρι σας. Ἱκετευτικά, παρακλητικά, κλαψιάρικα ‘’Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με’’. Ἔτσι. Καλλιέργησέ το αὐτό καί θά δεῖς τί καρπό θά βγάλει. Ἀπό μισή ὥρα θά τό κάνεις κατόπιν μία ὥρα· καί πρόσεξε ὅτι ἐκείνην τήν ὥρα εἴτε τό τηλέφωνο θά σοῦ χτυπήσει ἤ αὐτήν τή δουλειά πρέπει νά τήν κάνω τώρα ἤ ὕπνος θά σέ χτυπήσει ἐκείνην τήν ὥρα. Τίποτες. Κλεῖστο τό τηλέφωνο, τελείωσε ὅλες τίς δουλειές σου καί κάνε αὐτό, μισή ὥρα, ὄχι περισσότερο. Καί θά δεῖς, αὐτό εἶναι, θά φυτέψεις ἕνα δεντράκι κι’ αὔριο - μεθαύριο θά κάνει καρπό. Κι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος κι ὁ ἅγιος Βασίλειος ἀπ' αὐτό ἄρχισαν. Μικρό δεντράκι κι ἔγιναν φωστῆρες τῆς Οἰκουμένης».[8]
Ἐκτός ἀπό τήν πνευματική ἐργασία πού θά κάνουμε μία ὁρισμένη ὥρα στό δωμάτιο-κελλί μας πολύ βοηθεῖ στήν κάθαρση ἀπό τά πάθη τό νά γίνεται πνευματική προσπάθεια καί κατά τήν διάρκεια ὅλης τῆς ἡμέρας πού συνίσταται στήν :
4) Ἡ συνεχής προσπάθεια γιά ἐκκοπή τοῦ μετεωρισμοῦ καί καθαρά προσευχή.
«Μή μετεωρίζεσθε»[9], μᾶς λέγει ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος. Ὁ ἀπ. Παῦλος, τό στόμα τοῦ Χριστοῦ, μᾶς διδάσκει: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»[10]. Εἶναι ἑπομένως ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά μήν ἀφήνουμε τό νοῦ μας νά πηγαίνει ὅπουδήποτε ἀλλά νά τόν συγκεντρώνουμε στήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Μέσα στήν οἰκογένεια ἡ προσπάθεια αὐτή θά φέρει πλούσια τήν Θεία Χάρη. Ἕνα σπίτι εἶναι εὐλογημένο ὅταν οἱ καθημερινές δουλειές γίνονται μέ προσευχή. Φαγητό μαγειρεμένο μέ ἀγάπη καί προσευχή εἶναι εὐλογία γιά ὅσους τό μοιράζονται. Ὅταν ντύνεσαι, μπορεῖς νά προσεύχεσαι: «Κύριε, ντύσε με μέ τή δικαιοσύνη σου». Ὅταν φεύγεις ἤ ἔρχεσαι στό σπίτι μπορεῖς νά λές: «Κύριε, εὐλόγησε τήν εἴσοδο καί τήν ἔξοδό μου». Παρόμοιες προσευχές μποροῦμε νά χρησιμοποιοῦμε καί γιά κάθε ἄλλη ἐργασία. Συνηθίζεται ἐπίσης νά κάνουμε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί νά προσευχόμαστε κάθε φορά πού ξεκινᾶμε γιά ταξίδι. Νά ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τόν πατέρα Ἰωάννη τῆς Κρονστάνδης: «Προσπάθησε νά εὐαρεστεῖς στόν Θεό σέ ὅλα καί πάντοτε καί νά σκέπτεσαι τή σωτηρία τῆς ψυχῆς σου ἀπό τήν ἁμαρτία καί τό διάβολο καί τήν υἱοθεσία της ἀπό τόν Θεό. Ὅταν σηκώνεσαι ἀπό τό κρεβάτι, κάνε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί λέγε: "Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος". Ἐπίσης: "Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς· καί, δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τό θέλημά σου". Ὅταν πλένεσαι, εἴτε στό σπίτι σου εἴτε στά λουτρά, λέγε: "Ραντιεῖς μέ ὑσσώπῳ καί καθαρισθήσομαι· πλυνεῖς με καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι". Ὅταν ντύνεσαι, σκέψου τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί ζήτησε ἀπό τόν Θεό καθαρή καρδιά: "Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός". Ἄν ἔραψες καινούργια ροῦχα, ὅταν τά φορᾶς, σκέψου τήν πνευματική ἀνακαίνιση καί λέγε: "Πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου". Ὅταν βγάζεις τά παλιά ροῦχα καί τά παρατᾶς μέ περιφρόνηση, θυμήσου μέ μεγαλύτερη περιφρόνηση τήν παραίτηση τοῦ παλαιοῦ, τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τοῦ ἐμπαθοῦς, τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν γεύεσαι τή γλυκύτητα τοῦ ψωμιοῦ, θυμήσου τόν ἀληθινό Ἄρτο, ὁ ὁποῖος δίνει στήν ψυχή τήν αἰώνια ζωή, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, καί νά αἰσθάνεσαι πεῖνα γι᾽ αὐτόν τόν Ἄρτο —δηλαδή, νά ἐπιθυμεῖς νά κοινωνεῖς ἀπ᾽ Αὐτόν συχνότερα. Πίνοντας νερό, τσάϊ, γλυκό κρασί ἤ ἄλλο ποτό, θυμήσου τό ἀληθινό ποτό, τό ὁποῖο σβήνει τή δίψα τῆς ψυχῆς πού φλέγεται ἀπό τά πάθη— τό πανάχραντο καί ζωοποιό Αἷμα τοῦ Σωτῆρος. Ὅταν ἀναπαύεσαι τήν ἡμέρα, θυμήσου τήν αἰώνια ἀνάπαυση, τήν ἑτοιμασμένη γιά ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται καί παλεύουν κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τῶν ἀερίων πνευμάτων τοῦ κακοῦ, κατά τῆς ἀνθρωπίνης ἀδικίας ἤ τραχύτητας καί ἀμάθειας. Ὅταν ξαπλώνεις γιά νά κοιμηθεῖς τή νύχτα, σκέψου τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος ἀργά ἤ γρήγορα ὁπωσδήποτε θά ἔρθει σέ ὅλους μας, καί τή σκοτεινή ἐκείνη, αἰώνια, φοβερή νύκτα, στήν ὁποία θά ριχθοῦν ὅλοι οἱ ἀμετανόητοι ἁμαρτωλοί. Ὅταν ἀντικρύζεις τό φῶς τῆς ἡμέρας, σκέψου τήν ἀνέσπερη μέρα, τήν αἰώνια, τή λαμπρότατη —τή λαμπρότερη κι ἀπό τήν πιό λαμπρή γήινη μέρα— τήν ἡμέρα τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, κατά τήν ὁποία θά χαροῦν ὅλοι ὅσοι προσπάθησαν νά εὐαρεστήσουν στόν Θεό ἤ μετανόησαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γιά ὅλα ὅσα ἔκαναν κατά τή διάρκεια τῆς πρόσκαιρης αὐτῆς ζωῆς. Ὅταν πηγαίνεις κάπου, θυμήσου τή δίκαιη πνευματική πορεία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί λέγε: "Τά διαβήματά μου κατεύθυνον κατά τό λόγιόν Σου καί μή κατακυριευσάτω μου πᾶσα ἀνομία". Ὅταν κάνεις κάτι, προσπάθησε νά τό κάνεις μέ τή σκέψη τοῦ Θεοῦ, τοῦ Δημιουργοῦ, ὁ ὁποῖος ἔκανε τά πάντα μέ τήν ἄπειρη σοφία, χάρη καί παντοδυναμία Του καί σέ δημιούργησε κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωσή Του. Ὅταν παίρνεις ἤ ἔχεις χρήματα ἤ θησαυρό, θυμήσου ὅτι ὁ ἀκένωτος θησαυρός μας, ἀπό τόν ὁποῖο ἀντλοῦμε ὅλους τούς θησαυρούς τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μας, ἡ ἀνεξάντλητη πηγή κάθε εὐλογίας, εἶναι ὁ Θεός. Εὐχαρίστησέ Τον μέ ὅλη τήν καρδιά σου, καί μήν κλείνεις τούς θησαυρούς σου μέσα σου, μήπως ἔτσι κλείσεις τήν εἴσοδο τῆς καρδιᾶς σου στόν ἀνεκτίμητο καί ζωντανό θησαυρό, τόν Θεό· ἀλλά μοίρασε μέρος τῆς περιουσίας σου σ᾽ αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη, στούς ἄπορους, στούς φτωχούς ἀδελφούς σου, οἱ ὁποῖοι ἔχουν μείνει σ᾽ αὐτήν τή ζωή γιά νά φανερώσεις σ᾽ αὐτούς τήν ἀγάπη καί τήν εὐγνωμοσύνη σου στόν Θεό, καί νά ἀμειφθεῖς γι᾽ αὐτό στήν αἰωνιότητα ἀπό τόν Θεό. Ὅταν βλέπεις τή λευκή λάμψη τοῦ ἀργύρου, μή δελεασθεῖς ἀπό αὐτήν ἀλλά σκέψου ὅτι ἡ ψυχή σου ὀφείλει νά εἶναι λευκή καί νά λάμπει μέ τίς ἀρετές τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν βλέπεις τή λάμψη τοῦ χρυσοῦ, μή σαγηνεύεσαι ἀπό αὐτήν ἀλλά θυμήσου ὅτι ἡ ψυχή σου πρέπει νά καθαρίζεται μέ τή φωτιά ὅπως ὁ χρυσός, καί ὅτι ὁ Κύριος ἐπιθυμεῖ νά σέ κάνει νά λάμπεις κι ἐσύ ὅπως ὁ ἥλιος, στήν αἰώνια, λαμπρή βασιλεία τοῦ Πατέρα Του. Θυμήσου ὅτι θά δεῖς τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης, τόν Θεό, τήν Ἁγία Τριάδα, τήν Ὑπεραγία Παρθένο καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί ὅλες τίς ἐπουράνιες δυνάμεις καί τούς ἁγίους νά λάμπουν πλημμυρισμένοι ἀπό τό ἀνέκφραστο φῶς τό ὁποῖο ξεχύθηκε ἐπάνω τους».[11]
Ὁ μετεωρισμός λυπεῖ τόν Θεό. Δέν γνωρίζουμε πότε θά μᾶς ἐπισκεφθεῖ ὁ Θεός καί θά μᾶς δώσει αἴσθηση τῆς Χάρης Του
Ἔλεγε ὁ ἁγιασμένος Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης σχετικά μέ τό πότε θά ἔλθει ἡ Θεία Χάρις, ὅτι αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, «αὐτό εἶναι ἡ κρίσις Του. Τό δικό μας εἶναι πάντοτε νά προσευχώμεθα. Ὅταν ὁ Θεός ἐπισκέπτεται τήν ψυχή μας, θέλει καί ἀπαιτεῖ νά τή βρίσκει σέ προσευχή. Νά μή βρίσκει τήν ψυχή μας καί τή διάνοιά μας μετεωριζομένη. Αὐτό λυπεῖ τό Θεό. Λυπεῖ τό Θεό. Μποροῦμε νά 'χουμε ὅλη τήν ἡμέρα αὐτοσυγκέντρωση; Αὐτό θά μᾶς βοηθήσει... Ἡ νοερά προσευχή ὀλίγον κατ' ὀλίγον φέρνει τόν ἄνθρωπο εἰς τήν πρώτη Χάρη τοῦ βαπτίσματος»[12]. Ἡ ἐκκοπή τοῦ μετεωρισμοῦ εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν ἐξάσκηση τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς προτρέπουν: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους». Διά τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ παντοδυνάμου αὐτοῦ ὀνόματος, μαστίζονται οἱ δαίμονες κι’ ἔρχεται μιά μεγάλη παράκλησις (παρηγορία-χαρά-ἀγαλλίαση) μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἐάν ὁ ἄνθρωπος ἐπιμείνει δημιουργεῖται μία ἀγαθή ἕξις μέσα του, ὅπως λέν οἱ ἅγιοι Πατέρες. Σύν τῷ χρόνῳ ἡ εὐχή ἀπαγγέλλεται καρδιακῶς μόνη της. Καί τότε ἔχουμε τήν «καρδιακή» προσευχή. Ἡ «καρδιακή» προσευχή, ἡ νοερά προσευχή, εἶναι αὐτή, πού ἐξαγιάζει τό νοῦ.
Σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά ἐξαγιάσει τό νοῦ του. Στήν κυριολεξία ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού ἔχει τό νοῦ του στραμμένο πρός τόν Θεό: Ἄνω θρώσκει διά τοῦ νοῦ καί γεμίζει μέ Θεία Χάρη. Τόν ἄνθρωπο τόν χαρακτηρίζει ὁ κεχαριτωμένος νοῦς. «Ἐάν δέν ὑπάρχει κεχαριτωμένος νοῦς εἰς τόν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τά πάντα»[13].
Σ' αὐτό, μᾶς εἶπε ὁ Γέροντας ὅτι, «Ὁ νοῦς εἶναι ὅπως τό μικρό παιδί. Τό παιδί ὅταν πάει κάπου νά παίξει καί τοῦ ἀρέσει, τότε ἐπιμένει νά πηγαίνει συνέχεια στό ἴδιο μέρος. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὅταν καταπιανώμαστε μέ πολλά ἄλλα θέματα καί μέ μέριμνες βιοτικές, εἶναι φυσικό ὅτι ὁ νοῦς ἐκεῖ συνεχῶς ἀρέσκεται νά τρέχει».
Μᾶς ἔλεγε πάλι ὁ γέρων Παΐσιος: «Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μαθαίνει νά ἐξαρτᾶ τόν ἑαυτό του ἀπό τήν Θεία Πρόνοια. Ἔτσι ἡ Θεία Πρόνοια κάνει ὅπως ἡ μητέρα, πού δέν εἶναι δυνατόν νά παραγνωρίσει ὅτι ἔχει ἕνα μικρό βρέφος μέσα στήν κούνια του, τό ὁποῖο καί ἐξαρτᾶ τόν ἑαυτό του τελείως ἀπό αὐτήν, καί ἄν καμμιά φορά ἀργήσει νά τό ἐπισκεφθεῖ καί νά καταπιασθεῖ μαζί του, αὐτό ἀρχίζει νά κλαίει γοερά καί συνταρακτικά, μέχρι νά τῆς σπάσει τ' αὐτιά, καί νά τήν ἐξαναγκάσει νά τρέξει πρός αὐτό. Ἔτσι πρέπει νά γίνουμε κι ἐμεῖς μέ τόν Θεό καί πατέρα μας».
Ὅσο κι ἄν μᾶς φαίνεται ἄσχετο, στήν πραγματικότητα ἡ καρδιά ξεκουράζει τόν κουρασμένο νοῦ. Μόλις αὐτός τήν ἐντοπίσει ποῦ εἶναι καί κτυπᾶ καί ὅταν ἐκεῖ λέγει τίς προσευχές, τότε καί ἡ ἐργασία τῆς προσευχῆς δέ θεωρεῖται ἔργο κοπιῶδες ἀλλά εὐχάριστο, γιατί ἡ καρδιά εἶναι ἡ οἰκία τοῦ νοῦ καί ὁ τόπος ἀναπαύσεώς του.
Ὁ νοῦς μπορεῖ νά κινεῖται μέσα στήν καρδιά κι αὐτή τόν αἰσθάνεται.Τό κέντρο τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ καρδία. Ἡ ψυχή ὅταν ἀντιληφθεῖ τήν ἐπιστροφή τοῦ νοῦ στήν καρδια ἀπό τήν περιπλάνησή του στόν κόσμο ἀμέσως εἰρηνεύει καί χαίρεται. Ἀγαλλιάζει ὅπως μιά γυναῖκα παντρεμένη, πού ἐνῶ κάποτε ἔβλεπε τόν σύζυγο της νά ξενογυρνάει , τώρα τόν βλέπει νά ἐπιστρέφει καί νά κατοικεῖ στό οἰκογενειακό του σπίτι.
Ὁ νοῦς εἶναι ὁ ἄνδρας, ἡ ψυχή ἡ γυναίκα. Ὁ σωστός νοῦς μοιάζει μέ τόν καλό σύζυγο καί οἰκογενειάρχη. Μένει στήν καρδιά καί κοιτάζει τήν ψυχή του καί τή φροντίζει καί εἶναι οἱ δύο ἀνδρόγυνο ἀγαπημένο.Εἶναι οἱ δύο σάρκα μία, καί προσεύχονται μαζί νοῦς καί ψυχή. Σύμφωνα δέ, μέ τό Λόγο τοῦ Κυρίου, ὅπου ὑπάρχουν δύο συνηγμένοι στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τότε ὅ,τι ζητήσουν ἀπό τόν Χριστό, πού εἶναι μαζί τους, ὁ Χριστός Μας, τούς τό δίδει. Ὅταν δηλαδή ὁ νοῦς καταπιάνεται μέ τήν ψυχή καί ὄχι μέ τόν κόσμο καί τήν ὕλη, τότε εἰσακούονται οἱ προσευχές μας. Αὐτά τά μέτρα, γράφουν οἱ πατέρες καί συμβουλεύουν καί οἱ σύγχρονοι Ἁγιορεῖτες καλλιεργητές τῆς νοερᾶς προσευχῆς, πρέπει νά φθάσουμε οἱ χριστιανοί γιά νά γίνουμε σάρκα μία καί ἕνα μέ τόν Κύριον.
Ἐρώτησε κάποιος τόν π.Παΐσιο: «- Γέροντα, μένει ψυχρή ἡ καρδιά μου στήν προσευχή.
Τότε ὁ Γέροντας ἀπάντησε:
- Εἶναι γιατί ὁ νοῦς δέ δίνει τηλεγράφημα στήν καρδιά. Ὕστερα στήν προσευχή χρειάζεται νά ἐργασθεῖ κανείς δέν μπορεῖ ἀπό τήν μιά στιγμή στήν ἄλλη νά φθάσει σέ κατάσταση, ὥστε νά μή φεύγει καθόλου ὁ νοῦς του. Θέλει ὑπομονή. Βλέπεις, ἄλλος χτυπάει τήν πόρτα, ξαναχτυπάει, περιμένει, καί μετά ἀνοίγει ἡ πόρτα. Ἐσύ θές νά χτυπήσεις μιά καί νά μπεῖς μέσα. Δέν γίνεται ἔτσι.
Στήν προσευχή χρειάζεται ἐπιμονή. «Καί παρεβιάσαντο αὐτόν» (Λουκ. 24, 25), λέει τό Εὐαγγέλιο γιά τούς δύο Μαθητές πού συνάντησαν τόν Χριστό στόν δρόμο πρός Ἐμμαούς. Ἔμεινε ὁ Χριστός μαζί τους, γιατί εἶχαν μιά συγγένεια μέ τόν Χριστό καί τό δικαιοῦνταν. Εἶχαν ταπείνωση, ἁπλότητα, καλοσύνη, θάρρος μέ τήν καλή ἔννοια, ὅλες τίς προϋποθέσεις, γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός ἔμεινε μαζί τους»[14]. Ἔλεγε πάλι ὁ π. Παΐσιος: «Ὅταν τά μικρά παιδάκια περνοῦν μέ τούς γονεῖς τους ἔξω ἀπό κάποια βιτρίνα καί θέλουν κάτι πού τούς ἀρέσει, τότε κρατοῦν τήν μητέρα τους ἀπό τό φουστάνι καί τήν τραβᾶνε καί κλαῖνε καί κτυπιοῦνται, μέχρι νά τήν ἐξαναγκάσουν, νά τούς τό ἀγοράσει. Ἔτσι καί ἐμεῖς μέ ἐπιμονή καί ὑπομονή παραμένουμε στήν προσευχή μέχρι νά μᾶς ἀκούσῃ ὁ Θεός. Ἔτσι καί ἐσεῖς, κατά τό Εὐαγγέλιο, πού λέει νά ἐπιμένετε στήν προσευχή καί νά μήν ἀποκάμνετε, πρέπει νά προσεύχεσθε συνεχῶς καί ἀσταμάτητα μέχρι νά κερδίσετε αὐτό πού θέλετε, ἐνῶ ταυτοχρόνως μαθαίνετε νά προσεύχεσθε καί νά ἐπικοινωνεῖτε μέ τόν Θεόν. Ἀπό τήν ἐπίμονη προσευχή ἔχουμε ὀφέλη, γιατί μᾶς παραχωρεῖ ὁ Θεός αὐτό πού ζητοῦμε, ἐνῶ ταυτοχρόνως μαθαίνουμε νά προσευχόμαστε. Γι' αὐτό ἄς μήν ἀπελπιζόμαστε, ὅταν ὁ Θεός ἀργεῖ νά μᾶς εἰσακούσει. Πολλά καλά πηγάζουν ἀπό τήν ἀργοπορία αὐτή» .
5)Ἀγάπη γιά τίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Γιά νά καθαρισθοῦμε ἀπό τά πάθη πολύ βοηθοῦν οἱ πολλές καί ποικίλες ἀκολουθίες τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Πρέπει νά γίνουμε φιλακόλουθοι, ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς. Ἡ προσπάθεια ἀρχίζει ἀπό τό σπίτι μέ τό κλείσιμο τῆς τηλεόρασης.
«Γιά νά μπορέσουμε νά ζήσουμε ἀληθινά γιά νά χαροῦμε τή ζωή μας πρέπει νά εἴμαστε ἑνωμένοι μέ τήν ὄντως Ζωή πού εἶναι ὁ Χριστός. Πρέπει νά γίνουμε ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς. Θά τό πετύχουμε δέ αὐτό ὅταν συμμετέχουμε καί συχνά εἴμεθα παρόντες στίς ἐκδηλώσεις τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πρώτη ἐκδήλωση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τό κτύπημα τῆς καμπάνας. Ὅταν συμμετέχουμε στίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, τότε ὁπωσδήποτε θά γίνουμε φιλακόλουθοι. Τότε θα μπορέσουμε να ζήσουμε καί στό σπίτι μας, πού εἶναι κατ' οἶκον Ἐκκλησία, τήν προσευχή. Νά ζήσουμε τήν κοινή προσευχή. Σήμερα, ὑπάρχει μία μυστική ρήξη, ἕνας μυστικός χωρισμός στήν οἰκογένεια. Τό πρῶτο πού φταίει εἶναι ἡ τηλεόραση. Ἀνοίγουμε τήν τηλεόραση καί ξεχνᾶμε ὅτι ὑπάρχει ἕνα κουμπί πού τήν ἀνοίγει, ἀλλά ὑπάρχει κι ἕνα πού τήν κλείνει. Τήν ἀνοίγουμε καί καθόμαστε ἐκεῖ σιωπηρῶς καί βλέπουμε ἐπί ὧρες. Σάν ἀποτέλεσμα ἔλειψε ἀκόμη καί αὐτή ἡ κοινωνική κοινωνία, ἡ κοινωνική διαπροσωπική κοινωνία μέ τά παιδιά μας. Πολύ περισσότερο ἔλειψε ἡ πνευματική κοινωνία. Τό μέσο γιά νά ἑνωθεῖ ἡ οἰκογένεια μ' ἕναν ἄρρηκτο δεσμό, ἀλλά καί γιά νά ζοῦμε μέσα στή μεγάλη οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ ἑνωμένοι πραγματικά μεταξύ μας ἔχοντας μέθεξη Θεοῦ, εἶναι ἡ συμπροσευχή. Γι` αὐτό πρέπει ἡ οἰκογένεια νά μάθει νά κανει τό ἀπόδειπνο. Τί ὡραῖο πρᾶγμα! Νά μάθουμε τά παιδιά μας ἀπό μικρά νά προσεύχονται καί νά συμπροσεύχονται, νά μάθουμε τό θυμίαμα. Νά μάθουμε νά συμπροσευχόμεθα καί τό πρωί»[15]. Τότε ἡ οἰκογένεια λειτουργεῖ σάν κατ’ οἶκον Ἐκκλησία, σάν προπονητήριο γιά μεγαλύτερους πνευματικούς ἀγῶνες Τότε εἴμαστε δεκτικοί τῶν χαρισμάτων καί ἀνοικτοί στά οὐράνια μυνήματα πού δίδονται στή διάρκεια τῆς κοινῆς Λατρείας. Σάν τόν ἀθλητή πού ἔχει πολύ καλή φυσική κατάσταση καί ἔχει πολύ καλά προπονηθεῖ, εἰσερχόμεθα καί ἐμεῖς στό πνευματικό στάδιο (στή Θεία Λειτουργία) γιά νά ἐπιτύχουμε τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό.
6)Γιά τήν σωστότερη συμμετοχή στήν Θεία Λειτουργία πρέπει νά προσεχθοῦν μερικά πρακτικά ζητήματα τήν προηγούμενη ἡμέρα. Πολύ ἐλαφρύ φαγητό καί λίγο νερό νωρίς τό βράδυ ἐν ὄψει τῆς Θεία ς Λειτουργίας καί Θείας Κοινωνίας τῆς Κυριακῆς
Ø Ὄχι ἔξοδοι καί φαγοπότια, ἰδίως τό Σαββατόβραδο. (Τό πόσο ἀλλοτριωμένοι εἴμαστε σάν χριστιανοί φαίνεται ἀπό τό πότε κάνουμε τό μυστήριο τοῦ γάμου, πότε κάνουμε τά γενέθλια τοῦ παιδοῦ μας ἤ καλοῦμε τούς φίλους μας : Συνήθως τό Σάββατο βράδυ, ἐνῶ ὑποτίθεται ὅτι ἑτοιμαζόμαστε γιά τήν Θεία Κοινωνία τῆς Κυριακῆς.
Ø Πολύ βοηθᾶ ἡ παρακολούθηση τοῦ ἐσπερινοῦ τό Σάββατο τό ἀπόγευμα ἤ ἄν εἶναι καθημερινή τῆς ἑορτῆς πού πρόκειται νά ἑορτάσουμε.
Ø Ἑτοιμασία τοῦ ζυμωτοῦ προσφόρου, τοῦ νάματος καί τῶν ὀνομάτων γιά μνημόνευση, μέ σιωπή, εὐλάβεια καί προσευχή.
Ø Τό βράδυ ζητᾶμε συγγνώμη ἀπό ὅλους, μετά τό ἀπόδειπνο, πού καλό εἶναι νά γίνεται ἀπό ὅλη τήν οἰκογένεια μαζί. Τά παιδιά φιλᾶνε τό χέρι τῶν γονέων καί παππούδων και ἔτσι κοιμῶνται.
Ø Καθαριότητα καί σωματική ἐν ὄψει τοῦ ἐκκλησιασμοῦ.
Ø Πολλή προσευχή μέ τό κομβοσχοίνι τό βράδυ πρίν τή Θεία Λειτουργία καί σχετική μελέτη λειτουργικοῦ βιβλίου.
Ø Μελέτη τοῦ εὐαγγελικοῦ καί τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος τῆς ἐπόμενης ἡμέρας.
Ø Μελέτη τῆς ἀκολουθίας τῆς Θείας Μεταλήψεως ἄν πρόκειται νά κοινωνήσουμε.
Ø Εἰδικά γιά τό τελευταῖο, δηλ. γιά τήν ἑτοιμασία ἐν ὄψει τῆς Θείας Κοινωνίας ὀφείλουμε νά τονίσουμε ὅτι πρέπει ἡ καρδιά μας νά συντριβεῖ. Ἄς ζητήσουμε συγχώρηση γιά τίς ἁμαρτίες μας ἀπό τόν Θεό (ἐννοεῖται βέβαια, ὅτι ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ καί ἔχουμε πάρει τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μας γιά νά κοινωνήσουμε) καί μέ τήν καρδιά μας ἄς ζητήσουμε τή μεγάλη δωρεά ἀπό τόν Κύριο. Ἔλεγε ἕνας ἐξαγιασμένος Ἁγιορείτης γέροντας: «Ἡ καλυτέρα προσευχή εἶναι ὅ,τι ἐσύ ἐπινοεῖς ἐκείνην τήν ὥρα. Δέν εἶναι μόνον,... θέλω νά διαβάσουμε Μετάληψη νά μεταλάβουμε, τρόπον τινά, αὔριο. Α, «ἀπό ρυπαρῶν χειλέων, ἀπό βδελυρᾶς καρδίας...»· διαβάζουμε, οὔτε καταλαμβάνουμε τί λέμε. Ἐσύ ὁ ἴδιος νά βρεῖς προσευχή, ἐσύ ὁ ἴδιος· ὁπότε καταλαμβάνεις τί λές εἰς τόν Θεό. Αὐτό ἔχει μεγάλη δύναμη, ... μεγάλη δύναμη! Ε, ἄς ὑποθέσουμε ὅτι αὔριο θά μεταλάβουμε. Θά μεταλάβουμε. Θά 'ρθει οὐσιωδῶς ὁ Παράκλητος ν' ἁγιάσει τά Δῶρα· πῶς θά Τόν ὑποδεχθεῖς; «Στό ἔλεός Σου, στήν εὐσπλαχνία Σου, συγχώρεσέ με». Ἔχει δύναμη διότι τό λές καί τό καταλαμβάνεις, ἀπό μέσα ἀπ' τήν ψυχή σου βγαίνει αὐτή ἡ εὐχή... Διότι πολλές φορές διαβάζουμε, ἀλλοῦ τρέχει ὁ νοῦς, ἀλλά αὐτό, πού βγαίνει ἀπό μέσα σου, τό καταλαμβάνεις τί λές».[16]
7)Ἡσυχαστική ζωή κατά τό δυνατόν
Εἶναι ἀπαραίτητο νά κόψουμε τίς περιττές δραστηριότητες καί νά δοῦμε μέσα μας. Νά ἔλθουμε «εἰς ἑαυτόν» γιά νά μπορέσουμε νά μετανοήσουμε καί νά προσευχηθοῦμε σωστά.
«Ἡσυχία ἀρχή καθάρσεως» λέει ὁ Μ. Βασίλειος. Ἡσυχάζοντας ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά εἰσέλθουμε στό ἐσωτερικό μας καί νά γνωρίσουμε τήν πνευματική μας κατάστασή.Τότε θά μπορέσουμε νά προσδιορίσουμε τά πάθη πού μᾶς κυριεύουν. Αὐτό εἶναι τό πρῶτο βῆμα γιά νά θεραπευθοῦμε. Νά τί συμβουλεύει σύγχρονος ἁγιορείτης γέροντας: «Πρέπει ὅλοι μας, μικροί καί μεγάλοι, νά δημιουργήσουμε ὧρες, πού νά βλέπουμε τόν ἑαυτό μας. Διότι... αὐτή ἡ ἔνταση λόγῳ τῶν κοινωνικῶν, τῶν οἰκογενειακῶν, τῶν ἐπαγγελματικῶν μεριμνῶν μας δημιουργεῖ μία δυσκολία, μία βαρύτητα, γι` αὐτό πρέπει νά βρίσκουμε μερικούς τρόπους καί μερικές μεθόδους νά φεύγουμε ἀπό τόν κόσμο. Ἕνας τρόπος εἶναι νά ἐπισκεπτόμαστε τά μοναστήρια. Ὅσο μπορεῖτε, νά συνδέεστε μέ τό μοναστήρι. Καί ἰδιαίτερα μέ τό Ἅγιον Ὄρος, πού εἴμαστε μάρτυρες πόσοι ἄνθρωποι ὑφίστανται ἀποτελεσματικές ἀλλοιώσεις ἑκατόν ὀγδόντα μοιρῶν, διότι ἔρχονται σ' αὐτόν τόν εὐλογημένο καί χαριτωμένο τόπο. Ἕνας ἄλλος πιό πρακτικός τρόπος καί πιό εὔκολος εἶναι νά σχετιζόμαστε μέ τά ἐξωκλήσια. Τά ἐξωκλήσια τά ἔκτισαν οἱ παλαιοί, διότι πρῶτα οἱ παλιοί ὀρθόδοξοι εἴχανε πάντοτε ἡσυχαστικές διαθέσεις. Διότι, βλέπετε, οἱ Πατέρες εἶπαν ὅτι δέ διαφέρει ὁ μοναχικός ἀπό τόν ἔγγαμο βίο, ἐκτός ἀπό τό γάμο. Τά ἄλλα ὅλα πρέπει μέ τόν ἴδιο τρόπο καί μέ τήν ἴδια μέθοδο νά ἀγωνιζόμαστε Γι` αὐτό καί τά ἐξωκλήσια τά ἔκτιζαν, γιά νά πηγαίνουν ἐκεῖ νά προσεύχονται, ν' ἀνάβουν τά καντήλια, νά κάνουνε ἡσυχαστικές λειτουργίες. Γι` αὐτό τά ἔκτισαν. Γι` αὐτό μία μέθοδος καί ἕνας τρόπος, πού ὁδηγεῖ στή σωστή ὁδό καί στό σωστό ἀποτέλεσμα, εἶναι νά ἐπισκεπτόμαστε τά ἐξωκλήσια. Αὐτό θά μᾶς βοηθήσει νά ἑνοποιηθοῦμε μέ τόν ἑαυτό μας»[17]. Χωρίς ἡσυχία δέν μπορεῖ κανείς νά «ἐπισκεφθεῖ ἑαυτόν» καί νά «βάλει διάγνωση», νά βρεῖ ἀπό ποιά πάθη κυριαρχεῖται, ποῦ σφάλλει καί πῶς θά θεραπευθεῖ. Δέν μπορεῖ νά ἔλθει «εἰς ἑαυτόν», νά καταλάβει τήν ἀσωτία του καί νά ἐπιστρέψει στόν πατρικό οἶκο. Χωρίς ἡσυχία δέν μπορεῖ κανείς νά προσευχηθεῖ. Πρέπει λοιπόν νά ὀργανωθεῖ ἔτσι ἡ ζωή μας ὥστε νά ἀποφεύγονται οἱ ἄσκοπες καί περιττές ἐνασχολήσεις, συναντήσεις καί συζητήσεις. Ἔτσι θά ὑπάρχει χρόνος ἀλλά καί ψυχική διάθεση-δύναμη γιά προσευχή, αὐτοεπίσκεψη, μετάνοια καί θεοκοινωνία (ἐμπειρία τῆς μετοχῆς στήν ἄκτιστη θεοποιό Θεία Χάρη).
8)Χωρισμός ἀπό τόν «κόσμο», δηλ. τό κοσμικό φρόνημα (=ἀγάπη γιά τόν πλοῦτο, τίς σαρκικές ἡδονες καί τή μάταιη δόξα) : Γιά νά ζήσουμε τή Θεία Λειτουργία, γιά νά λατρεύσουμε ἀληθινά καί εὐάρεστα τό Θεό πρέπει νά χωριστοῦμε ἀπό τόν «κόσμο», ὄχι μόνο μέ τό σῶμα ἀλλά καί μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά. Οἱ πιστοί ὅταν ἀρχίζουν νά πορεύονται πρός τόν ναό, γράφει ὁ π. Ἀλ. Σμέμαν, «ἀφήνουνε ἀληθινά τή ζωή τους σέ αὐτόν τόν παρόντα καί συγκεκριμένο κόσμο, καί... ἤδη συντελεῖται μιά πράξη μυστηριακή... Γιατί τώρα βρίσκουνε τό δρόμο τοῦ ἀπαρτισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας ἤ ἀκριβέστερα τῆς μεταμόρφωσής τους σέ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Ἢτανε ἄτομα, ἄλλοι λευκοί, ἄλλοι μαῦροι, ἄλλοι φτωχοί, ἄλλοι πλούσιοι, ἤτανε ὁ «φυσικός» κόσμος, μιά φυσική κοινότητα. Καί τώρα κληθήκανε νά «συνέλθουν ἐπί τῷ αὐτῷ», νά κομίσουνε τίς ζωές τους, ... καί νά γίνουνε κάτι περισσότερο ἀπό αὐτό πού ἤτανε: μιά νέα κοινότητα, μιά νέα ζωή....Ἡ λειτουργία ἀρχίζει, λοιπόν σάν ἕνας πραγματικός χωρισμός ἀπό τόν κόσμο... ὁ Χριστός εἶναι «οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου»...ὕστερα ἀπό τήν ἀνάστασή Του, δέν ἀποτελοῦσε πιά «μέρος» τοῦ κόσμου αὐτοῦ, τῆς πραγματικότητας τοῦ κόσμου, .... Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί καταλαβαίνανε πώς γιά νά γίνουνε ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔπρεπε νά ἀνεβοῦνε στόν οὐρανό ὅπου εἶχε ἀνεβῆ ὁ Χριστός.... καί ὅταν ὕστερα ἀπό τή λειτουργία τοῦ «ἀνεβάσματος» γυρίζανε πίσω στόν κόσμο, τά ἴδια τους τά πρόσωπα ἀντανακλούσανε τό φῶς, τή «χαρά καί εἰρήνη» τῆς Βασιλείας καί ἤτανε στά ἀλήθεια μάρτυρές της....Καί ὅταν τούς ρωτούσανε: «Ἀπό ποῦ λάμπει αὐτό τό φῶς; ποῦ βρίσκεται ἡ πηγή αὐτῆς τῆς δύναμης;» γνωρίζανε τήν ἀπόκριση καί κατά ποῦ νά ὁδηγήσουνε τούς ἀνθρώπους»[18]. Τό κοσμικό φρόνημα εἶναι ἐχθρικό πρός τόν Θεό. «Ὅποιος θέλει νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ», λέγει ξεκάθαρα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος.
Ἄς δοῦμε τώρα καί τά ὑπόλοιπα στοιχεῖα, πού εἶναι βοηθητικά προκειμένου νά συμμετάσχουμε στή Θεία Λειτουργία:
Γ)Ἀποκατάσταση τῆς Εἰρήνης μέ τόν Θεό, μέ τόν ἑαυτό μας καί μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. (Τίποτε δέν πρέπει νά κάνουμε μέ βιασύνη-ἄγχος. Τό ἄγχος φανερώνει μία δαιμονική κυριαρχία πάνω μας).
Νά τά κάνουμε ὅλα ἥρεμα, χωρίς ἄγχος. Νά κρατᾶμε πάντα τήν ἐσωτερική μας εἰρήνη ἀποφεύγοντας κάθε τι πού μπορεῖ νά τήν ταράξει. Κυρίως καί ὁλοκληρωτικά ἀτάραχος εἶναι ὁ ταπεινός. «Κι ἄν κολληθῇ ὁ οὐρανός στή γῆ, ὁ ταπεινόφρων οὐ θροεῖται» μᾶς διδάσκει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος. Ἑπομένως ἐάν ταραζόμαστε σημαίνει ὅτι δέν ἔχουμε ταπεινοφροσύνη.
Ἡ ἀληθινή λατρεία ἀπαιτεῖ τήν ἀληθινή κοινωνία καί ἑνότητα μεταξύ μας. Ἀναγκαία προϋπόθεση γιά νά εἶναι θεάρεστη ἡ λατρεία, γιά νά ζήσουμε τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, εἶναι ἡ καταλλαγή καί ἡ ἀγάπη μέ τόν πλησίον. Ἔστω καί μέ ἕναν ἄνθρωπο στόν κόσμο νά ἔχουμε ἐχθρότητα καί μῖσος δέν μποροῦμε νά προσέλθουμε στό μυστήριο. Πρέπει ἡ ψυχή καί ἡ καρδιά μας νά εἶναι μία γιά νά νά δοξολογήσουμε τό «πάντιμο καί μεγαλοπρεπές ὄνομα» τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Στίς κοσμικές ὑποθέσεις, ἄνθρωποι πού ζοῦνε ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τή Θεία Λειτουργία συμφωνοῦν πολλές φορές ἐξωτερικά σέ κάτι καί φαίνεται ὅτι τό ζητοῦν μέ ἕνα στόμα. Ἀλλά ὄχι μέ μιά καρδιά. Οἱ βαθύτεροι σκοποί καί λογισμοί εἶναι διαφορετικοί στόν καθένα. Ἀντίθετα στήν Ἐκκλησία προηγεῖται ἡ ἐσωτερική ἑνότητα καί συμφωνία. Ὅλοι συνδεόμαστε μέ τόν Κύριο ὀργανικά. Γινόμαστε ἕνα στόμα, μιά καρδιά. «Σύμψυχοι, τό ἕν φρονοῦντες».[19] Ἡ ἑνότητα αὐτή τῆς ἀγάπης εἶναι «δώρημα τέλειον ἄνωθεν καταβαῖνον». Στούς πρώτους χριστιανούς αὐτή ὑπῆρχε σέ τέλειο βαθμό διότι ὑπῆρχε ζωντανή εὐχαριστιακή κοινότητα. Σ' αὐτούς ἤτανε ὅλα κοινά.[20] Αὐτή ἡ ἀληθινή πνευματική ἀγάπη κάνει τό πλῆθος τῶν πιστῶν νά εἶναι «ὅπως οἱ χορδές τῆς λύρας. Εἶναι μέν πολλές ἀλλά, συγκλίνοντας σέ μιά συμφωνία, ψάλλουν τραγούδι χαροποιό»[21]. Ὅταν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀγαπητική ἑνότητα, τότε κατέρχονται πλούσια τά ἐλέη τοῦ Θεοῦ· γιατί τότε ἡ δοξολογία μας καί ἡ εὐχαριστία μας ἀνεβαίνουν στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν γινόμαστε ἕνα στόμα πού ὑμνεῖ τήν Ἀγάπη, μιά καρδιά πού χτυπᾶ γιά τήν Ἀγάπη, τότε τά ἐλέη τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ Αὑτοαγάπη μᾶς κατακλύζουν. Ἀλλοίμονο ἄν δέν γινόμαστε ἔτσι · τότε ἡ προσφορά μας εἶναι ἀπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό τῆς ἀγάπης· τότε δέν μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ ἡ εὐχή καί βεβαίωση τοῦ λειτουργοῦ γιά τήν ἔκχυση τοῦ θεϊκοῦ ἐλέους τό ὁποῖον «ἔσται μετά πάντων, τῶν ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ δοξαζόντων καί ἀνυμνούντων τό πάντιμον καί μεγαλοπρεπές ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Ἀπαραίτητη γιά τή διατήρηση τῆς ἑνότητας ἡ ἀλληλοσυγχώρηση. «Ἄν πηγαίνοντας τό δῶρο σου στό Θεό, θυμηθεῖς ὅτι ὁ πλησίον σου ἔχει κάτι ἐναντίον σου» λέει ὁ Κύριος (ὄχι ὅτι ἐσύ ἔχεις κάτι ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ σου - πρᾶγμα ἀνεπίτρεπτο γιά χριστιανό), «τότε ἄφησε τό δῶρο σου καί πήγαινε νά διαλλαγεῖς μέ τόν ἀδελφό σου»[22]· πήγαινε νά συγχωρηθεῖς γιά νά μπορέσεις καί νά «συν-χωρήσεις», νά συμπορευτεῖς δηλ μαζί του στήν Θεία Λειτουργία. Ἐκεῖ δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχουν διαμάχες καί χωρισμοί καί ἐχθρότητες καί ζήλειες καί κακίες. Τότε (ἄν ὑπάρχουν ἔχθρες μεταξύ μας) δέν εἴμαστε κομμάτια τοῦ Σώματός Του ἀλλά καρκινώματα ἀπορριπτέα. Τότε εἴμαστε ἀνάξιοι καί ἀνίκανοι καί ἀπρόσδεκτοι ἀπό τόν οὐράνιο Νυμφίο διότι πληγώσαμε τήν ἀγάπη πού εἶναι ὁ Ἴδιος.
Διηγεῖται ὁ π. Ἐφραίμ Κατουνακιώτης: «Σ' ἕνα μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ..., ἰδιόρρυθμο ἤτανε. Εἶπε ὁ παπᾶς στόν ἀγωγιάτη:
-Κύριε Δημήτριε, μοῦ φέρνεις καί μένα πέντε-δέκα φορτία ξύλα, να κάψω το χειμώνα;
-Θά σοῦ φέρω, παπᾶ-Ἐφραίμ.
Ἔφερε.
-Φέρ' τα ἀπό 'δῶ.
-Ὄχι ἀπό 'κεῖ, τό ζῶο φοβᾶται, Γέροντα.
-Φερ' τα ἀπό 'δῶ, ντέ.
Μαλώσανε.
-Ἀσυγχώρητος.
- Κι ἐσύ ἀκοινώνητος.
Ἔφυγε ὁ ἀγωγιάτης πῆγε ἀπάνω στό βουνό. Ὁ παπᾶς τώρα τί πρέπει νά κάνει; Μπορεῖ νά λειτουργήσει, νά φέρει σέ ἀδιαφορία, ὅτι ἐγώ εἶχα δίκιο; Ὄχι. Μπορεῖ νά λειτουργήσει; Ὄχι. Τί νά κάνει. Τώρα μάχονται δύο: «Καλά, αὔριο πού θά 'ρθει -γιατί ἤτανε βραδάκι- αὔριο πού θά 'ρθει ὁ ἀγωγιάτης, τοῦ λέω ὅτι νά μέ συγχωρέσει». Ὁ ἄλλος λέει: ‘’Καλά, ἄν δέν ἔρθει ὁ ἀγωγιάτης αὔριο κι ἔλαβε ἕνα τηλεγράφημα ἀπό τή γυναίκα του νά πάει ὅτι τό παιδί ἀρρώστησε, τί θά κάνεις;» Πάτερ, ἐδῶ εἶναι ὁ θησαυρός τοῦ καλογήρου. Προσευχή.
- Παναγία μου, τί νά κάνω; (Τό Ἰβήρων ἦταν τό μοναστῆρι.). Παναγία Πορταΐτισσα, τί νά κάνω, βοηθησέ με.
Κεραυνοβόλος ἔρχεται ἡ πληροφορία, ἡ ἔμπνευση, νά ποῦμε, ἡ παρουσία τῆς Παναγίας. Ὅλοι μας ξέρομε ὅτι τά μοναστήρια τά Ἁγιορείτικα, ὅταν βασιλεύει ὁ ἥλιος κλείνουνε. Ἔχουν ὅμως κι ἕνα πορτάκι μικρό τόσο, πού ἐν καιρῷ, σπάνια τό ἀνοίγουν αὐτό. Ἀνάβει λοιπόν ὁ παπᾶς τό φανάρι του, περνάει τό πορτάκι κι ἀνεβαίνει ἀπάνω στό βουνό.
-Καλησπέρα σας.
-Καλῶς τόν παπᾶ.
-Εὐλογημένε κύριε Δημήτρη, νά μέ συγχωρέσεις.
-Θεός σχωρέσου. Συγχώρεσέ με κι ἐσύ.
Συγχωρεθήκανε καί κατέβηκε κάτω ὁ παπᾶς πάλι καί λειτούργησε τήν ἄλλη μέρα»[23].
Ε)Καλλιέργεια τῆς Εὐγνωμοσύνης πρός τόν Θεό γιά τίς ἄπειρες εὐεργεσίες Του,
· τίς γενικές (σωτήριος οἱκονομία, δημιουργία καί συντήρηση τοῦ κόσμου) καί
· τίς προσωπικές (ἔνταξη στήν ἐκκλησία, σωτηρία, προσωπικά θαύματα κ.λ.π.)
Ἡ συνειδητοποίηση τῶν ὕψιστων εὐεργεσιῶν τοῦ Θεοῦ (δημιουργία, Θεία πρόνοια καί ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου διά τῆς Θείας Οἰκονομίας) μᾶς κάνει νά αἰσθανόμαστε εὐγνωμοσύνη. Ἡ δέ εὐγνωμοσύνη μᾶς παρακινεῖ στήν ἀέναη δοξολογία, στήν ἀδιάλειπτη εὐχαριστία τοῦ Θεοῦ μέ τήν Θεία Λειτουργία. Ὅταν ὁ Σαμαρείτης λεπρός θεραπεύτηκε καί αἰσθάνθηκε εὐγνωμοσύνη πρός τόν Κύριο γύρισε πίσω καί Τόν προσκύνησε. Τά αἴτια πού ὁδήγησαν τόν πρώην λεπρό στήν πίστη, τή δοξολογία καί τήν προσκύνηση τοῦ Χριστοῦ, ἦταν ἡ εὐεργεσία πού δέχτηκε καί ἡ εὐγνωμοσύνη πού αἰσθάνθηκε. Ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ εὐεργεσία, ἀλλά καί ἡ ἀναγνώρισή της, πού γέννησε τήν εὐγνωμοσύνη, δέν θά ὑπῆρχαν οἱ ἐκδηλώσεις αὐτές. Ἡ Θεία Λατρεία λοιπόν προϋποθέ·τει δύο πράγματα· τήν εὐεργεσία καί τήν εὐγνωμοσύνη. Ἄν λείπουν αὐτά, δέν ὑπάρχει λατρεία. Καί ἄν γίνονται λατρευτικές ἐκδηλώσεις χωρίς εὐγνωμοσύνη γιά τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, δέν τελεῖται ἀληθινή Λατρεία. Ποιές ὅμως εἶναι οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, πού ἡ ἀναγνώρισή τους γεννᾶ τήν εὐγνωμοσύνη καί ὁδηγεῖ στή λατρεία;
Οἱ εὐεργεσίες αὐτές μποροῦν νά συνοψιστοῦν στή
1. δημιουργία, 2. τήν πρόνοια καί 3. τήν ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου.
Ὁ Θεός εἶναι ὁ δημιουργός καί προνοητής τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου. Κι ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος παρήκουσε καί ἐγκατέλειψε το Θεό, ἐκεῖνος, «πλούσιος ὦν ἐν ἐλέει, διά τήν πολλήν ἀγάπην αὐτοῦ ἥν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καί ὄντας ἡμᾶς νεκρούς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ... καί συνήγειρε καί συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Εἶναι πολύ ὠφέλιμο νά θυμόμαστε ἀδιάλειπτα τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, γιά νά Τόν λατρεύουμε μέ μεγαλύτερη θέρμη.
Ὁ Κύριος ἔγινε καί εἶναι τό πᾶν γιά μᾶς: «Ἐγώ πατέρας, ἐγώ ἀδελφός, ἐγώ σπίτι, ἐγώ τροφή, ἐγώ ἱμάτιο, ἐγώ ρίζα, ἐγώ θεμέλιο, ὅ,τι θέλεις ἐγώ· τίποτε νά μή σοῦ λείψει· Ἐγώ καί θά ὑπηρετήσω· γιατί ἦλθα γιά νά διακονήσω, ὄχι νά διακονηθῶ· Ἐγώ καί φίλος καί μέλος καί κεφαλή καί ἀδελφός καί ἀδελφή καί μητέρα, ὅλα ἐγώ· μόνο νά εἶσαι δικός μου. Ἐγώ φτωχός γιά σένα· καί ἀλήτης γιά σένα· σέ σταυρό γιά σένα· σέ τάφο γιά σένα· πάνω γιά σένα παρακαλῶ τόν Πατέρα, κάτω γιά σένα ἦλθα πρεσβευτής ἀπό τόν Πατέρα. Εἶσαι τά πάντα γιά μένα, καί ἀδελφός καί συγκληρονόμος καί φίλος καί μέλος. Τί πιό πολύ θέλεις;»[24] Εἶναι τό πᾶν γιά μᾶς ἀλλά καί μεῖς τό πᾶν γι' Αὐτόν. Πῶς νά μήν Τόν εὐχαριστοῦμε; Ἄλλωστε ἡ λατρεία μας ,ἡ δοξολογία καί ἡ εὐχαριστία μας εἶναι τό μόνο πού μποροῦμε νά ἀντιπροσφέρουμε στόν Κύριο πού εἶναι τό πᾶν γιά μᾶς. «Γιά ὅλα αὐτά Σ' εὐχαριστοῦμε καί τόν Μονογενῆ Σου Υἱό καί τό Ἅγιό Σου Πνεῦμα, γιά ὅλα ὅσα γνωρίζουμε καί γιά ὅλα ὅσα δέ γνωρίζουμε, τίς φανερές καί τίς ἀφανεῖς εὐεργεσίες...» λέμε στή Θ. Λειτουργία.
«Λοιπόν παιδί μου», Λέγει καί ὁ ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής, τήν ἀρχή τῆς ὠφέλειας σου κατά Θεό, ὀφείλεις νά κάνεις ἀπό αὐτό τό σημεῖο, δηλαδή πρέπει νά ἔχεις στό νοῦ σου ἀλησμόνητα καί πάντοτε νά θυμᾶσαι μέ ἀδιάκοπη μελέτη ὅλες τίς εὐεργεσίες καί τίς φροντίδες, σύμφωνα μέ τήν πρόνοιά Του, οἱ ὁποῖες ἔγιναν σέ σένα γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς σου. Νά μή σκεπάζει τό νοῦ σου ἡ λησμονιά πού ἔρχεται ἀπό τήν κακία, ἤ ἐξαιτίας τῆς ραθυμίας νά ξεχνᾶς τίς πολλές καί μεγάλες εὐεργεσίες, κι ἔτσι νά περνάει ἀνώφελα καί ἀχάριστα ὁ ὑπόλοιπος χρόνος τῆς ζωῆς σου. Γιατί οἱ τέτοιου εἴδους ἀδιάκοπες μνῆμες, κεντᾶνε τήν καρδιά, ὅπως ἀκριβῶς κάποιο μυτερό καρφί, καί τήν κινοῦν πάντοτε πρός δοξολογία, πρός ταπείνωση, πρός εὐχαριστία μέ συντριμμένη ψυχή, πρός κάθε προσπάθεια ἀγαθή καί ἀνταπόδωση μέ τρόπους καί μέ ἤθη χρηστά καί μέ κάθε ἀρετή κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἐνθυμήσεις αὐτές κάνουν τήν ψυχή νά μελετάει πάντοτε μέ γνώμη εὐσυνείδητη τόν προφητικό λόγο: Τί νά ἀνταποδώσω στόν Κύριο γιά ὅλα ὅσα μέ ἔχει εὐεργετήσει; (Ψαλμ., 115,3)»[25]. Ὁ πανάγαθος Θεός «τὸν κόσμον ... οὕτως ἠγάπησε, ὥστε τὸν Υἱόν Του τὸν μονογενῆ δοῦναι», «ὄχι γιατί δέ μποροῦσε νά μᾶς λυτρώσει μέ ἄλλο τρόπο ἀλλά γιά νά μᾶς δείξει τήν ἀγάπη Του, πού ξεπερνᾶ κάθε τι. Καί μᾶς τράβηξε κοντά Του μέ τό θάνατο τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ. Καί ἄν εἶχε κάτι ἄλλο τιμιώτερο ἀπό τόν Υἱό Του, θά τό ἔδινε καί αὐτό γιά μᾶς, γιά νά εὑρεθεῖ τό ἀνθρώπινο γένος κοντά Του»[26]. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος παρατηρεῖ:
«Τίποτε δέν μᾶς ὠφελεῖ τόσο, ὅσο τό νά θυμόμαστε τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, τίς κοινές, καί τίς ἰδιαίτερες».[27] Αὐξάνεται ἔτσι ἡ ἀγάπη μας[28] πρός τόν Κύριο[29]. Ἡ Λειτουργία τῆς Εὐχαριστίας μας ἀποκτᾶ τότε μιά ἀληθινή πνοή καί ζωντάνια.
Στ)Καλλιέργεια τῆς Ἀγάπης πρός τόν Θεό καί ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Θά ζήσουμε τή Θεία Λειτουργία πού εἶναι τό μυστήριο τῆς ἀγάπης μέ τό νά καλλιεργήσουμe τή γνήσια χριστιανική ἀγάπη πού δέν βάζει ὅρια οὔτε κάνει διακρίσεις. Μέ τό νά νιώσουμε ἕνα μέ ὅλους .
Νά τί μᾶς διδάσκει ὁ σεβαστός γέρων Πορφύριος:
«Ὁ Χριστός φανερώνεται μέσα στήν ἑνότητα τήν μεταξύ μας καί στήν ἀγάπη Του, τήν Ἐκκλησία... Εἴμαστε ὅλοι ἕνα, γιατί ὁ Θεός εἶναι Πατέρας μας κι εἶναι παντοῦ. Ὅταν τό ζήσουμε αὐτό, εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία...Τό σπουδαῖο εἶναι νά μποῦμε στήν Ἐκκλησία. Νά ἑνωθοῦμε μέ τούς συνανθρώπους μας, μέ τίς χαρές καί τίς λύπες ὅλων. Νά τούς νιώθουμε δικούς μας, νά προσευχόμαστε γιά ὅλους, νά πονᾶμε γιά τή σωτηρία τους. Νά ξεχνᾶμε τούς ἑαυτούς μας. Νά κάνουμε τό πᾶν γι' αὐτούς, ὅπως ὁ Χριστός γιά μᾶς. Μέσα στήν Ἐκκλησία γινόμαστε ἕνα μέ κάθε δυστυχισμένο καί πονεμένο κι ἁμαρτωλό. Κανείς δέν πρέπει νά θέλει νά σωθεῖ μόνος του, χωρίς νά σωθοῦν καί οἱ ἄλλοι. Εἶναι λάθος νά προσεύχεται κανείς γιά τόν ἑαυτό του, γιά νά σωθεῖ ὁ ἴδιος. Τούς ἄλλους πρέπει ν' ἀγαπᾶμε καί νά προσευχόμαστε νά μή χαθεῖ κανείς· νά μποῦν ὅλοι στήν Ἐκκλησία... Ὅταν ξεχωρίζουμε τόν ἑαυτό μας, δέν εἴμαστε χριστιανοί. Ἀληθινοί χριστιανοί εἴμαστε, ὅταν αἰσθανόμαστε βαθιά ὅτι εἴμαστε μέλη τοῦ μυστικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας, μέ μιά συνεχή σχέση ἀγάπης. Ὅταν ζοῦμε ἑνωμένοι ἐν Χριστῷ. Δηλαδή ὅταν ζοῦμε τήν ἑνότητα μέσα στήν Ἐκκλησία Του μέ τό αἴσθημα τοῦ ἑνός. Γι' αὐτό ὁ Χριστός προσεύχεται στόν Πατέρα Του λέγοντας, «ἵνα ὦσιν ἕν»... Εἴμαστε ἕνα ἀκόμη καί μέ τούς ἀνθρώπους πού δέν εἶναι κοντά στήν Ἐκκλησία. Εἶναι μακριά ἀπό ἄγνοια. Νά κάνουμε προσευχή.. Ὁ Χριστός... μᾶς λέει: «Ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν» (Ματθ. 5, 44). Ὅταν μᾶς συνδέει ὁ Χριστός ἀποστάσεις δέν ὑπάρχουν. Ὅταν φύγω ἀπ' τή ζωή αὐτή, θά 'ναι πιό καλά. Θά εἶμαι πιό κοντά σας»[30]. Ὅταν ἀγαπήσουμε τούς πάντες, ὅταν νιώσουμε ἕνα μέ ὅλους ἀδιακρίτως, τότε μποροῦμε, ἔχουμε τίς προϋποθέσεις γιά νά προσφέρουμε τό δῶρο μας στό Θεό διά τῆς Θείας Λειτουργίας. Τότε ἐπίσης ζοῦμε τό Μυστήριο τῆς Θείας Λειτουργίας καθώς καί τό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
[1] Γαλ. 5, 24-25
[2] Γαλ. 5, 19-23«φανερὰ δέ ἐστιν τὰ ἔργα τῆς σαρκός, ἅτινά ἐστιν πορνεία, ἀκαθαρσία, ἀσέλγεια, εἰδωλολατρία, φαρμακεία, ἔχθραι, ἔρις, ζῆλος, θυμοί, ἐριθείαι, διχοστασίαι, αἱρέσεις, φθόνοι, μέθαι, κῶμοι, καὶ τὰ ὅμοια τούτοις, ἃ προλέγω ὑμῖν καθὼς προεῖπον ὅτι οἱ τὰ τοιαῦτα πράσσοντες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν.῾Ο δὲ καρπὸς τοῦ πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστιν νόμος»
[3] Γαλ. 5, 16-17:«πνεύματι περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ μὴ τελέσητε.Ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός· ταῦτα γὰρ ἀλλήλοις ἀντίκειται, ἵνα μὴ ἃ ἐὰν θέλητε ταῦτα ποιῆτε. Εἰ δὲ πνεύματι ἄγεσθε, οὐκ ἐστὲ ὑπὸ νόμον».
[4] Πρβλ. Θάνατος καί χαρά" Ὁμιλία π. Βασιλείου Γοντικάκη.
[5] Προλήψεις: κακές συνήθειες καί ἀναμνήσεις πού ὀφείλονται σέ ἁμαρτωλό παρελθόν «Πρόληψη εἶναι» λέγει ὁ ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής «ἀκούσια μνήμη τῶν προηγουμένων κακῶν».
[6]«Ὥσπερ ἀδύνατον ὄφιν τήν ἑαυτοῦ παλαιότητα ἐκδύσασθαι, μή στενήν εἰσδύντα ὀπήν, οὕτω καί ἡμεῖς τάς παλαιάς προλήψεις, καί τήν τῆς ψυχῆς παλαιότητα, καί τόν τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου χιτῶνα οὐ μή ἀποβάλωμεν, ἐάν μή τήν στενήν καί τεθλιμμένην τῆς νηστείας καί ἀτιμίας ὁδόν παρέλθωμεν».
[7] Ματθ. 6, 6.
[8] Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης, ΛΟΓΟΙ ΔΙΔΑΧΗΣ: Προσευχή.
[9] Λκ. 12, 29.
[10]Α´ Θεσ. 5,17.
[11] My Life in Christ (Jordanville Holy Trinity Monastery, 1984), σελ. 155.
[12] Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης, Λόγοι διδαχῆς: Προσευχή.
[13] Ἀρχιμανδρίτου Ἐφραίμ Βατοπεδινοῦ: Ὀρθόδοξη πορεία στή χριστιανική οἰκογένεια.
[14] π. Παϊσίου :«Η προσευχή ὅπλο ἰσχυρό» ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο: «Λόγοι Γέροντος Παϊσίου ἁγιορείτου τ. Β΄», Ἱερό Ἡσυχαστήριο «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης.
[15] Βλ. ἀρχιμανδρίτου Ἐφραίμ Βατοπεδινοῦ: Ὀρθόδοξη πορεία στή χριστιανική οἰκογένεια.
[16] Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης: ΛΟΓΟΙ ΔΙΔΑΧΗΣ, Προσευχή.
[17] Ἀρχιμανδρίτη Ἐφραίμ Βατοπεδινοῦ: Ὀρθόδοξη πορεία στή χριστιανική οἰκογένεια.
[18] π. Ἀλ. Σμέμαν, Γιά νά ζήση ὁ κόσμος, σελ. 41-43.
[19] Φιλιππησίους 2, 2.
[20] «Ὁ βίος , ἡ ψυχή, ἡ συμφωνία, ἡ τράπεζα κοινή, ἀδιαίρετος ἀδελφότης, ἀγάπη ἀνυπόκριτος, τά πολλά σώματα ἕν ἐργαζομένη· τάς διαφόρους ψυχάς εἰς μίαν ὁμόνοιαν ἁρμόζουσα». Μ. Βασίλειος: Μ 31, 325.
[21] Ἱερός Χρυσόστομος Μ 56, 281.
[22] «ἐὰν οὖν προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ͵ ἄφες ἐκεῖ τὸ δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου͵ καὶ ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου͵ καὶ τότε ἐλθὼν πρόσφερε τὸ δῶρόν σου» (Ματθ.5,23-24).
[23] Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης: ΛΟΓΟΙ ΔΙΔΑΧΗΣ, Προσευχή.
[24] In Matthaeum 58.700.33
[25] Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ, Φιλοκαλία, τόμ., Α, σελ. 128, 6-129,10.
[26] Ἀββᾶς Ἰσαάκ, σελ. 307 .
[27] Ἁγ. Ἰωάν. Χρυσοστόμου: Πρός Τίτον Α, ΕΠΕ 24, 16.
[28] Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή, ἡ ὁποία (ἐντολή τῆς ἀγάπης) ἐμπεριέχει (ἔχει μέσα της) ὅλες τίς ἐντολές.
[29] Ἁγ. Ἰωάν. Χρυσοστόμου: Πρός Κολοσσαεῖς, Β ΕΠΕ 22,114-116.
[30] Γέροντος Πορφυρίου: Βίος καί Λόγοι, σελ. 190-192.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου