Διαβᾶστε τό Β΄μέρος
Ορθοδοξία - Αλλοίωση του Δόγματος ἀπό τούς Φράγκους – Απώλεια της θεραπευτικής
Και προσέξτε, η Ορθοδοξία τους αγκαλιάζει όλους αυτούς, γιατί δεν είναι θρησκεία. Είναι θεραπεία, είναι θεραπευτική, είναι ιατρείο. Κι όταν πας στο ιατρό δεν σε ρωτάει: «Είσαι Έλληνας;, Να σε πάρω» ή «Είσαι (ξέρω ‘γω) Αλβανός ή είσαι διαφορετικός; Δεν σε παίρνω.» Ο ιατρός τους θεραπεύει όλους, αν είναι «σωστός» φυσικά. Έτσι και η Εκκλησία δεν είναι ενός κράτους, ας πούμε, ή ενός έθνους. Γι’ αυτό, βλέπετε, δεν λέμε «Εκκλησία των Ελλήνων», αλλά «Εκκλησία της Ελλάδος». Και η Εκκλησία της Ελλάδος ποιόν έχει μέσα; Για ποιους ενδιαφέρεται; Μόνο για τους Έλληνες; Όχι. Για όλους, όσοι κατοικούν αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα. Είναι Αλβανοί, είναι Ταϊβανέζοι, είναι, ξέρω ‘γω, από το Νέο Δελχί, απ’ όπου και να ‘ναι, η Εκκλησία τους αγκαλιάζει όλους αυτούς. Κι αν πάνε στο ιατρείο αυτό, θα τους θεραπεύσει, θα τους δεχθεί, γιατί όλων αυτών ο «νους» είναι άρρωστος. Έτσι, βλέπετε, λέμε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Δεν λέμε Αρχιεπίσκοπος των Αθηναίων. Όσοι μένουν στην Αθήνα, δηλαδή, είναι κάτω από την ποιμαντική του φροντίδα και αγάπη και το ποιμαντικό του ενδιαφέρον. Και τους αγκαλιάζει όλους αυτούς η Εκκλησία.
Βλέπετε, λοιπόν, ότι η Εκκλησία είναι η ενότητα των πάντων, και μέσα στην Εκκλησία είμαστε όλοι, «Δυνάμει» και μακάρι να γίνουμε και «ενεργεία», δηλ. να μπούμε, όλος ο κόσμος να μπει, εκεί μέσα με τη θέλησή του. Ο Χριστός δεν αναγκάζει κανέναν να πάει να θεραπευτεί. Είναι πολύ, θα ‘λεγα, δημοκρατικός. Πολύ περισσότερο απ’ ό,τι έχουμε σήμερα την έννοια της δημοκρατίας. Όποιος θέλει νά πάει κοντά Του, τον δέχεται, αλλά κανέναν δεν τόν αναγκάζει να θεραπεύσει το νου του.
Και, προσέξτε, η θεραπευτική αγωγή είναι μία. Δεν υπάρχουν πολλές θεραπείες για το νου. Μία είναι: αυτή της ορθόδοξης Εκκλησίας. Ενώ, βλέπετε, οι λεγόμενες ψυχοθεραπείες που κυκλοφορούν στον κόσμο από τους– συγχωρέστε με, δεν είναι δική μου η έκφραση, είναι του Πατρός Πορφυρίου - λεγόμενους ψυχιάτρους και ψυχοθεραπευτές, τουλάχιστον στην Ελλάδα, είναι 120.
120 διαφορετικές ψυχοθεραπείες κυκλοφορούν σήμερα στην Ελλάδα. Από αυτό και μόνο καταλαβαίνει κανείς ότι δεν υπάρχει θεραπεία μέσα εκεί, σε αυτά τα καταστήματα. Γιατί, εάν υπήρχε, δεν θα ήταν ανάγκη να υπάρχουν 120 μέθοδοι. Μία θα υπήρχε και θα ήταν αρκετή. Όπου βλέπει κανείς πολλά φάρμακα και πολλές μεθόδους, για το ίδιο νόσημα, σημαίνει ότι δεν έχουμε θεραπεία, ουσιαστικά. Δεν ξέρουμε τή θεραπεία. Και ακριβώς είναι, θα ‘λεγα, απόλυτα δικαιολογημένο το ότι δεν ξέρουμε, δεν ξέρουν αυτοί οι άνθρωποι να θεραπεύσουν την ψυχή, γιατί δεν ξέρουν τι είναι η ψυχή. Μόνον η Εκκλησία ξέρει, μόνον οι Άγιοι Πατέρες ξέρουν τι είναι η ψυχή, όσο τους έχει δοθεί να ξέρουν.
Και δεν ξέρουν, κι ούτε μιλάνε για «κάθαρση» του νου όλοι αυτοί. Αν μελετήσει κανείς αυτές τις ψυχοθεραπείες που κυκλοφορούν…
Ψυχοθεραπεία: ο όρος είναι λάθος - είναι μια γελοιοποίηση του όρου. Όπως και ο όρος ψυχιατρική, όπως και ο όρος ψυχολογία είναι μια γελοιοποίηση του όρου, γιατί όλοι αυτοί δεν ξέρουν τι είναι η ψυχή. Πώς θεραπεύεις κάτι που δεν ξέρεις;
… κι όλα τα λεξικά αυτά, τα ψυχολογικά, πουθενά δεν γράφουν για το τι είναι η ψυχή, δεν δίνουν ορισμό της ψυχής. Δίνουν κάτι πολύ περιφερειακό. Ουσιαστικά αναφέρονται στη συμπεριφορά. Κι όλες αυτές οι μέθοδοι, οι λεγόμενες ψυχοθεραπευτικές, ουσιαστικά είναι μέθοδοι συμπεριφοράς, δεν είναι μέθοδοι θεραπείας της ψυχής. Κανένας δεν αγγίζει την ψυχή. Μόνο η Εκκλησία μπορεί να θεραπεύσει την ψυχή, να θεραπεύσει τη «νοερά ενέργεια», το νου του ανθρώπου. Κι έχει μία μέθοδο και συγκεκριμένη και δεν υπάρχει άλλη. Είναι η μέθοδος της «κάθαρσης», του «φωτισμού» και της «θέωσης». Αυτή, λοιπόν, η θεραπευτική αγωγή, η μία και μοναδική, είναι αυτή που υπάρχει στην Εκκλησία. Κι αυτό πρέπει να το καταλάβουμε, ότι η θεραπεία της ψυχής είναι μόνον διά της Εκκλησίας. Είναι απαράδεκτο, ας πούμε, να έρχεται κάποιος να εξομολογηθεί – τώρα το λέω για μας, έτσι, τους πνευματικούς – και να τον στέλνουνε και για ψυχολογική θεραπεία. Προσέξτε, εάν έχει ανάγκη να πάρει φάρμακα γιατί πάσχουν τα νεύρα του, θα τον στείλουμε. Ναι, αλλά όχι για την ψυχή του, γιατί κανείς δεν θεραπεύει την ψυχή. Βεβαίως, μπορεί ο άνθρωπος, με τις αμαρτίες που έκανε, να έβλαψε και το νευρικό σύστημα. Γιατί η ψυχή επηρεάζει και το νευρικό σύστημα. Κι αν κανείς κάνει μεγάλα λάθη, μεγάλες αμαρτίες στην ψυχή, επηρεάζει και το σώμα και το νευρικό σύστημα. Και εκεί χρειάζεται να πάρεις φάρμακα. Εκεί είναι ο ρόλος του ψυχιάτρου· αλλά δεν κάνεις ψυχιατρική εκείνη την ώρα. Εκείνη την ώρα κάνεις νευρολογία, κάνεις θεραπεία των νεύρων. Δεν επιτρέπεται να λες ότι είσαι ψυχίατρος. Να λες ότι είσαι νευρολόγος, νευροθεραπευτής, θεραπεύεις τους νευροδιαβιβαστές κ.λ.π.. Έτσι το δέχομαι. Αλλιώς ο όρος (ότι θεραπεύεις την ψυχή) είναι παραπλανητικός.
Έτσι, λοιπόν, η Ορθοδοξία έχει αυτό τήν δύναμη: θεραπεύει την ψυχή.
Προσέξτε τώρα κάτι άλλο. Όσοι είναι έξω από την Ορθοδοξία έχουν χάσει αυτήν τη θεραπευτική. Όσοι είναι αιρετικοί, δηλαδή, έχουν φύγει απ’ την Εκκλησία, κι ας λέγονται χριστιανοί, π.χ. παπικοί ἤ προτεστάντες, πουθενά σ’ αυτούς δεν θα βρείτε να γίνεται λόγος για θεραπεία του ανθρώπου. Έχουν χάσει τη θεραπευτική. Έχουν απομακρυνθεί απ’ αυτήν την παράδοση, δεν σκέπτονται πλέον ορθόδοξα (στα πλαίσια της θεραπείας της νόσου του «νου») και εδώ ακριβώς έγκειται και η διαφορά της Ορθοδοξίας απ’ όλες τις άλλες θρησκείες. Καμιά θρησκεία δεν ομιλεί για θεραπεία, όπως κάνει η ορθόδοξη Εκκλησία. Αν ψάξουμε στις «ευχές» που έχουμε, θα δείτε ότι επανειλημμένως ο Χριστός μας αποκαλείται «ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών». Ιατρός, θεραπευτής. Αν ψάξουμε στην παπική ή στην προτεσταντική παράδοση, αυτή η επωνυμία για το Χριστό ως ιατρό δεν υπάρχει πουθενά. Μόνο στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση ο Χριστός αποκαλείται ιατρός. Γιατί ακριβώς θεραπεύει την ψυχή. Κι εδώ είναι τώρα – κοιτάξτε, να κάνουμε και μια ιστορική παρένθεση – το μεγαλείο των λεγόμενων Βυζαντινών, πάλι, αυτοκρατόρων. Το λέω λεγόμενων γιατί δεν λεγόντουσαν Βυζαντινοί αλλά λεγόντουσαν Ρωμιοί, Ρωμαίοι αυτοκράτορες. Αλλά αυτό είναι άλλο θέμα, να μην το ανοίξουμε τώρα- πώς μας κόλλησαν την ονομασία «Βυζαντινοί».
Αυτοί οι αυτοκράτορες κατάλαβαν τι σημαίνει Ορθοδοξία. Κατάλαβαν οτι ἡ Ορθοδοξία είναι κάτι άλλο. Δεν είναι θρησκεία, αλλά είναι η θεραπεία του ανθρώπου, και φυσικά φτιάχνει σωστούς πολίτες και κοινωνικά σωστούς ανθρώπους. Και, σου λέει, τέτοιους ανθρώπους θέλουμε για το κράτος. Και αγκάλιασαν την Ορθοδοξία και την έκαναν κι επίσημη θρησκεία – ο Μέγας Κωνσταντίνος και οι υπόλοιποι. Γιατί, όμως, αυτή η παράδοση έσβησε από τους παπικούς και τους προτεστάντες και όταν τους μιλάμε για θεραπευτική αγωγή ξαφνιάζονται; Γιατί η ανάγκη της «κάθαρσης» και του «φωτισμού», η ανάγκη της εσωτερικής αλλαγής, έφυγε από τους ανθρώπους αυτούς, από τη δική τους θεολογία. Τοῦτο συνέβη διότι άλλαξαν τα δόγματα, άλλαξαν τη θεολογία, και μετά χάσανε τη θεραπευτική συνταγή. Τα δόγματα είναι αυτά που φυλάνε την Αλήθεια. Όταν διαστρέψεις τα δόγματα, τα αλλοιώσεις δηλαδή, δεν έχεις πλέον φράχτη, και μετά μπορεί να μπει το ψέμα. Όπως και μπήκε σε όλους αυτούς και χάσανε τα φάρμακα, τη θεραπευτική συνταγή και αγωγή. Σ’ αυτούς, τώρα, εκείνος που αλλάζει δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεός.
Θυμηθείτε αυτό που λέγαμε, ότι στην Ορθοδοξία πρέπει να αλλάξουμε, να αλλάξει ο άνθρωπος, δηλαδή να θεραπευτεί, να αλλάξει ο «νους» μας, να «καθαριστεί» η καρδιά μας, να αδειάσει. Πρέπει να αλλάξουμε.
Γι’ αυτό μη σας πειράζει, άμα σου λένε «άλλαξες». «Ναι, άλλαξα. Το θέμα είναι: Προς τα που άλλαξα;»... «γιατί μπήκες στην Εκκλησία και σε παρέσυραν οι παππάδες.» Ναι. Το θέμα είναι ότι πρέπει να αλλάξουμε. Μην κομπλάρουμε, αν μας πούνε «άλλαξες»,
-Ναι άλλαξα (θά λέμε εμείς). Μας χτυπάνε στον εγωισμό όταν μας λένε ότι αλλάξαμε. Μα πρέπει να αλλάξουμε. Ενώ οι αιρετικοί, οι οποίοι είναι κατεξοχήν εγωιστές - ξέρετε ότι η αίρεση βγαίνει απ’ τον εγωισμό – κι όλοι οι αιρεσιάρχες ήταν πάρα πολύ υπερήφανοι άνθρωποι. Λοιπόν...αυτοί, πρεσβεύουν, ότι δεν αλλάζει ο άνθρωπος. Ο Θεός αλλάζει. Και το ‘χουν κάνει και θεολογία αυτό το πράγμα. Ενώ, ο Θεός είναι που δεν αλλάζει. Ο Θεός είναι αΐδιος, όπως λέμε στη θεολογία, δηλαδή είναι πάντοτε ο ίδιος. Αλλοίμονο, εάν αλλάζει ο Θεός. Αὐτό σημαίνει ότι ο Θεός έχει πάθη, αν αλλάζει!
Ο Θεός είναι απαθής. Είναι αναλλοίωτος. Κι όμως, στη θεολογία αυτών, ο Θεός αλλάζει. Κοιτάξτε να δείτε πώς αυτή η θεολογία έχει ποτίσει κι εμάς δυστυχώς.
Στους ανθρώπους αυτούς, στη Δύση, τους παπικούς και τους προτεστάντες, ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Το μόνο πράγμα που κάνει ο άνθρωπος γι’ αυτούς είναι ότι γίνεται καλό παιδί. Δηλαδή, αλλάζει κάποια εξωτερική συμπεριφορά. Στο είναι του, στην ουσία του, στην ψυχή του (δηλαδή ο άνθρωπος) δεν αλλάζει. Απλώς γίνεται «καλό παιδί». Κι όταν ο άνθρωπος από «κακό παιδί», που ήταν, γίνεται «καλό παιδί», τότε ο Θεός τον αγαπάει. Διαφορετικά, τον αποστρέφεται. Προσέξτε θεολογία! Τελείως λάθος! Ο Θεός δηλ. να μισεί, να αποστρέφεται. Αν παραμένει ή γίνεται «κακό παιδί», τότε ο Θεός δεν τον αγαπάει.
Και σε μας δεν έχει περάσει αυτή η αντίληψη; Πέστε μου, γιατί; Γιατί, δυστυχώς, η κατήχηση μας είχε επηρεαστεί από τα Δυτικά πρότυπα. Και τα Κατηχητικά ακόμη, μερικές φορές, λένε τα ίδια πράγματα. Δηλαδή, εάν ο άνθρωπος γίνει καλό παιδί, τότε αλλάζει κι ο Θεός και γίνεται καλός! Βλέπετε πού καταλήγουμε; Και από εκεί που δεν τον αγαπούσε, τώρα τον αγαπάει. Όταν ο άνθρωπος γίνεται «κακό» παιδί, ο Θεός θυμώνει, κι όταν ο άνθρωπος γίνεται «καλό» παιδί, ο Θεός χαίρεται. Αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει στην Ευρώπη. Αυτή είναι η θεολογία της Ευρώπης. Ουσιαστικά, είναι μια αναίρεση του Θεού, γιατί ο Θεός δεν είναι έτσι. Ο Θεός δεν αλλάζει, να είναι άλλοτε καλός και άλλοτε κακός, να αλλάζει διαθέσεις ανάλογα με το τι είμαστε εμείς Αλλά το κακό αυτό...(ἡ ἀναίρεση τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης) δεν γίνεται μόνο στην Ευρώπη, αλλά γίνεται και στην Ελλάδα. Και σε πολλούς από αυτούς που είναι μέσα στην Εκκλησία αυτό το πνεύμα επικρατεί, κι έχει καταντήσει να είναι και η ορθοδοξία μια θρησκεία, όπου ο Θεός αλλάζει διαθέσεις. Και πρέπει να πάμε στην εκκλησία για να κατευνάσουμε τον Θεό, να τον μαλακώσουμε, ας πούμε, να πάψει η οργή του Θεού. Κι έχουμε και τον παππά – συγνώμη που θα το πω έτσι – σαν το μάγο της φυλής, που θα πάμε και θα του πούμε; «ξέρεις, κάνε μου αυτό το πράγμα για να τα βρω με το Θεό, για να αποκαταστήσω τη σχέση μου, γιατί ο Θεός έχει θυμώσει μαζί μου». Αυτά είναι τελείως ειδωλολατρικά πράγματα, παγανιστικά, δεισιδαιμονία. Ἔχουμε αλλοιώσει τον Θεό, την έννοια του Θεού. Τό ἀποτέλεσμα; Δεν φερόμαστε όπως πρέπει και δεν θεραπευόμαστε. Κι έχει γίνει και η σχέση μας με το Θεό όπως είναι οι σχέσεις των πιστών των άλλων θρησκειών. Οι οποίες λένε; «θα πάω στο μάγο, θα πάω στον ιερέα», ξέρω ‘γω, πώς τον λένε, «στό σιντοϊστή, θα του δώσω και χρήματα», δεν ξέρω τι άλλο, «φρούτα, θα κάνω τη θυσία μου, και θα διαβάσει μια ειδική προσευχή, για να μου πάνε καλά τα πράγματα.» Έτσι, «να μην έχω αρρώστιες, να πάει καλά η σοδειά μου, να πάει καλά το αυτοκίνητό μου, το χρηματιστήριο, να βρω ένα καλό παιδί να παντρέψω την κόρη μου»...και δυστυχώς έτσι συμπεριφερόμαστε πολλές φορές κι εμείς οι ορθόδοξοι. Και πάμε και του λέμε; «παππά να ‘ρθεις να μου κάνεις Ευχέλαιο», ή «να μου κάνεις Αγιασμό».
«Γιατί να σου κάμω Αγιασμό και Ευχέλαιο;»
«Είναι για το καλό». Ποιο καλό; Δεν ξέρει, τι θα πει καλό. Γιατί κάνουμε Ευχέλαιο; Το Ευχέλαιο είναι ειδικό μυστήριο της Εκκλησίας που γίνεται όταν ένας είναι άρρωστος, και συνδέεται άμεσα με την Εξομολόγηση, με τη μετάνοια. Πώς θα ‘ρθει ο Θεός να σε κάνει καλά, όταν εσύ δεν θέλεις να έχεις σχέσεις μαζί του, δεν τον αγαπάς, δεν μετανοείς, δεν αλλάζεις ζωή; Τότε τι το θες το Ευχέλαιο; Είναι μια «μαγική πράξη»! Έτσι, για να τα φτιάξω με το Θεό (λένε κάποιοι). Πώς θα τα φτιάξεις; Έτσι μαγικά τα φτιάχνεις με το Θεό; Αν δεν μετανοήσεις, δεν ζητήσεις συγνώμη γι’ αυτά που έχεις κάνει, πώς θα αποκαταστήσεις την κοινωνία με το Θεό. Όχι, πώς θα εξευμενίσεις το Θεό. Γιατί, προσέξτε, ο Θεός πάντα μας αγαπάει. Κι όταν είμαστε αμαρτωλοί μας αγαπάει, κι όταν είμαστε δίκαιοι, κι όταν είμαστε και στην κόλαση ακόμα μας αγαπάει. Κι όταν γίνουμε δαιμονισμένοι μας αγαπάει. Και τον δαίμονα τον αγαπάει. Όλους τους αγαπάει. Δεν αλλάζει ο Θεός, αλλά εμείς, με αυτά που κάνουμε, χτίζουμε τείχη γύρω μας και δεν μπορεί να περάσει αυτή η αγάπη του Θεού στην ψυχή μας και να μας κάνει καλά, να μας θεραπεύσει. Εμείς είμαστε δυστυχισμένοι τότε. Αν δεν γκρεμίσεις αυτό το τείχος με τη μετάνοια, όσα «μαγικά» και να κάνεις, δεν μπορείς να κοινωνείς με το Θεό. Δεν γίνεται τίποτα.
Έτσι, λοιπόν, όταν ο άνθρωπος είναι καλός, ο Θεός τον αγαπάει, σύμφωνα με τη θεολογία της Δύσης, αλλά δυστυχώς και με τη δική μας.
- «Πάτερ, και στην Ορθοδοξία δεν αγιάζουνε τη σοδειά, τα φρούτα, τους καρπούς του χωραφιού, τα σταφύλια, την πρώτη παραγωγή; Αυτό δεν είναι…
- «Προσέξτε! Πρέπει να ξέρουμε, γιατί το κάνουμε. Ναι. Γιατί το κάνει η Εκκλησία; Διαβάστε, ας πούμε, τις ευχές, για να καταλάβετε, γιατί το κάνει η Εκκλησία. Όταν, ας πούμε, το Πάσχα υπάρχει μια ευχή που ευλογούμε τόν τυρόν και τα ωά, τα αυγά δηλαδή. Γιατί τρώμε – όσοι νήστεψαν, βέβαια· όσοι δεν νήστεψαν τρώγανε και προηγουμένως – τυρί και αυγά ἀπό εκείνη την ημέρα και ο ιερέας τα ευλογεί. Γιατί τα ευλογεί; Δεν τα ευλογεί χρησιμοποιόντας τα.. σαν ένα μαγικό πράγμα, αλλά τα προσφέρει στο Θεό ως ευχαριστία, ως δοξολογία, και για το δικό μας τον Αγιασμό .
Έτσι κάθε πράγμα που κάνουμε στην Εκκλησία έχει θεολογία. Και η θεολογία ποια είναι; Η «κάθαρση» και ο «φωτισμός» και η «θέωση» του ανθρώπου. Δεν είναι να εξευμενίσουμε το Θεό, να κάνουμε μια θρησκευτική πράξη, για να μας πάει καλά η σοδειά κλπ., αλλά είναι μια πράξη κοινωνίας με το Θεό. Είναι μια φανέρωση του Χριστού κάθε πράξη που κάνει η Εκκλησία.
Αλλά, όταν εσύ πας έτσι; «Διάβασέ μου τη φανουρόπιτα, πάτερ».
«Γιατί το κάνες παιδί μου αυτό;» Και σου λέει; «Για το καλό»(τό ἀπρόσωπο καλό καί ὄχι γιά τό Χριστό). Πού είναι ο Χριστός σε όλα αυτά; Πουθενά. Όπως πάει ο άλλος, ας πούμε, στο ιερέα τον σιντοϊστή τα φρούτα του και λέει; «διάβασέ μου τα, για να πάει καλά η σοδειά μου». Δεν είναι έτσι, όμως. Πρέπει σε κάθε πράξη να φανερώνεται ο Χριστός.
Ερώτηση:…
Ναι. Και η δικαιοσύνη του Θεού, προσέξτε, είναι πάλι αγάπη. Ο Θεός δεν έχει πάθη κι αν κάπου διαβάζετε τέτοιες εκφράσεις, ας πούμε: «οργίζεται ο Θεός, θυμώνει», αυτά δεν είναι, ας πούμε, πάθη του Θεού. Αλλά, είναι κάτι που βοηθάει εμάς για να μετανοήσουμε. Ο Θεός είναι απαθής. «Τις ημάς χωρίση της αγάπης του Θεού;» Θλίψις, ή στενοχωρία, ή διωγμός... Τίποτα δεν μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού. Ούτε και οι αμαρτίες μας ακόμα. Ὁ Χριστός γιατί πέθανε; Για τις αμαρτίες μας πέθανε και γι’ αυτό έχυσε το Αίμα Του. Επομένως, κι αυτό που λέμε: «συσσωρεύει οργή», τι σημαίνει αυτό. Προσέξτε να δείτε! Όταν έχεις έναν άνθρωπο – να το πούμε με ένα κτιστό παράδειγμα από μας, να το καταλάβουμε – τον οποίο τον αδικείς συνέχεια, κι εκείνος συνέχεια σου ανταποδίδει καλοσύνη, και εσύ επιμένεις να τον αδικείς, κι εκείνος επιμένει να σε ευεργετεί. Όταν κάποια στιγμή θα βρεθείς μπροστά του, έτσι...κι εκείνος θα σου έχει δώσει τις μύριες ευκαιρίες να αγαπηθείτε και να γίνετε φίλοι και εσύ θα τις έχει απορρίψει, πώς θα νοιώσεις; Για πέστε μου, πώς θα νοιώσεις; Δεν θα ντραπείς; Δεν θα νοιώσεις καρφιά στο κεφάλι σου; Θα νοιώσεις. Θα λες: «κοίταξε τι μου ‘κανε αυτός και τι του ανταπέδωσα;» Έτσι θα αισθανθούμε κι εμείς μπροστά στο Χριστό. Γιατί αυτό έκανε ο Χριστός. Συνεχώς εμείς τον αδικούμε, τον περιφρονούμε, τον διαγράφουμε: «Φύγε απ’ τη ζωή μας. Δεν σε θέλουμε.» Το λέμε. Μπορεί να μην το λέμε λεκτικά, αλλά με τη ζωή μας αυτό λέμε. Όταν κάνουμε τα δικά μας θελήματα και δεν ψάχνουμε να βρούμε τι θέλει ο Θεός στην κάθε στιγμή, αυτό κάνουμε. Του λέμε: «Τώρα κάτσε στην άκρη. Τώρα θα κάνω εγώ. Θα πω εγώ. Δεν με ενδιαφέρει, τι λες εσύ. Εγώ τώρα», ας πούμε, «θα κάνω έκτρωση. Δεν μπορώ. Έχω οικονομικά προβλήματα». Τον διαγράφουμε το Θεό. Βάζουμε τη λογική μας, το θέλημά μας(Νά ὁ μολυσμός τῆς καρδιᾶς ἀπό τούς λογισμούς τῆς διανοίας, ἀπό τά πάθη. Ἄν ἡ καρδιά ἦταν καθαρή, ἄδεια ἀπό τούς λογισμούς καί ὁ νοῦς κοινωνοῦσε μέ τόν Θεό δέν θά ἔκανε ποτέ αὐτό τό ἔγκλημα). «Εγώ τώρα δεν θα κάνω παιδί. Θα προγραμματίσω εγώ πότε θα κάνω παιδί». Τον διαγράφουμε το Θεό. Τον βάζουμε στην άκρη. Καταλάβατε; Λέω κάποια χοντρά, τώρα, για να καταλάβουμε πώς περιφρονούμε το Θεό. Κι όμως ο Θεός δεν μας διαγράφει μετά απ’ αυτό. Συνεχίζει να μας ευεργετεί πάλι, να μας δίνει τον αέρα του, το φως του, να μας δίνει την τροφή μας, να μας δίνει την πνευματική τροφή μας...να μας δίνεται ο Ἴδιος, σε κάθε Θεία Λειτουργία, με το σώμα Του και το Αίμα Του κι εμείς να Του γυρίσουμε τήν πλάτη, κατά κανόνα. Και πάλι, και πάλι, και πάλι, και να γίνεται 70 χρόνια αυτό, 80 χρόνια, 100 χρόνια. Κι εμείς να μην αλλάζουμε. Φανταστείτε στη Δευτέρα Παρουσία πώς θα αισθανθούμε. Όταν θα δούμε, πλέον, πρόσωπο προς πρόσωπο και θα φανερωθούν όλα αυτά. Ε, αυτή είναι η οργή που, λες, συσσωρεύεται. Δεν θα μπορείς να σταθείς μετά, έτσι, απ’ την ντροπή.
Δεν είναι ότι ο Θεός θα μας κάψει γιατί θέλει να μας κάψει. Μόνοι μας καιγόμαστε, μένουμε τυφλοί δηλαδή. Όσο δεν προχωράμε στη μετάνοια στην κάθαρση, μένουμε τυφλοί. Δεν βλέπουμε το Φως, δεν βλέπουμε το Θεό, μένουμε αθεράπευτοι. Γιατί σίγουρα όλοι θα δούμε το Θεό στη Δευτέρα Παρουσία – θα τον δούμε όλοι και οι σεσωσμένοι και οι κολασμένοι – αλλά η διαφορά θα είναι στο πώς θα δούμε το Θεό. Αν έχεις μάτια ανοιχτά, πνευματικά μάτια (και τα μάτια τα ανοιχτά είναι ο «νους» ο καθαρμένος, ο κεκαθαρμένος), θα Τον δεις ως Φως γλυκύτατο. Αν, όμως έχεις μάτια κλειστά, δηλαδή έχεις «νου» σκοτισμένο από τα πάθη (δεν τα άνοιξες, δεν φρόντισες να ανοίξεις τα μάτια σου· σ’ αυτήν τη ζωή γίνεται αυτό -όχι στην άλλη ζωή- με τη μετάνοια), θα τον δεις ως «πυρ καταναλίσκον», σα φωτιά που κατακαίει. Βλέπετε στις απεικονίσεις της Δευτέρας Παρουσίας; Απ’ το θρόνο του Θεού-ἀπ’ τόν ἴδιο θρόνο- βγαίνουν δύο ποτάμια. Ένα λευκότατο στο οποίο βρίσκονται οἱ σεσωσμένοι, κι ένα κατακόκκινο. Αὐτό είναι ο «πύρινος ποταμός», ὅπου εὑρίσκονται οι κολασμένοι. Ὅλοι θα δούμε το Θεό, αλλά [αλλά η διαφορά είναι] στο πώς θα τον δούμε. Η Εκκλησία έχει αυτόν το ρόλο, στο να μας ετοιμάσει ὥστε να τον δούμε ως Φως γλυκύτατο κα ανέσπερο και όχι ως «πυρ καταναλίσκον». Σκεφτείτε έναν τυφλό που τον βγάζουμε μέρα μεσημέρι στον ήλιο. Βλέπει; Δεν βλέπει, αλλά αισθάνεται το καύμα. Ενώ ένας που έχει μάτια ανοιχτά, χαίρεται το Φως και όλη την ομορφιά του Θεού. Αυτή είναι η διαφορά και αυτό είναι το έργο της Εκκλησίας: να μας πνευματικά μάτια. Να μας δώσει πνευματικά αισθητήρια για να μπορούμε να απολαύσουμε το Θεό ως Φως γλυκύτατο.
Print this post
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου