ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Πρόλογος | |
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: | |
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ | |
Εἰσαγωγή | |
Ἡ ἔννοια τῆς Λατρείας | |
Εἴδη Λατρείας | |
Η Θεία Λειτουργία εΙναι: | |
1) Τό κατ’ ἐξοχήν ἔργο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ | |
2) Ὁ Χριστός | |
3) «Ἡ συγκεφαλαίωση τῆς ὅλης οἰκονομίας» | |
4) Θεοφάνεια Τριαδική | |
5) Σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς | |
6) Θυσία πραγματική | |
7) Ἔργον ἀγαθόν | |
| |
Καρποί τΗς Θεία ς Λειτουργίας | |
1) Ἐνσωματώνεται ὁ πιστός στόν Χριστό. Ἁγιάζεται ὅλη ἡ κτίση. | |
2) Συγκροτεῖται ἡ ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. | |
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ | |
ΠΩΣ ΘΑ ΒΙΩΣΟΥΜΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ | |
Εἰσαγωγικά. | |
Γνήσιες ἐμπειρίες τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. | |
Μορφές ἐμπειρίας τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. | |
Προϋποθέσεις γνήσιας ἐμπειρίας τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ | |
τΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ Ι ) Πρίν τή Θεία Λειτουργία | |
α) Κάθαρση ἀπό τά πάθη | |
1. Πρέπει νά ἀγαπήσουμε τήν κακοπάθεια. | |
2. Πρέπει νά ἀγαπήσουμε καί νά ἐπιδιώξουμε τήν ταπείνωση. | |
3. Ἐργασία στό κελλί. | |
4. Ἐκκοπή τοῦ μετεωρισμοῦ. | |
5. Ἀγάπη γιά τίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας. | |
6. Μερικά πρακτικά ἐν ὄψει τῆς συμμετοχῆς μας στή Θεία Λειτουργία. | |
7. Ἡσυχαστική ζωή κατά τό δυνατόν. | |
8. Χωρισμός ἀπό τόν «κόσμο», δηλ. τό κοσμικό φρόνημα. | |
β) Εἰρήνη μέ τόν ἑαυτό μας καί μέ ὅλους. | |
γ) Ἀλληλοσυγχώρηση πρίν τή συμμετοχή στή Θεία Λειτουργία. | |
δ) Εὐγνωμοσύνη γιά τίς ἄπειρες εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. | |
ε) Ἀγάπη γιά ὅλους. | |
Ιι ) στην διαρκεια τησ θειασ λειτουγιασ | |
α) Ταπείνωση τελωνική. | |
β) Ὄχι κατάκριση. | |
γ) Συγκέντρωση. | |
δ) Καθολική προσφορά τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῶν πάντων στό Θεό. | |
ε) Συμμετέχουμε στή Θεία Λειτουργία καί γενικά στήν προσευχή καί μέ τό σῶμα. | |
στ) Ἀπαραίτητη ἡ συναίσθηση καί ἡ πίστη ὅτι τά μυστήρια εἶναι τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. | |
Ιιι ) ΜΕΤΑ ΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ | |
α) Εὐχαριστία. | |
β) Προσοχή ὥστε ἡ Θεία Λειτουργία νά εἶναι ὅλη ἡ ζωή μας. | |
ΣΥΓΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ | |
ΕΠΙΛΟΓΟΣ | |
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τίς εὐχές τοῦ σεβαστοῦ Γέροντός μας Ἀρχιμανδρίτου π. Μάξιμου Ψιλόπουλου, καταπιαστήκαμε μέ κάτι, πού ξεπερνάει κατά πολύ τίς δυνάμεις μας. Τό ἀποτέλεσμα δέν ἔχει ἀξιώσεις ἐπιστημονικές. Γράφτηκε πρός κοινήν ὠφέλειαν διότι περιέχει λόγους ἁγ. Πατέρων σχετικά μέ τή Θεία Λειτουργία, ἡ ὁποία εἶναι το σημαντικώτερο ἔργο, πού μπορεῖ καί πρέπει νά ἐπιτελέσει ὁ ἄνθρωπος στή γῆ.
Ἀφιεροῦται ταπεινά στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τήν κοινή Μητέρα ὅλων μας, καί στόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, τόν μαρτυρικό Ἅγιο, πού μέ τήν συνεργία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνέθεσε τήν Θεία Λειτουργία.
Μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πάντων τῶν Ἁγίων καί τίς εὐχές ὅλων, ὅσων θά μελετήσουν αὐτό τό μικρό πόνημα, εὐελπιστοῦμε ὅτι θά εὐλογηθεῖ τοῦτο ἀπό τόν Πανάγιο Τριαδικό Θεό μας, ὥστε νά ἀποβῆ εἰς δόξαν Αὐτοῦ καί εἰς οἰκοδομήν τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, «ὑπέρ Ἧς Χριστός ἀπέθανεν καί ἀνέστη».
Ὀφειλόμενες θερμές εὐχαριστίες στόν κοπιάσαντα ἀγαπητό προϊστάμενο τοῦ τυπογραφείου κ. Παῦλο Γιαννούλη.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
4/17 Νοεμβρίου 2008
τοῦ ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰωαννικίου τοῦ Μεγάλου, καί τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Γρηγορίου ἀρχιεπισκόπου Νεοκαισαρείας, τοῦ θαυματουργοῦ.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Γ΄ ΕΚΔΟΣΕΩΣ
Ἀφοῦ, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐξαντλήθηκαν οἱ δύο πρῶτες ἐκδόσεις τοῦ ταπεινοῦ πονήματος: «Τί εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία καί πῶς θά τή ζήσουμε», προχωροῦμε, πάντα μέ τή Χάρη Του, στήν Γ΄Ἔκδοση πλήρως ἀναθεωρημένη καί συμπληρωμένη.
Προστέθηκαν ἀρκετά νέα στοιχεῖα στό κεφάλαιο:«Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς», ὑπό μορφή ὑποκεφαλαίων. Ἐπίσης κάποιες ὑποσημειώσεις, πού κρίθηκαν σημαντικές, ἐνσωματώθηκαν στό κύριο σῶμα τού κειμένου. Πολλές παράγραφοι ἤ φράσεις ξαναγράφτηκαν, συμπληρώθηκαν ἤ ἐξομαλύνθηκαν γλωσσικά καί συντακτικά.
Ἐλπίζουμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τίς εὐχές τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, πάντων τῶν ἁγίων, τοῦ Γέροντος καί τῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν ἡμῶν τό παρόν φτωχό πόνημα νά ἀποβῆ πρός πνευματικήν οἰκοδομήν ὅλων μας.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
3/ 16 Μαρτίου 2010
Τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Μάρτυρος Βασιλίσκου καί τῶν σύν αὐτῷ καί τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Μάρτυρος Σαββίνου τοῦ ἐν Αἰγύπτῳ.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ:
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΕΙσαγωγΗ
«Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν».
Τό μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας μᾶς τό παρέδωσε ὁ φιλάνθρωπος Κύριος στό Μυστικό Δεῖπνο. «Εὐχαριστήσας, εὐλογήσας, ἁγιάσας, κλάσας» μᾶς παρέδωσε τόν ἑαυτό Του εἰς βρῶσιν καί πόσιν. Ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι ἡ λειτουργική «ἀνάμνηση τῆς ἀείμνηστης καί πρώτης ἐκείνης τράπεζας τοῦ μυστικοῦ θείου Δείπνου»[1]. Αὐτό τό μυστήριο τῶν μυστηρίων μᾶς ἔδωσε ἐντολή νά τό ἐπιτελοῦμε ἀδιαλείπτως «εἰς ἀνάμνησίν Του».
Μ' αὐτό μᾶς κάνει Σῶμα Του· ἔρχεται καί μένει μέσα μας καί μεῖς μέσα Του. Μ' αὐτό ἐκπληρώνει τήν ὑπόσχεσή Του: «Ἰδού ἐγώ μεθ΄ ὑμῶν εἰμί πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Μ' αὐτό μᾶς ἑνώνει καί μεταξύ μας, «συνάγει τά ἐσκορπισμένα εἰς ἕν», συγκροτεῖ τήν Ἐκκλησία Του. Μ' αὐτό μᾶς σώζει.
Ἡ «ἀνάμνησις μετά εὐχαριστίας» τοῦ Κυρίου πρέπει νά εἶναι συνεχής. Ὁ Ἴδιος μᾶς τό διδάσκει, διά τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Πάντοτε νά χαίρετε, ἀσταμάτητα νά προσεύχεσθε, γιά κάθε τί νά εὐχαριστεῖτε· διότι αὐτό θέλει ὁ Θεός»[2]. Ὄχι γιά τόν Ἑαυτό Του, «ὄχι ὅτι προσφέρουμε τίποτα σ' Αὐτόν, ἀλλά γιατί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι κερδίζουμε κάτι μεγάλο»[3]· τό μέγιστο, τόν Ἴδιο, πού εἶναι ὁ Παράδεισος καί ἡ σωτηρία. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ «Υἱός τοῦ Εὐλογητοῦ», ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ δοξαζομένου ἀπό ὅλη τήν κτίση, τή λογική, τή νοερά, τήν ἄϋλο καί πνευματική ἀλλά καί τήν ὑλική. Ἀλλά καί ὁ ἴδιος εἶναι Εὐλογημένος, ὁ Εὐλογημένος, Αὐτός «πού ἔχει τή δοξολογία (εὐλογία) μέσα στή φύση Του καί δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν εὐφημία τῶν ἄλλων». Τήν εὐλογία πού προσφέρουμε, αὐτήν τήν ξαναδεχόμαστε πολυπλάσια ἀπό τόν Κύριο.
Ἐμεῖς, Τόν εὐχαριστοῦμε, Τόν εὐλογοῦμε, Τόν λατρεύουμε προσφέροντας τόν καλό λόγο [λόγον ἀγαθόν ( εὐ + λόγος)] καί τά δῶρα τῆς κτίσης: τόν ἄρτο καί τόν οἶνο. Κι Ἐκεῖνος μᾶς προσφέρει τόν ἑαυτό Του, πού εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καί τό ὄντως καλόν, τό ἀληθινό Ἀγαθόν. «Τίποτα δέν εἶναι τόσο ἀγαπητό στό Θεό, ὅσο τό νά εἴμαστε εὐγνώμονες καί γιά τούς ἑαυτούς μας καί γιά τούς ἄλλους»[4]. Θά πρέπει πάντα νά δοξάζουμε τόν Θεό γιατί μᾶς ἔφερε στήν ὕπαρξη ἀπό τήν ἀνυπαρξία· νά Τόν εὐχαριστοῦμε καί γιά τήν ὕπαρξη τῶν ἄλλων. Θά πρέπει νά ἀναφωνοῦμε μαζί μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο: «Δόξα τῷ Θεῷ γιά ὅλα».
Τίποτε δέν εἶναι πιό εὐάρεστο στό Θεό, ἀπό τό νά συναγόμαστε ὅλοι μαζί στήν Λατρεία, στήν Εὐχαριστία. Λατρεύοντας τόν Θεό ἐκπληρώνουμε τήν πρώτη καί μέγιστη ἐντολή τῆς ἀγάπης: «Θά ἀγαπήσεις τόν Κύριο καί Θεό σου μέ ὅλη τήν καρδιά σου καί μέ ὅλη τή δύναμή σου... Κύριον τόν Θεόν σου θά προσκυνήσεις καί Αὐτόν μόνο θά λατρεύσεις καί σ' Αὐτόν θά προσκολληθεῖς»[5]. Δι' εὐχῶν τοῦ γέροντος, καί μέ ὁδηγούς τήν Ἁγία Γραφή καί τούς ἁγίους Πατέρες ἄς προχωρήσουμε.
1. Η Εννοια τΗς λατρεΙας
Εἶναι ἡ Θεία Λατρεία τό ψηλότερο σκαλί τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό. Εἶναι ἡ πράξη μέ τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος ἀναγνωρίζει καί διακηρύττει τή μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ καί συνάμα ἐκδηλώνει τήν ἀγάπη του καί τήν ἀφοσίωσή του πρός Αὐτόν. Ἡ λατρεία πρός τόν Θεό γεννιέται ἀπό τήν συνειδητοποίηση τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐγνωμοσύνη, πού ἀρχίζει νά νιώθει ὁ ἄνθρωπος γι’ αὐτές, ἀπέναντί Του. Εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς εὐγνωμοσύνης καί τῆς δοξολογίας καί τῆς εὐχαριστίας μας πρός τόν Θεό[6]. Εἶναι ἡ μυστική συνάντηση μαζί Του στό ἐσωτερικό ταμεῖο τῆς καρδιᾶς μας. «Σύ δέ ὅταν θέλεις νά προσευχηθεῖς εἴσελθε στό ταμεῖο σου, κλεῖσε τήν πόρτα σου καί προσευχήσου στόν Πατέρα σου κρυφά. Καί ὁ Πατέρας σου πού βλέπει στά κρυφά θά σοῦ ἀνταποδώσει στά φανερά»[7]. Ἡ λατρεία ἀποτελεῖ τρόπο ὑπάρξεως, προσανατολισμένο πρός τόν Τριαδικό Θεό.
Ἡ συνάντηση μέ τό Θεό μέσα στή Θεία Λατρεία ἁγιάζει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, τήν κάνει ὅμοια μέ τό Θεό κατά Χάριν. Γι΄ αὐτό καί ἡ ὀρθοδοξία ἑρμηνεύεται ὡς ἡ «ὀρθή λατρεία» καί ὄχι ὡς ἡ «ὀρθή γνώση»[8]. Εἴμαστε ἀληθινά ὀρθόδοξοι, ὄχι ὅταν ἔχουμε σωστή θεωρητική πίστη μόνο[9], ἀλλά καί ὅταν λατρεύουμε ὀρθά τόν Θεό, ὅταν λειτουργοῦμε μπροστά στόν Θεό. Τότε ἐκπληρώνουμε τόν σκοπό τῆς ὕπαρξής μας, τότε ὁμοιάζουμε μέ τό Θεό, τότε ἐπιτυγχάνουμε τό «καθ' ὁμοίωσιν». Λατρεία τελικά εἶναι ἡ μεταποίησή μας, ἡ μεταμόρφωσή μας σέ δοξολογία, σέ Εὐχαριστία, σέ θυσία, σέ ἀγάπη, γιά χάρη τοῦ «κενώσαντος Ἑαυτόν» καί ταυτόχρονα «πληροῦντος τά πάντα». Σύμφωνα ἄλλωστε μέ τό Ἀποστολικό λόγιο θά πρέπει νά δοξάσουμε τόν Θεόν «ἐν τῷ σώματι ἡμῶν καί ἐν τῷ πνεύματι ἡμῶν»· ὅλη μας ἡ ὕπαρξη νά γίνει μία δοξολογία καί μία εὐχαριστία τοῦ Παναγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.
2. ΕΙδη λατρεΙας
Ὑπάρχουν δύο τύποι (τρόποι) Λατρείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ δημόσια, πού γίνεται στό Ναό, ἀπ' ὅλη τή χριστιανική κοινότητα (=Ἐκκλησία) καί ἡ ἰδιωτική, πού γίνεται ἀπό κάθε πιστό (προσευχή). Συνήθως ὅταν λέμε λατρεία ἐννοοῦμε τήν κοινή, τή δημόσια λατρεία. Τά εἴδη τῆς προσευχῆς εἶναι α) ἡ ἐξομολογητική ἤ προσευχήμετανοίας, β) ἡ δοξολογία, γ) ἡ εὐχαριστία καί δ) ἡ αἴτηση ἤ ἱκεσία .
Ὕψιστη βαθμίδα λατρείας: ἡ Θεία Εὐχαριστία, ἡ Θεία Λειτουργία.
3. Η θεΙα ΛειτουργΙα
Τί εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία.
1) Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι τό κατ' ἐξοχήν ἔργο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ· τό κατ' ἐξοχήν, τό κύριο ἔργο τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ λέξη Λειτουργία εἶναι σύνθετη ἀπό τίς λέξεις «λεῖτος» καί «ἔργο». Λειτουργία σημαίνει «δημόσιο ἔργο» διότι τό ἐπίθετο λεῖτος (ἀπό τή λέξη λεώς, λαός) σημαίνει τοῦ λαοῦ=δημόσιο. Καμιά θυσία δέν εἶναι πιό εὐάρεστη στό Θεό Πατέρα ἀπό ἐκείνη, πού προσέφερε ὁ Μονογενής Του Υἱός ἑκούσια στό Γολγοθᾶ. Αὐτήν τή θυσία προσφέρουμε καί μεῖς σέ κάθε Θεία Λειτουργία. Μ' αὐτήν ἐκδηλώνουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας, τήν ἀγάπη μας στόν Κύριο, στόν ὕψιστο βαθμό. Τήν προσφέρουμε ὅλοι μαζί, ὁ λαός, ἡ Ἐκκλησία.
Εἶναι τό σπουδαιότερο ἔργο πού ἔχουμε νά κάνουμε ὡς ἄνθρωποι: ἀγάπη πρός τόν ΘεόDλατρεία πρός τόν Θεό (Θεία Λειτουργία). Τό ἕνα τρέφει τό ἄλλο:Ἀγαπώντας τόν Θεό, Τόν λατρεύουμε καί μετέχουμε στή Θεία Λειτουργία μέ μεγαλύτερη θέρμη. Λατρεύοντας τόν Θεό, Τόν ἀγαπᾶμε ὅλο καί περισσότερο.
Γινόμαστε διά μέσου τῆς Θείας Λειτουργίας πιό οἰκεῖοι μέ τόν Θεό[10]. «Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό», ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Στάρετς Παρθένιος, «ἀνάβει μέ τήν ἀδιάλειπτο προσευχή». Δυνατότερη προσευχή εἶναι αὐτή πού ἐπιτελεῖται στήν κοινή Λατρεία.
Θεία Λειτουργία: Ἡ ἰσχυρότερη προσευχή.
Κατ’ ἐξοχήν ἰσχυρή προσευχή εἶναι ἡ «εὐχή τῆς «Ἁγίας Ἀναφορᾶς»: ἡ ἐπίκληση τοῦ ἱερέα κατά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων στή Θ. Εὐχαριστία. «Τόσο ξεπερνάει ἡ λατρεία (μέ τή Θεία εὐχαριστία) καί ἡ πρός τόν Θεό ἐξιλέωση καί ἱκεσία μέσα ἀπό τήν σεβάσμια ἱερωσύνη, κάθε ψαλμωδία καί προσευχή, ὅσο ξεπερνάει στή λάμψη ὁ ἥλιος τά ἀστέρια. Γιατί στή Θεία Λειτουργία θυσιάζουμε καί βάζουμε μπροστά μας καί προσφέρουμε γιά τήν ἐξιλέωσή μας τόν ἴδιο τόν Μονογενή Υἱό τοῦ Θεοῦ, πού θυσιάστηκε γιά τούς ἁμαρτωλούς χωρίς ἀντάλλαγμα, ἀπό φιλανθρωπία.... Καί τό σῶμα πού εἶναι ἑνωμένο μέ τή θεότητα, σάν ἀναμμένο κάρβουνο καίει κάθε ἁμαρτία καί φωτίζει τίς καρδιές ἐκείνων πού προσέρχονται μέ πίστη. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τό θεϊκό καί τίμιο αἷμα, πού πλένει καί καθαρίζει περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη ἐξαγιαστική τελετή κάθε κηλίδα καί μόλυσμα ἐκείνους πού μέ ὅλη τή δύναμή τους μέ καθαρότητα κι ἁγνότητα κατατολμοῦν νά παίρνουν τά ἅγια. Γιατί μπορεῖ νά συμβεῖ νά ἔχει μείνει μέσα τους κάποια κηλίδα ἤ μόλυσμα (ὁπότε καθαρίζεται μέ τή μετάληψη τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ)»[11].
Ἐκπλήρωση τοῦ «καθ’ ὁμοίωσιν» διά τῆς Θείας Λειτουργίας.
Μετέχοντας στή Θεία Λειτουργία ἐκπληρώνουμε τόν προορισμό μας, ὁ ὁποῖος εἶναι τό νά ὁμοιάσουμε στό Θεό. Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, καί μεῖς λειτουργώντας καί λειτουργούμενοι γινόμαστε ἀγάπη, ἀγαπητικά ὄντα ἤ ἀκόμη πιό σωστά λατρευτικά, λειτουργικά ὄντα. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε, ἐν κατακλείδει, ὅτι ὁ προορισμός μας, ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο πλαστήκαμε καί ὑπάρχουμε, εἶναι ἡ μετοχή μας στή Θεία Λειτουργία. Αὐτή ἡ μετοχή ἀρχίζει σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή καί συνεχίζεται στήν αἰωνιότητα.
Μετέχοντας στήν Θεία Εὐχαριστία καταξιωνόμαστε σάν πρόσωπα, σάν ἄνθρωποι.
Εἷναι τό πλέον «ἄξιον καί δίκαιον» ἔργο. Εἶναι τό ἔργο πού μᾶς ἁρμόζει ὡς ἀνθρώπων, τό ἔργο πού μᾶς σώζει.
Πλαστήκαμε γιά τόν οὐρανό, γιά τόν Παράδεισο, γιά τό Θεό, ὄχι γιά τή γῆ (τόπος τῆς ἐξορίας μας).
Ἡ Θεία Λειτουργία, «ἡ εὐχαριστία μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τή γῆ καί μᾶς μεταθέτει στόν οὐρανο. Ἀπό ἀνθρώπους μᾶς κάνει ἀγγέλους»[12].
Συμβούλευε ὁ π. Παΐσιος: «...Νά ζεῖτε σέ διαρκή δοξολογία καί εὐχαριστία πρός τόν Θεό, διότι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι ἡ ἀχαριστία καί ὁ χειρότερος ἁμαρτωλός ὁ ἀχάριστος»[13].
Εἶναι στοιχειῶδες χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου ἡ ἀναγνώριση τῶν ἀπείρων Θεϊκῶν εὐεργεσιῶν, ὑλικῶν καί πνευματικῶν, πού τοῦ γίνονται καί ἡ ἐπακολουθοῦσα πρός τόν Θεόν δοξολογία καί εὐγνωμοσύνη.
Καθημερινά κατακλυζόμαστε ἀπό τίς Θεϊκές εὐλογίες. Μεγίστη εὐεργεσία ἡ λύτρωση μας διά τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Θεός γιά τή σωτηρία μας τά ὀνομάζουμε Θεία Οἰκονομία. Τί πιό ἀναγκαῖο, τί πιό φυσικό ἀπό τό νά δοξολογοῦμε, καί νά εὐχαριστοῦμε συνεχῶς μέ τήν τέλεση τοῦ ἁγιωτάτου Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, γι΄ αὐτήν τή Θεία Οἰκονομία, ἀλλά καί γιά ὅλες τίς καθημερινές προσωπικές εὐεργεσίες... Τί πιό «ἄξιο καί δίκαιο»; «Ἄξιο» τῆς Θείας Μεγαλοπρεπείας καί τῶν Θεϊκῶν δωρεῶν (ὅσο εἶναι δυνατό, βέβαια, μέ τίς φτωχές μας ἀνθρώπινες δυνάμεις), ἀλλά καί «δίκαιο», ἐκπλήρωση στοιχειώδους δικαιοσύνης μπροστά στίς τόσες, στίς ἀναρίθμητες Θεϊκές εὐλογίες.
2) Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ὁ Χριστός[14].
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ ἁπτή καί ὁρατή Ὁμολογία ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Λυτρωτής τοῦ ἀνθρώπου, πού μέ τόν Σταυρό Του, τόν Θάνατο καί τήν Ἀνάστασή Του νίκησε τό διάβολο καί τό θάνατο καί δημιούργησε τό νέο λαό τοῦ Θεοῦ.
Μιλώντας γιά τή Θεία Εὐχαριστία ὁ Κύριος εἶπε: «Ἐγώ εἰμι, ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς... ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων... Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τόν αἰῶνα. Καί ὁ ἄρτος δέ ὅν ἐγώ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἥν ἐγώ δώσω ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς»[15].
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἄρτος τῆς Ζωῆς, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό (ὁ καταβάς), τῇ δυνάμει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κατέβηκε τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ μέσα στήν Ὑπερευλογημένη Παρθένο· κι ἡ Παρθένος ἔγινε γῆ ἀγαθή εὐλογημένη, πού βλάστησε τόν Ἄρτο τῆς Ζωῆς. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἄρτος τῆς Ζωῆς, πού κατεβαίνει διαρκῶς ἀπό τόν οὐρανό (ὁ «καταβαίνων»), τῇ δυνάμει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κατεβαίνει τήν ὥρα τοῦ Εὐχαριστιακοῦ Εὐαγγελισμοῦ μέσα στήν Παρθένο Ἐκκλησία, κι ἡ ἁγία Ἐκκλησία γίνεται γῆ ἀγαθή εὐλογημένη, πού βλαστάνει τόν ἄρτο τῆς Ζωῆς. Αὐτό τό Γεγονός τῆς καθόδου τοῦ Χριστοῦ καί τῆς παρουσίας Του μέσα στήν Ἐκκλησία τό ζοῦμε στή Θεία Λειτουργία.
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ὁ Χριστός ἀνάμεσά μας: «Ἰδού ἐγώ μεθ' ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος»[16].
Μέ τόν Χριστό, μέ τήν Θεία Λειτουργία, ἡ ζωή ξανάγινε, ἀλλά καί γίνεται συνεχῶς κτῆμα τοῦ ἀνθρώπου, χορηγήθηκε καί χορηγεῖται ξανά ὡς μυστήριο, ὡς κοινωνία καί ὡς εὐχαριστία[17].
[1] Ἅγ. Ἱππόλυτος Ρώμης, Μ 10, 628 (Μ ἀντί Μigne).
[2] «Πάντοτε χαίρετε͵ ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε͵ ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε· τοῦτο γὰρ θέλημα θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς ὑμᾶς» (Θεσ. Α΄5.16-18). Ἡ ἀδιάλειπτη δοξολογία καί εὐχαριστία, ἡ συνεχής προσευχή, δηλ. ἡ ἀδιάλειπτη λατρεία, ἡ ἀδιάλειπτη θεία Λειτουργία εἶναι αὐτό πού θέλει κυρίως ὁ Θεός ἀπό μᾶς.
[5] TLG, Work #001 46.4 to Work #001 «46.8 Ἄκουε͵ Ἰσραήλ͵ Κύριος ὁ Θεός σου͵ Κύριος εἷς ἐστι· καὶ πάλιν· Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου͵ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ἰσχύϊ σου· καὶ πάλιν· Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις͵ καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις͵ καὶ πρὸς αὐτὸν κολληθήσῃ».
[6] Εἶναι ἡ ὕψιστη ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μας πρός τόν Θεό. Ἡ λατρεία εἶναι: «ἡ ἀπάντηση καί ἡ ἀνταπόκριση τοῦ πεπερασμένου πλάσματος πρός τόν Αἰώνιο καί Ἀπειροτέλειο πλάστη Του». Π. Τρεμπέλα, Ἀρχαί καί χαρακτήρ τῆς Χριστιανικῆς Λατρείας, σελ. ιστ'.
[7]Ματθ. 6, 6: Σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ͵ εἴσελθε εἰς τὸ ταμεῖόν σου καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ».
[9]Τέτοια ὀρθή θεωρητική πίστη (χωρίς ἀνάλογα ἔργα) ἔχουν καί οἱ δαίμονες. Αὐτή εἶναι μία νεκρή πίστη διότι δέν ὀδηγεῖ στήν σωστή στάση ἀπέναντι στό Θεό, πού εἶναι ἡ εὐχαριστία καί ἡ δοξολογία διά τῆς Θείας Λατρείας.
[10] Ένῶ σ' Ἐκεῖνον δέν προσθέτει τίποτε, ἐμᾶς «οἰκειοτέρους αὐτῷ κατασκευάζει». ΕΠΕ 10, 158
[14]Ἱερομονάχου Γρηγορίου: Ἡ Θεία Λειτουργία, ἐκδόσεις Δόμος, Β΄ ἔκδοση, Ἀθήνα 1985, (στό ἑξῆς:Ἡ Θεία Λειτουργία) σελ. 9.
[17] Αὐτή ἡ Εὐχαριστία ὡς μυστήριο εἶναι ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας πρός τή Βασιλεία. Καί ἡ μεταμόρφωση τῶν ἀνθρώπων σέ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου